Τη χειρότερη οικονομική επίδοση μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρωζώνης θα σημειώσει, όπως όλα δείχνουν, η Γερμανία φέτος. Μάλιστα, οι εκτιμήσεις θέλουν την κορυφαία οικονομία της Ευρώπης να παραμένει σε ύφεση και το 2024 και να υστερεί έναντι της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας αλλά και σε σύγκριση με χώρες όπως η Ελλάδα, τόσο στα επόμενα τρίμηνα, όσο και στα επόμενα χρόνια. Αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις, τότε η Γερμανία θα χάσει τον χαρακτηρισμό της «ατμομηχανής της Ευρωζώνης», καθώς θα αποτελεί «βαρίδι» για την ανάκαμψη για μία ολόκληρη πενταετία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον του ευρώ.
Η γερμανική οικονομία ευθύνεται για το 25% της οικονομικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περίπου για το 30% της Ευρωζώνης. Από την πανδημία και μετά, με την ενεργειακή κρίση να αποτελεί και αυτή σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα, η Γερμανία βρίσκεται σε πλήρη οικονομική στασιμότητα, εμφανίζοντας είτε οριακή ανάπτυξη, είτε οριακή συρρίκνωση. Στο β’ τρίμηνο του 2024, το γερμανικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 0,1%, σε τριμηνιαία βάση, ενώ οι πιο πρόσφατες μετρήσεις υποδηλώνουν περαιτέρω συρρίκνωση στο γ’ τρίμηνο, γεγονός που επαναφέρει τη γερμανική οικονομία σε συνθήκες τεχνικής ύφεσης.
Οι οιωνοί για τα επόμενα χρόνια δεν είναι καλοί και η γερμανική κυβέρνηση καλείται να αντιμετωπίσει ένα σοβαρό κύμα επιδείνωσης του επιχειρηματικού – και όχι μόνο – κλίματος. Μακροπρόθεσμα, η ανάπτυξη του γερμανικού ΑΕΠ τοποθετείται χαμηλότερα από τους ρυθμούς που σημειώνονταν πριν την πανδημία, εξέλιξη που οφείλεται στη μείωση του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας και στη χαμηλότερη παραγωγικότητα.
Το πιο χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα είναι η Volkswagen. Ο μεγαλύτερος εργοδότης και «τοτέμ» της γερμανικής οικονομίας προσπαθεί να εξοικονομήσει 10 δισ. ευρώ για να επιβιώσει. Η μετάβαση στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και μία σειρά άλλων παραγόντων έχουν εντείνει τον ανταγωνισμό με αποτέλεσμα η Violkswagen να είναι σχεδόν 500.000 οχήματα… μείον. Γι’ αυτό το λόγο κλείνει εργοστάσια στη Γερμανία για πρώτη φορά στα χρονικά, με την Jefferies να εκτιμά ότι οι απολύσεις θα φτάσουν στις 15.000. Ένα άλλο τοτέμ, η μεγαλύτερη εταιρεία χημικών του κόσμου, BASF, σχεδιάζει τη μεταφορά δυναμικού στην Ασία και απολύσεις στη Γερμανία.
Η Capital Economics δημοσίευσε μέσα στην εβδομάδα έκθεση που περιλαμβάνει τις νέες προβλέψεις για την Ευρωζώνη και τις σημαντικότερες οικονομίες του ευρώ. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται η Ελλάδα, η οποία μαζί με την Ιρλανδία και την Ισπανία αναμένεται να ξεχωρίσουν την επόμενη διετία. Η χώρα που θα υστερήσει των περισσότερων οικονομιών είναι η Γερμανία, η οποία είδε το ΑΕΠ της να συρρικνώνεται, έστω οριακά, το 2023. Για φέτος, η CE προβλέπει και πάλι ύφεση της τάξης του 0,2%, ανάλογης δηλαδή της περσινής χρονιάς. Συνολικά, το ΑΕΠ της Γερμανίας αναμένεται να αναπτυχθεί σωρευτικά κατά λιγότερο από 1% την περίοδο 2023-2026, όταν το ΑΕΠ της Ελλάδας θα αναπτυχθεί κατά περίπου 9%, της Ισπανίας κατά 11% και της Πορτογαλίας κατά 7%.
Όπως σημειώνει ο οίκος, η ανεργία έχει αυξηθεί τους τελευταίους μήνες όταν στην Ευρώπη παραμένει σταθερή, η απασχόληση επιβραδύνει ταχύτερα από άλλες χώρες και τα στοιχεία δείχνουν ότι βρίσκεται σχεδόν σε πλήρη στασιμότητα. Παρόμοια είναι η εικόνα και στον κλάδο της βιομηχανίας, όπου βρίσκονται επιχειρήσεις-τοτέμ για τη Γερμανία. Η βιομηχανική παραγωγή έχει μειωθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια και το πολύ χαμηλό επίπεδο βιομηχανικών παραγγελιών υποδηλώνει ότι δύσκολα θα σημειωθεί ανάκαμψη στο εγγύς μέλλον.
Η παραγωγή στις ενεργοβόρες βιομηχανίες έχει αυξηθεί το τελευταίο διάστημα, όμως αναμένεται να αντισταθμιστεί από τη συνεχιζόμενη αδυναμία άλλων κλάδων. Η παραγωγή μηχανημάτων και εξοπλισμού, για παράδειγμα, έχει αποτελέσει μεγάλο βαρίδι για τη συνολική οικονομική παραγωγή τον τελευταίο χρόνο, ενώ αναμένεται να παραμείνει στο ίδιο επίπεδο, καθώς η εξασθένηση της μεταποίησης παγκοσμίως επιβαρύνει τη ζήτηση για επενδύσεις. Την ίδια ώρα, η ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα της Κίνας θα συνεχίσει να επιβαρύνει την παραγωγή αυτοκινήτων.
Ορισμένα αισιόδοξα μηνύματα στέλνει ο κλάδος των κατασκευών, όπου μικρότερο ποσοστό εταιρειών αναφέρει ακυρώσεις. Οι κατασκευές θα ωφεληθούν από τη μείωση των επιτοκίων, όμως με τις παραγγελίες να παραμένουν χαμηλά, θα χρειαστεί μάλλον χρόνος για να επιβεβαιωθεί η ανάκαμψη. Είναι, επίσης, γνωστό ότι η Γερμανία βασίζεται πολύ στις εξαγωγές, των οποίων η ανάπτυξη θα παραμείνει ασθενέστερη από το προ πανδημίας επίπεδο. Στο μεταξύ, η κατάσταση χειροτερεύει γιατί οι γερμανικοί κολοσσοί κάνουν λόγο για μεγάλη πτώση της ανταγωνιστικότητάς τους σε σύγκριση με άλλες μεγάλες οικονομίες, ενώ ιδιαίτερα αρνητική για την ανάπτυξη θα είναι και η δημοσιονομική σύσφιξη από τη στιγμή που ο κανόνας του black zero έχει επανέλθει σε ισχύ.