Η τεράστια εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από την τουριστική βιομηχανία και η αδυναμία εναλλακτικών λύσεων ώστε να καλυφτεί μέρος της ζημιάς, είναι η κυριότερη αιτία της πλήρους αδυναμίας που παρουσιάζει το ελληνικό χρηματιστήριο. Η αγορά έχει περιέλθει σε τέλμα, και αυτό είναι ολοφάνερο, με μειωμένες συναλλαγές και αδυναμία έλκυσης νέων κεφαλαίων στο σύστημα.
Δεν είναι τυχαίο ότι το ελληνικό χρηματιστήριο βρέθηκε στην πρώτη θέση παγκοσμίως – μαζί με την Κολομβία – σε απώλειες το πρώτο 7μηνο του 2020, ενώ και όλες τις τελευταίες ημέρες δείχνει εκκωφαντική αδυναμία αντίδρασης, κινούμενο μάλιστα ερήμην των ευρωπαϊκών αγορών.
Το Χ.Α. δείχνει εντελώς απονευρωμένο, χωρίς αντανακλαστικά, ενώ ακόμη και σε καλές ημέρες για τις διεθνείς αγορές, παρουσιάζει μια… flat εικόνα αγοράς χωρίς momentum και χωρίς καταλύτες.
Βεβαίως, το περασμένο επτάμηνο ήταν μια περίοδος εξαιρετικά πυκνών εξελίξεων, με την κρίση του κορονοϊού να δεσπόζει και να αλλάζει το status quo σε οικονομίες, κοινωνίες, κατανάλωση, επιχειρηματικότητα και αγορές. Ο Γενικός Δείκτης από το υψηλό πενταετίας των 949,20 μονάδων που βρέθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2020 έπεσε στις 469,55 μονάδες στις 17 Μαρτίου, μέσα σ’ ένα πρωτοφανή πανικό ρευστοποιήσεων. Έκτοτε η αγορά καταγράφει αντίδραση περί το 28%, όμως υπολείπεται περίπου 335 μονάδες από τα υψηλά του Ιανουαρίου, ή ποσοστό άνω του 35%.
Όμως, το ελληνικό χρηματιστήριο σε καμιά περίπτωση δεν ακολούθησε το σημαντικό ράλι αντίδρασης των διεθνών αγορών που έως τον Ιούνιο είχαν υπερκεράσει το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών από το σοκ της εμφάνισης του Covid -19.
Η σεζόν φαίνεται πως είναι οριστικά χαμένη για τον ελληνικό τουρισμό που λόγω της νέας έξαρσης του κορονοϊού τόσο εντός της χώρας, όσο κυρίως στις χώρες που είναι τουριστικές αγορές για την Ελλάδα, «ψαλιδίζονται» ακόμη περισσότερο οι όποιες ελπίδες για έσοδα τουλάχιστον στο 20% έως 25% των περυσινών.
Ο τουρισμός με τη σειρά του επηρεάζει μια σειρά από δεκάδες άλλους κλάδους και «αγορές», οι οποίες ακυρώνονται εντελώς φέτος, με ό,τι συνεπάγεται αυτό και για τα κρατικά έσοδα. Παράλληλα, η αγορά δείχνει να προεξοφλεί πως η καταστροφή του τουριστικού προϊόντος, θα φέρει νέο γύρο κόκκινων δανείων στις τράπεζες και θα πολλαπλασιάσει τις επισφάλειες, σε μια συγκυρία που έως τις αρχές του 2020 – και μετά από τιτάνια προσπάθεια – είχαν υπάρξει σημάδια βελτίωσης και μικρού έστω νοικοκυρέματος.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο τραπεζικός κλάδος είναι στην κορυφή των απωλειών φέτος στο ελληνικό χρηματιστήριο αποτελώντας και το μεγάλο βαρίδι, χάνοντας 65,78% το 7μηνο. Την ίδια ώρα, ο Γενικός Δείκτης υποχώρησε σε ποσοστό 32,62%, ο FTSE 25 έχασε 35,35% της αξίας του και ο δείκτης των μεσαίας κεφαλαιοποίησης μετοχών, ο Mid Cap έκλεισε στο -31,40%.
Οι τραπεζικές μετοχές ηγήθηκαν όπως είναι φυσικό στην πρώτη στον FTSE 25, με την Alpha Bank να βρίσκεται στην κορυφή των απωλειών χάνοντας 72,9%, η Εθνική υποχώρησε κατά 63,2%, ενώ από 61,3% απώλεσαν αμφότερες οι Πειραιώς και Eurobank.
Κλάδοι όπως εστίαση, μεταφορές, διασκέδαση, τρόφιμα, ποτά, HO.RE.CA., πλήττονται καταλυτικά από την απώλεια του τουριστικού προϊόντος, ενώ ακόμη και οι τηλεπικοινωνίες, παρ’ ότι είναι στο επίκεντρο λόγω της τηλεεργασίας και των αυξημένων αναγκών σε επικοινωνία και δίκτυα, δέχονται πλήγμα λόγω της απουσίας τουριστών από τη χώρα. Αυτό άλλωστε είχε παραδεχτεί και ο επικεφαλής του ομίλου ΟΤΕ Μιχάλης Τσαμάζ πρόσφατα. Δεκάδες είναι επίσης οι εισηγμένες που επηρεάζονται από τον τουρισμό και δέχονται πλήγμα φέτος, με πιο άμεσα πληττόμενες τις Aegean Airlines και Autohellas, αλλά και τις Coca Cola HBC, Fourlis, Jumbo και όλες οι εταιρείες που συνδέονται με εμπόριο, εστίαση, διασκέδαση και τρόφιμα.
Τουρισμός: Η τεράστια ζημιά και το… ρήγμα στο ΑΕΠ
Καμιά άλλη χώρα από τα υπόλοιπα μεγάλα τουριστικά brands διεθνώς όπως Γαλλία (πρώτη δύναμη στον κόσμο με 84 εκατ. τουρίστες το 2019), Ιταλία, Ισπανία, ΗΠΑ και Γερμανία δεν έχουν τόσο τεράστια εξάρτηση – σε λόγους ΑΕΠ – από τον τουρισμό, όσο έχει η Ελλάδα. Οι λόγοι γνωστοί, σύνθετοι, και χιλιοειπωμένοι. Η αποβιομηχάνιση της χώρας επί τέσσερις συναπτές δεκαετίες αλλά και η αλλαγή του παγκόσμιου status quo στις τιμές ενέργειας, πρώτων υλών και εργασιακού κόστους, όπου πλέον χώρες του τρίτου κόσμου έχουν το πλεονέκτημα, έφερε μια ιστορική μετάλλαξη.
Το 2019 τα τουριστικά έσοδα έφτασαν στα 18,18 δισ. ευρώ, ήτοι περίπου στο 20% του ΑΕΠ της χώρας. Όμως, με βάση στοιχεία από τον ΣΕΤΕ έφτασε στα 25 δισ. ευρώ (άμεση συνεισφορά συμπεριλαμβανομένων των μεγεθών των τουριστικών εισπράξεων, της κρουαζιέρας, του εσωτερικού τουρισμού, των ιδιωτικών επενδύσεων κ.λπ.).
Αν ληφθεί υπόψη και ο πολλαπλασιαστής από 2,2 και πάνω του ΙΟΒΕ και του ΚΕΠΕ το ποσοστό αυτό ανεβαίνει στο 30% ως προς την συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ. Επίσης, στον τουρισμό απασχολούνται – στο 3ο τρίμηνο κάθε έτους – περί τους 700 χιλ. εργαζόμενους. Αυτό, αναδεικνύει και το μέγεθος της φετινής καταστροφής αυτής της βιομηχανίας, με όλες τις παράπλευρες επιπτώσεις για την κοινωνία.
Φέτος, έχοντας ξεπεράσει το μισό της σεζόν, ολοένα και περισσότεροι παράγοντες του κλάδου, βλέπουν ότι η χρονιά θα είναι εντελώς χαμένη. Αυτό επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά χθες μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ ο Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Γρηγόρης Τάσιος, κάνοντας λόγω για μια οριστικά χαμένη σεζόν και ένα καλοκαίρι που ουσιαστικά έχει τελειώσει για τον κλάδο του τουρισμού.
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε «με αριθμούς μιλώντας, συνολικά για το κλάδο, το καλοκαίρι έχει τελειώσει. Το κάθε ξενοδοχείο που άνοιξε προγραμματίζει ήδη το πότε θα κλείσει ανάλογα με την πληρότητα που έχει, ενώ υπάρχουν και ξενοδοχεία που έχουν ήδη πάρει αυτή την απόφαση και έχουν κλείσει μέσα στο καλοκαίρι».
Σε άλλη πρόσφατη συνέντευξή του, ο κ. Τάσιος είχε τονίσει πως «δεν έχει νόημα να συζητάμε για πληρότητα, η χρονιά έχει χαθεί». Εκτίμησε πως φέτος ο κλάδος θα απωλέσει περίπου 15 δισ. ευρώ (συνολικά πέρυσι ήταν 18,18 δισ. ευρώ), οπότε τα έσοδα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του προέδρου της ΠΟΞ δε θα φτάσουν ούτε τα 4 δισ. ευρώ.
Τι δείχνει ο τζίρος του Χ.Α.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, εύλογα το χρηματιστήριο προεξοφλεί δυσμενώς τις εξελίξεις, καθώς ο χειμώνας θα είναι δύσκολος για πληθώρα κλάδων, ενώ ήδη υπάρχουν τεράστιες δυσκολίες επιβίωσης τόσο σε εταιρείες εστίασης, όσο και διασκέδασης αλλά και φιλοξενίας.
Χθες, ο Γενικός Δείκτης συμπλήρωσε την 4η διαδοχική πτωτική συνεδρίαση και την 8η στις δέκα τελευταίες! Μάλιστα, χθες έκλεισε με πτώση, σε μια ημέρα που σύσσωμες οι ευρωπαϊκές αγορές έβγαλαν γενναία αντίδραση, με τον Stoxx 600 να κερδίζει 2,05%, τον DAX +2,71%, τον FTSE 100 στο +2,29%, ενώ κέρδη 1,51% και 1,42% είχαν οι αγορές Μιλάνου και Μαδρίτης αντίστοιχα.
Παράλληλα, ένα στοιχείο που προβληματίζει είναι η αδυναμία έλκυσης νέων κεφαλαίων στην αγορά, με αποτέλεσμα το Χ.Α. να καθίσταται ακόμη πιο ρηχό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που κρατάει ο υπεύθυνος ανάλυσης της Beta Χρηματιστηριακή Μάνος Χατζηδάκης, οι μέσες συναλλαγές τον Ιούλιο κατήλθαν στα 50,2 εκατ. ευρώ, με το μήνα να αποδεικνύεται ο πιο «στεγνός» από πλευράς τζίρου το 2020. Και τούτο διότι οι μέσες συναλλαγές τον Ιούνιο ήταν 67,7 εκατ. ευρώ, το Μάιο ήταν στα 70,7 εκατ. ευρώ, τον Απρίλιο ήταν στα 53,2 εκατ., το Μάρτιο στα 90,3 εκατ., το Φεβρουάριο 86,6 εκατ. ευρώ και τον Ιανουάριο ο μέσος τζίρος ήταν στα 76,9 εκατ. ευρώ.
Το momentum από την πρόσφατη ιστορική συμφωνία για το Ταμείο Ανάκαμψης «κάηκε» πολύ γρήγορα, καθώς η εμφάνιση του γεωπολιτικού ρίσκου με τις τουρκικές προκλήσεις, αλλά και η έξαρση του Covid-19 τόσο στην Ελλάδα φαίνεται πως δεν αφήνει περιθώρια αύξησης του επενδυτικού ρίσκου.