Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
«Δεν θα τολμούσαμε να προβλέψουμε το χαμηλότερο επίπεδο που μπορεί να φτάσει η τουρκική λίρα». Με αυτή τη φράση αναλυτής της αγοράς συναλλάγματος από το Λονδίνο δίνει την εικόνα χάους που επικρατεί στις αγορές που σχετίζονται με την Τουρκία (μετοχές, συνάλλαγμα, ομόλογα), στον απόηχο της άρνησης του Ερντογάν να αυξήσει τα επιτόκια για να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό.
Ολόκληρος ο πλανήτης πλέον μιλάει για τον σουλτάνο της Τουρκίας του 21ου αιώνα. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έστειλε χθες ξεκάθαρο μήνυμα στις αγορές, ότι δεν κάνει πίσω και ότι θα συνεχίσει την πολιτική που αυτός πιστεύει ότι είναι η καλύτερη για τη χώρα του και για την ανάπτυξη της οικονομίας. Όμως, όσο και αν ακούγεται ως μία εθνικά υπερήφανη στρατηγική, η κόντρα με τις αγορές και οι επιλογές του σουλτάνου βυθίζουν την τουρκική οικονομία και την οδηγούν στο γκρεμό.
Όχι γιατί δεν κάνει αυτό που απαιτούν οι «κακές» αγορές, αλλά διότι πολύ απλά ο πληθωρισμός είναι στο 15,4% και η τιμή της... πατάτας έχει εκτιναχθεί. Για του λόγου το αληθές, ένα κιλό πατάτες κοστίζει 1,25 ευρώ, τέσσερις φορές περισσότερο από πέρσι, ενώ ανάλογη αύξηση παρατηρείται και σε άλλα προϊόντα όπως τα κρεμμύδια και οι ντομάτες. Αυτό ακριβώς είναι το πραγματικό πρόβλημα της Τουρκίας. Οι αυξήσεις στις τιμές έχουν γίνει κάτι σαν καθημερινό φαινόμενο και γίνονται αισθητές παντού, από τα μεγάλα πολυκαταστήματα μέχρι τα βενζινάδικα.
Την ίδια ώρα, αναλυτές εκτιμούν πως αν ο Ερντογάν συνεχίσει στον ίδιο δρόμο τότε η τουρκική οικονομία από ανάπτυξη 7,4% το 2017 θα πέσει σε ύφεση προς το τέλος του έτους και η τουρκική λίρα μπορεί να χάσει έως και 10% έναντι του δολαρίου. Σε ένα τέτοιο σενάριο, ο Ερντογάν θα αναγκαστεί να ζητήσει βοήθεια από το εξωτερικό και αν όχι από το ΔΝΤ, τότε θα φανεί τι πραγματικά έχει κατά νου, εκτός από το να μιμηθεί τον καλό του φίλο Νικολάς Μαδούρο. Θα φανεί, επίσης, αν τα «αδέρφια» του Πούτιν και Μαδούρο σπεύσουν να βοηθήσουν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι προχθές το ΔΝΤ προέβλεψε ότι ο πληθωρισμός στη Βενεζουέλα θα φτάσει στο 1.000.000% στο τέλος του 2018, που συνεπάγεται ότι οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό κατά 58% που προχώρησε τον περασμένο Μάρτιο ο Μαδούρο είναι μάλλον ψίχουλα. Για να μην φτάσει ο Ερντογάν στο ίδιο αδιέξοδο του υπερπληθωρισμού πρέπει να αλλάξει κατεύθυνση, κάτι που σήμερα δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Οι Τούρκοι πολίτες διαμαρτύρονται και ζητούν από τον σουλτάνο να κάνει κάτι. Εκείνος συνεχίζει να συγκεντρώνει εξουσίες και να κατηγορεί τη Δύση.
Επίσης, η οικονομία πνίγεται από το τεράστιο κόστος για τις επιχειρήσεις που έχουν δάνεια σε ξένο νόμισμα, αφού η τουρκική λίρα παραμένει «κολλημένη» κοντά στις 4,9 λίρες ανά δολάριο. Δεκάδες δισεκατομμύρια δανείων πρέπει να αναδιαρθρωθούν ενώ αν η λίρα ξεπεράσει το 5% εκφράζονται φόβοι για ντόμινο «λουκέτων» και οικονομικό χάος.
Είναι τέτοια η ανησυχία των αγορών που ορισμένοι κάνουν τους πρώτους υπολογισμούς μίας γενικευμένης κατάρρευσης. Για παράδειγμα, η ABN Amro τοποθετεί την συνολική έκθεση των παγκόσμιων τραπεζών στην Τουρκία σε 225 δισ. δολάρια, με την ισπανική BBVA να θεωρείται η τράπεζα με τη μεγαλύτερη έκθεση.
Αυτό που ζητούσαν οι αγορές ήταν να μην περιοριστεί η ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας (CBRT) και να επιλεγεί για το υπουργείο Οικονομικών ένας άνθρωπος που θα εφαρμόσει ορθόδοξες πολιτικές για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της οικονομίας. Προέβλεπαν, μάλιστα, αύξηση των επιτοκίων κατά 100 μονάδες βάσης χθες. Ο Ερντογάν έκανε και στα δύο αυτό που ήθελε ο ίδιος και αυτό που δεν ήθελαν οι αγορές. Συνεχίζει να συγκρατεί τα επιτόκια ενώ ο πληθωρισμός καλπάζει ενώ στο υπουργείο Οικονομικών τοποθέτησε τον γαμπρό του.
Η οικονομική κατάσταση στην Τουρκία είναι η χειρότερη τουλάχιστον της τελευταίας δεκαετίας. Η αξιολόγηση του τουρκικού δημοσίου είναι ίδια με της Γουατεμάλας και το κόστος δανεισμού της χώρας ανήλθε χθες στο 17,5%. Το λαμπρό μέλλον που υπόσχεται ολ Ερντογάν δεν μπορεί να διασφαλιστεί με το να ιδρύσει τον δικό του οίκο αξιολόγησης, ούτε μέσω της καταπολέμησης του πληθωρισμού με χαμηλά επιτόκια.
Ο σουλτάνος ελέγχει εδώ και χρόνια την κεντρική τράπεζα. Αν δεν την έλεγχε θα είχαν αυξηθεί τα επιτόκια όταν έπρεπε και ίσως η κατάσταση ήταν αναστρέψιμη. Πως μπορεί, λοιπόν, ο γαμπρός του Ερντογάν, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, να δώσει λύσεις όταν οι μοναδικές πολιτικές που τους επιτρέπεται να εφαρμόσει είναι αυτές που εγκρίνει ο Ερντογάν;