Της Μαίρης Βενέτη
Τα επόμενα χρόνια θα συνοδευτούν από πολλές και δύσκολες προκλήσεις για τους τέσσερις κολοσσούς της τεχνολογίας, Amazon, Apple, Facebook και Alphabet.
Πέραν της αβεβαιότητας που προκάλεσε η εξάπλωση των εμπορικών εντάσεων, προστέθηκαν πρόσφατα και οι αντιμονοπωλιακές έρευνες από την αμερικανική κυβέρνηση, αλλά και η αποφασιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μην επιτρέψει εφεξής την παραβίαση των δικών της κανόνων περί ανταγωνιστικότητας και ορθολογικής διαχείρισης των προσωπικών δεδομένων.
Ξεκινώντας από τα νέα ήθη και έθιμα της αμερικανικής αγοράς, εδώ και μέρες ο ξένος Τύπος φιλοξενεί δημοσιεύματα σύμφωνα με τα οποία το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ξεκινά έρευνα για την αντιμονοπωλιακή πολιτική της Google, ενώ η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC) θα διερευνήσει την Amazon και τη Facebook.
Όσον αφορά μάλιστα την εξέλιξη της συγκεκριμένης έρευνας, η Facebook ήδη εκτιμά ότι θα ξοδέψει 3-5 δισ. δολάρια, πιθανότατα ως πρόστιμο που θα πρέπει να πληρώσει. Αν πράγματι κάτι τέτοιο συμβεί, τότε θα μιλάμε για το μεγαλύτερο πρόστιμο που έχει επιβληθεί ποτέ από την FTC σε εταιρεία τεχνολογίας.
Η Apple επίσης έχει μπει στο μικροσκόπιο του υπουργείου Δικαιοσύνης, ενώ η Επιτροπή Νομικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, ανακοινώνοντας ότι σχεδιάζει ακροάσεις σχετικά με την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία για τη διερεύνηση του ανταγωνισμού ευρύτερα στον κλάδο της τεχνολογίας.
Οι εξελίξεις αυτές είχαν άμεσο αντίκτυπο στο volatility των μετοχών του τεχνολογικού τομέα, αν και οι δηλώσεις του προέδρου της FED περί μείωσης των επιτοκίων εάν η οικονομία χρειαστεί βοήθεια, τις βοήθησε να πάρουν πίσω τις περισσότερες απώλειες εν μέσω του γενικότερου ανοδικού γυρίσματος των χρηματαγορών.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι επενδυτές πρέπει να χαλαρώσουν, καθώς παραμένει το ουσιαστικό ερώτημα: Kατά πόσο οι έρευνες για την αντιμονοπωλιακή πολιτική θα μπορούσαν να ανοίξουν επί της ουσίας τον ασκό του Αιόλου για τον κλάδο της τεχνολογίας;
Νωρίς για πανικό, αλλά όχι για εγρήγορση
Καταρχάς να επισημάνουμε ότι οι συγκεκριμένες έρευνες για την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία συνήθως χρειάζονται χρόνια για να ολοκληρωθούν.
Δεύτερον, μια μεγάλη μερίδα του νομικού κόσμου ενστερνίζεται ότι η κυριαρχία των εταιρειών στην εγχώρια αγορά δεν είναι ενάντια στον νόμο, ακριβώς για τον λόγο ότι ο σχηματισμός μονοπωλίου επιτυγχάνεται χάρη στα προϊόντα κορυφαίας ποιότητας και στην καινοτομία.
Τώρα, αν όντως έχει επιτευχθεί μέσω πράξεων αποκλεισμού ή επιθετικής συμπεριφοράς, αυτό είναι δουλειά των αρχών να το διερευνήσουν.
Όμως θα ήταν άδικο η ετυμηγορία να βγει απαίδευτα και σίγουρα θα απαιτήσει αρκετό χρόνο.
Από την άλλη, το σίγουρο είναι ότι οι παλιές καλές εποχές, κατά τις οποίες οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ υπήρξαν ως επί το πλείστον αμέτοχες όσον αφορά την τεχνολογία, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί επί προέδρου Τραμπ.
Οι αμερικανικοί κολοσσοί θα πρέπει να αντιμετωπίσουν επί αμερικανικού εδάφους ό,τι και οι ευρωπαϊκές εταιρείες, με τις ρυθμιστικές αρχές να ασχολούνται εντατικά με περιπτώσεις αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για τους επενδυτές
Οι επενδυτές θα πρέπει να παρακολουθούν με συνέπεια τις εξελίξεις και φυσικά την κατάληξη των εν λόγω ερευνών, ακόμα και αν δεν έχουν τεχνολογικές μετοχές στο χαρτοφυλάκιό τους.
Ο ηγέτης κλάδος της Wall Street επηρεάζει το ευρύτερο κλίμα των χρηματαγορών, αποτελώντας μια από τις κύριες συνισταμένες που διαμορφώνουν την τάση. Ως εκ τούτου, αφορά τους πάντες.
Τα σημεία-κλειδιά, με την εξέλιξη των οποίων πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, είναι τα εξής:
- Κατά πόσον οι έρευνες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε σημαντικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις ασκούν τις δραστηριότητές τους;
Για παράδειγμα, ένας προβληματισμός είναι ότι αν τελικά βρεθούν ένοχες, αυτό θα λυθεί με κάποια πρόστιμα ή θα μπορούσε να καταλήξει για κάποιες εταιρείες ακόμα και σε διάσπαση;
- Το γεγονός ότι η εν λόγω έρευνα θα διεξαχθεί εν όψει των εκλογών του 2020, πόσο καταλυτικό μπορεί να αποδειχθεί;
Ερώτημα κομβικής σημασίας, από τη στιγμή που η γερουσιαστής της Μασαχουσέτης, Ελίζαμπεθ Γουόρεν, έβαλε ήδη στη ρητορική της τη διάσπαση των κορυφαίων εταιρειών τεχνολογίας ως στοιχείο της εκστρατείας της για την υποψηφιότητα της προέδρου των Δημοκρατικών.
Από τη στιγμή που οι εταιρείες της Silicon Valley υιοθετήθηκαν από τους πολιτικούς ως προεκλογικό χαρτί για τις πολιτικές καμπάνιες τους, πολύ πιθανόν να πέρασαν ανεπιστρεπτί οι ήρεμες μέρες για τον τεχνολογικό κλάδο των ΗΠΑ.
Μπελάδες made in Europe
Δυστυχώς για τις ηγέτιδες του τεχνολογικού κλάδου, το αμερικανικό μέτωπο δεν είναι το μόνο.
Τα νέα μέτρα της Ε.Ε., που ψηφίστηκαν τον Φεβρουάριο, απαιτούν από τις εταιρείες διαδικτύου να αναφέρουν τυχόν προβλήματα που προκύπτουν όσον αφορά τις τακτικές ανταγωνισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι εταιρείες οφείλουν να υιοθετήσουν πιο σαφείς όρους χρήσης του προϊόντος, μεγαλύτερη διαφάνεια σχετικά με την κατάταξη των προϊόντων και να κοινοποιούν οποιοδήποτε πλεονέκτημα δίνουν στα δικά τους προϊόντα.
Επίσης, ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων της Ε.Ε. που τέθηκε σε ισχύ τον Μάιο, είναι η μεγαλύτερη αναδιάρθρωση νομοθεσιών περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων.
Επιτρέπει στους χρήστες να ελέγχουν τα προσωπικά τους δεδομένα και δίνει στις ρυθμιστικές αρχές την εξουσία να επιβάλουν πρόστιμα ύψους μέχρι και 4% του κύκλου εργασιών των εταιρειών για την παραβίαση των ευρωπαϊκών αντιμονοπωλιακών κανόνων.
Πρώτος στόχος η Apple
Η επίτροπος ανταγωνισμού της Κομισιόν, Μαργκρέιτε Βεστέιγιερ, ασχολείται εδώ και καιρό με τις αθέμιτες πρακτικές των αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών.
Ηδη από το 2017 αποφάσισε ότι η Apple έπρεπε να πληρώσει 13 δισ. ευρώ για επιστροφή φόρων, καθώς η επιτροπή διαπίστωσε ότι μια φορολογική συμφωνία της Apple με την Ιρλανδία ήταν στην πραγματικότητα παράνομη κρατική ενίσχυση από τη χώρα.
Η Apple είχε αναγκαστεί τότε να πληρώσει το πρόστιμο, ενώ φέτος αντιμετωπίζει για άλλη μια φορά την Ευρωπαία επίτροπο, μιας και έχει αναλάβει την καταγγελία της Spotify, εταιρείας αναπαραγωγής μουσικής μέσω διαδικτύου, εναντίον της Apple.
Το ζήτημα που θα διερευνήσει είναι η περικοπή εσόδων κατά 30% που η Apple χρεώνει για πολλές εφαρμογές στο App Store για να επωφελείται χρηματικά.
Η Spotify χαρακτηρίζει αυτόν τον «ειδικό φόρο» της Apple στις συνδρομητικές υπηρεσίες μουσικής εντελώς παράλογο και παραπονιέται ότι δίνει στον ανταγωνιστή τους, το Apple Music, ένα αθέμιτο πλεονέκτημα.
Το γεγονός μάλιστα ότι η Apple δεν χρεώνει αναλόγως άλλες εφαρμογές, όπως το Uber για παράδειγμα, δίνει επιπλέον έρεισμα στις συνδρομητικές υπηρεσίες μουσικής για αυθαιρεσία του αμερικανικού κολοσσού απέναντι στις εταιρείες που ανταγωνίζονται τις δικές της εφαρμογές.
Η καταγγελία κατατέθηκε αρχικά τον Μάρτιο. Εάν η Ε.Ε. ταχθεί υπέρ της Spotify, μπορεί να αναγκάσει την Apple να αλλάξει τις επιχειρηματικές πρακτικές της στην ηπειρωτική Ευρώπη και να επιβάλει τσουχτερό πρόστιμο στην Apple, μέχρι το 10% των συνολικών εσόδων της εταιρείας.
Το πρόστιμο θα μπορούσε να ανέλθει σε 26,6 δισ. δολάρια, αλλά ως στήλη δεν αποκλείουμε ότι η Apple και η Επιτροπή Ανταγωνισμού της Ε.Ε. πιθανότατα να καταλήξουν σε μια συμφωνία, βάση της οποίας η εταιρεία θα μειώσει ή πιθανότατα και να καταργήσει τη συγκεκριμένη χρέωση/φόρο.
Άλλωστε έχει και η Apple τη δική της γραμμή υπεράσπισης.
Η υπηρεσία Spotify χρησιμοποίησε το App Store για να αναπτύξει τις δραστηριότητές της με την πάροδο των ετών χωρίς να συνεισφέρει κάτι στην Apple ως αντάλλαγμα, γεγονός που σίγουρα θα επικαλεστεί η αμερικανική εταιρεία και θα πρέπει να λάβει υπ'' όψιν η Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Τα καμπανάκια για Amazon, Facebook, Google
Η επίτροπος έχει στρέψει επίσης την προσοχή της σε Amazon και Facebook, σχετικά τόσο με τη χρήση των δεδομένων των χρηστών, όσο και των εμπόρων με τους οποίους συνεργάζονται.
Ήδη η έρευνα της Ε.Ε. για τις πρακτικές της Amazon όσον αφορά τη χρήση των δεδομένων για ανταγωνιστικούς σκοπούς είναι «αρκετά προχωρημένη», ενώ η κα Βεστέιγιερ δηλώνει έτοιμη να προχωρήσει σε πιο αποφασιστικά βήματα, προτού ολοκληρώσει τη θητεία της φέτος.
Συνεχίζοντας τις προσπάθειές της να χαλιναγωγήσει τους αμερικανικούς γίγαντες του διαδικτύου, η Ευρωπαϊκή Ενωση επέβαλε νέο μεγάλο πρόστιμο και στην Google, με την κατηγορία ότι μπλοκάρει τους ανταγωνιστές της στον τομέα των διαφημίσεων που προβάλλονται στις αναζητήσεις των χρηστών του διαδικτύου.
Στην ουσία η Google κατηγορείται από την επίτροπο ανταγωνισμού ότι έχοντας ισχυροποιήσει την κυριαρχία της στον τομέα της online διαφήμισης μέσω των μηχανών αναζήτησης, έχει οχυρωθεί απέναντι στις πιέσεις των ανταγωνιστών της μέσω περιορισμών, που είναι παράνομοι με βάση την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία της Ε.Ε.
Το πρόστιμο, ύψους 1,5 δισ. ευρώ, είναι το τρίτο που επιδικάζει η Ε.Ε. στην Google.
Το 2018 η Ε.Ε. επέβαλε στην Google πρόστιμο ύψους 4,3 εκατομμυρίων ευρώ, κατηγορώντας την εταιρεία ότι χρησιμοποιεί το Android, το δημοφιλές λογισμικό της, για να μπλοκάρει τον ανταγωνισμό.
Προηγήθηκε άλλο ένα πρόστιμο, ύψους 2,4 δισ., το 2017, για την παρεμπόδιση ανταγωνιστικών sites σύγκρισης αγορών.
Η Google έχει βέβαια προσφύγει δικαστικά εναντίον των δύο προηγούμενων αποφάσεων της Ε.Ε. και οφείλουμε να αναδείξουμε ότι τα ευρωπαϊκά πρόστιμα δεν έκαναν καμία σοβαρή διαφορά στα έσοδα της Alphabet -η μητρική εταιρεία της Google- που το 2018 είχε τζίρο 137 δισ. δολάρια.
Επίσης είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι η εταιρεία, με σκοπό να αποφύγει επιπλέον μπελάδες, ανακοίνωσε από τις αρχές του Ιουνίου μια σειρά αλλαγών στις υπηρεσίες που προσφέρει στην Ευρώπη.
Για πρώτη φορά οι χρήστες του Android θα έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν άλλους browsers και άλλες μηχανές αναζήτησης, ενώ όσοι κάνουν τις αγορές τους μέσω Google Shopping, θα βλέπουν στις αναζητήσεις τους και αποτελέσματα άλλων sites για αγορές.
Οι εθνικές αρχές συμμετέχουν στο κυνηγητό
Στο κυνηγητό των αμερικανικών κολοσσών συμμετέχουν όμως και οι εθνικές αρχές των ευρωπαϊκών χωρών.
Η Ελεν Ντίξον, Ιρλανδή επίτροπος Προστασίας Δεδομένων, επεξεργάζεται τουλάχιστον επτά υποθέσεις παραβίασης των ευρωπαϊκών μέτρων εναντίον της Facebook, αλλά και άλλες κατηγορίες, κατά «πολύ μεγάλων διαδικτυακών εταιρειών», όπως δήλωσε σε συνέντευξη τον Φεβρουάριο.
Η Facebook βρίσκεται στο μικροσκόπιο και της γερμανικής αρχής ανταγωνισμού, που ερευνά κατά πόσον η διαχείριση προσωπικών δεδομένων των χρηστών παραβιάζει την αντιμονοπωλιακή πολιτική.
«Γαλλικοί μπελάδες» και για την Google, καθώς η γαλλική ρυθμιστική αρχή CNIL ανέφερε ότι η μεγαλύτερη μηχανή αναζήτησης παγκοσμίως στερείται διαφάνειας και σαφήνειας στον τρόπο με τον οποίο ενημερώνει τους χρήστες για τον χειρισμό των προσωπικών δεδομένων τους, ενώ αποτυγχάνει να λαμβάνει καταλλήλως τη συγκατάθεσή τους σε προσωποποιημένες διαφημίσεις.
Ως εκ τούτου, η γαλλική αρχή για την προστασία δεδομένων επέβαλε πρόστιμο 50 εκατομμυρίων ευρώ στην Alphabet's Google για παραβίαση των κανόνων που αφορούν την προστασία των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής στο διαδίκτυο.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων.
Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.
* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» στις 21.6.2019.