Η ελληνική οικονομία βαδίζει σε σταθερό έδαφος, η ανεργία, το ΑΕΠ, η επενδυτική βαθμίδα, ο κατώτατος μισθός, πολλοί δείκτες έχουν επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα, εκείνα του 2009. Άλλοι όμως δείκτες δείχνουν πόσα πολλά ακόμη απομένουν να γίνουν.
Οι επενδύσεις είναι το πιο βασικό. Η σημερινή έκθεση του Ιδρύματος Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών προβλέπει ενίσχυση των επενδύσεων από το σημαντικό αλλά όχι εντυπωσιακό 3,2% πέρυσι, στο θαυμαστό 10,8% φέτος. Βρίσκεται στην καρδιά του φετινού στοιχήματος για την ελληνική οικονομία.
Είναι εύκολο; Καθόλου, αν δεν τηρηθούν κάποιες προϋποθέσεις. Κυριότερη όλων, να αρχίσουμε να προσελκύουμε επενδύσεις στην παραγωγή. Επενδύσεις που θα εντάξουν την Ελλάδα στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίες, από κατασκευή σκαφών και παραγωγή ανεμογεννητριών στα ελληνικά ναυπηγεία, μέχρι μπαταριών για ηλεκτρικά αυτοκίνητα, όπως αυτή που συζητείται στην Ξάνθη.
Δίχως αυτές δεν θα καταφέρουμε ποτέ το μερίδιο των επενδύσεων να ξεπεράσει το 20% του ΑΕΠ, όπως το 2009, επεσήμανε ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας. Με τη διαφορά ότι τότε, αυτό οφείλονταν στις πολύ περισσότερες επενδύσεις στην κατοικία. Τέτοιες έχουμε και σήμερα και ασφαλώς είναι θετικό να γίνουν κι άλλες, προκειμένου να αντιμετωπιστεί μεταξύ άλλων, το μείζον πρόβλημα της στέγασης, ωστόσο μέχρι ενός βαθμού. Σε βάθος χρόνου, δεν χρειαζόμαστε να κτίσουμε τόσα πολλά νέα σπίτια όσα το 2008 σε μια χώρα όπου ο πληθυσμός συρρικνώνεται.
Η μεγάλη εικόνα είναι ότι το προ 15ετίας επενδυτικό κύμα στην κατοικία στήριξε τα εισοδήματα και την οικονομία, δεν είχε όμως καμία συμβολή στη νωθρή μας ανταγωνιστικότητα. Δυστυχώς, η εικόνα σε ό,τι αφορά την κατανομή των επενδύσεων δεν έχει αλλάξει και τόσο πολύ.
Η πρόβλεψη του ΙΟΒΕ ότι η ανάπτυξη το 2023 θα κλείσει στο +2,2%, στηρίζεται στην εκτίμηση ότι οι επενδύσεις ενισχύθηκαν πέρυσι κατά 3,2% (+7,3% οι πάγιες), οι οποίες με τη σειρά τους αφορούσαν κατά κύριο λόγο ακίνητα - κατασκευές και νέο μηχανολογικό εξοπλισμό. Το ποσοτικό και ποιοτικό επενδυτικό κενό με τον μέσο όρο της ΕΕ παραμένει.
Ένα άλλο θέμα αφορά στη μείωση της ανεργίας, που ναι μεν έχει πέσει κάτω του 10%, ωστόσο «δύσκολα θα δούμε από εδώ και πέρα μια ραγδαία αποκλιμάκωση, πχ στο 7%», προέβλεψε ο κ. Βέττας. Γιατί, η αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης από τις επιχειρήσεις παραμένει, οι ελλείψεις εξιδεικευμένου προσωπικού δεν θα καλυφτούν εύκολα, ενώ έχει έρθει και η στιγμή που η οικονομία χρειάζεται θέσεις υψηλής παραγωγικότητας με ανάλογες απολαβές.
Στις θετικές εγχώριες τάσεις ξεχωρίζουν ασφαλώς η σταδιακή σύγκλιση του πραγματικού ΑΕΠ με τον μέσο όρο στην Ευρώπη, η μείωση της ανεργίας, καθώς και η σταδιακή, αλλά αργή, κάλυψη του επενδυτικού κενού. Σε τομεακό επίπεδο, ξεχωρίζει η δυναμική σε τουρισμό και ακίνητα, ενώ σημαντική ανάκαμψη κατέγραψαν οι ξένες άμεσες επενδύσεις. Επιπλέον, ενισχύεται η επενδυτική εμπιστοσύνη της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας προς τη χώρα, με αποτέλεσμα να μειώνεται το διαφορικό κόστος χρηματοδότησης δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.
Στον αντίποδα, χρόνιες εσωτερικές προκλήσεις και ανισορροπίες μας «δείχνουν τα δόντια τους» και καλούνται να αντιμετωπιστούν προκειμένου να επιτευχθεί η στροφή του παραγωγικού υποδείγματος.
- Στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών όπου είναι κρίσιμο να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός και να αρθούν εμπόδια εισόδου νέων επιχειρήσεων.
- Στην αγορά εργασίας όπου παρατηρείται υψηλή διαρθρωτική ανεργία και αναντιστοιχία δεξιοτήτων μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.
- Κρίνεται σκόπιμο να αρθούν αντικίνητρα για δραστηριότητες στην τυπική οικονομία έναντι της άτυπης.
- Είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η τομεακή διαφοροποίηση της οικονομίας με την μεταποίηση ως συμπληρωματική κινητήρια δύναμη σε τουρισμό και κατασκευές.
- Χρειάζεται βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημοσίου τομέα, με έμφαση στα συστήματα υγεία και εκπαίδευσης.
- Πρέπει να διασφαλιστεί η έγκαιρη και αποτελεσματική χρήση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Οι εξωτερικοί κίνδυνοι παραμένουν η επιβράδυνση της μεγέθυνσης των εμπορικών μας εταίρων, οι δύο πόλεμοι στην γειτονιά μας (Μ.Ανατολή, Ουκρανία), το υψηλό κόστος χρήματος για μεγαλύτερη διάρκεια, οι κίνδυνοι στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, η αναδιάταξη των ισορροπιών στο παγκόσμιο εμπόριο και οι στόχοι για την πράσινη μετάβαση.
Αλλά γι’ αυτούς δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι. Εντός συνόρων αντίθετα έχει να γίνει πολύ δουλειά.