Η κυβέρνηση γνωρίζει σε βάθος το τεράστιο πρόβλημα από την απουσία ρύθμισης στον διαδικτυακό «τζόγο», τις καταγγελίες για εκτεταμένη απώλεια εσόδων και τις δικαστικές έρευνες για φοροδιαφυγή. Εξακολουθεί, όμως να κρύβει το κεφάλι της στην άμμο και να ευνοεί με την θεσμική της αδράνειά και τις φορολογικές αποφάσεις της, κυρίως τις on line εταιρείες που λειτουργούν ακόμη με προσωρινές άδειες.
Η κλιμακωτή φορολόγηση των μικτών κερδών των εταιρειών τυχερών παιχνιδιών από 30% έως 35% που προβλέπεται στο πολυνομοσχέδιο της αξιολόγησης, είναι μια ενδεικτική περίπτωση φορολογικής εύνοιας υπέρ των επιχειρήσεων που λειτουργούν ακόμη σε «ημι-νόμιμο» καθεστώς και δηλώνουν κατά βούληση τα κέρδη τους, ενώ την ίδια στιγμή στην πράξη επιβάλει πολύ υψηλότερη φορολογία στον ΟΠΑΠ.
Με βάση την εν λόγω απόφαση που τροποποίησε τελικά το αρχικό σχέδιο για ενιαία φορολόγηση 35% θα φορολογούνται κλιμακωτά:
-με 30% τα μικτά κέρδη μέχρι 100 εκατ. ευρώ
-με 32,5% το τμήμα κερδών μεταξύ 100 έως 200 εκατ. ευρώ
-και με 35% το τμήμα από 200 εκατ. ευρώ και πάνω.
Όσο μεγαλύτερη είναι δηλαδή η κερδοφορία του παρόχου, τόσο βαρύτερη θα είναι και η φορολογία με τις νέες διατάξεις καθώς παύουν να ισχύουν ενιαίοι συντελεστές. Στην ουσία όλο αυτό μοιάζει με μια προσπάθεια επιβράβευσης των εταιρειών που δεν διαθέτουν ούτε προσωπικό και φυσικές υποδομές, παρά μόνο παρουσία στο διαδίκτυο.
Για λόγους που δεν είναι κατανοητοί, η αγορά του διαδικτυακού τζόγου συνεχίζει επί μακρόν να τελεί υπό «μεταβατικό καθεστώς» και να αποφεύγεται η ρύθμισή της. ο έλεγχος και η αδειοδότηση των εταιρειών που δραστηριοποιούνται, παραμένει σε διαρκή εκκρεμότητα από το 2011 γεγονός που έρχεται σε πλήρη αντιδιαστολή με τις κατά καιρούς φιλόδοξες εξαγγελίες των αρμόδιων κυβερνητικών παραγόντων ότι η ρύθμιση τους είναι αναγκαία. Παλαιότερη έρευνα της Επιτροπής Ελέγχου και Εποπτείας Παιγνίων υποστήριζε πως κάποιες από τις εταιρείες που εντάχθηκαν στο μεταβατικό καθεστώς απέκτησαν άδεια σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα, άλλες εντάχθηκαν χρησιμοποιώντας άδεια άλλων εταιρειών, άλλες δεν ήταν καν εγκατεστημένες στην ΕΕ, όπως απαιτείτο, ενώ οι τζίροι που δηλώθηκαν από ορισμένες εταιρείες δεν ανταποκρίνονταν στην εκτιμώμενη αγορά διαδικτυακών τυχερών παιγνίων.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Τρ. Αλεξιάδης είχε προβεί στις αρχές της φετινής χρονιάς, σε ιδιαίτερα σκληρές παρατηρήσεις για τις εταιρείες τυχερών παιχνιδιών του διαδικτύου, επισημαίνοντας ότι «έχουμε διαδικτυακό τζόγο στην Ελλάδα που παρέχεται από εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε off shore δικαιοδοσίες, όπως η Νήσος του Μαν και οι Ολλανδικές Αντίλλες, και υπάρχουν ευθύνες για αυτούς που νομοθέτησαν αυτά τα πράγματα στην Ελλάδα. Έχουμε σύναψη συμφωνιών με άλλες εταιρείες στην Ελλάδα προκειμένου να δραστηριοποιούνται στη χώρα μας μέσω των ιστοσελίδων τους. Έχουμε λήξη της ισχύος της νόμιμης άδειάς τους κατά τον χρόνο υπαγωγής τους στο μεταβατικό καθεστώς και γενικά χρησιμοποιούν άδειες που δεν έχουν εκδοθεί από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού χώρου. Τέλος, δεν κατέχουν άμεσα άδεια, αλλά χρησιμοποιούν άδεια που διαθέτει άλλη, συνδεδεμένη εταιρεία».
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών είχε επίσης παραδεχθεί ότι τα έσοδα από τη φορολόγηση των 24 εταιρειών είναι πενιχρά καθώς με στοιχεία 2014 οι εταιρείες είχαν πληρώσει αθροιστικά φόρους 27.000 επί των κερδών που δήλωσαν καθώς έχουν τις έδρες τους εκτός Ελλάδος και φορολογούνται κατά δήλωσή τους αφού ο server με τα πλήρη στοιχεία των παικτών και των συναλλαγών είναι στο εξωτερικό.
Μέχρι σήμερα η ρύθμιση της αγοράς παραμένει στον αέρα και αν κάτι προκαλεί μεγαλύτερη εντύπωση είναι το γεγονός ότι η κατάσταση αυτή συνεχίζεται ενόσω διενεργείται ήδη διπλή δικαστική έρευνα σε Ελλάδα και Κύπρο για φοροδιαφυγή μαμούθ πάνω από 35 εκατ. ευρώ μέσω στοιχηματικών εταιριών.
Οι Ελληνες οικονομικοί εισαγγελείς έχουν ήδη προχωρήσει, σύμφωνα με πληροφορίες, στην εντολή έρευνας προς την Υπηρεσία Ελέγχου Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (ΥΕΔΔΕ) για δυο αδικήματα, αυτά της καταγγελλόμενης φοροδιαφυγής 35 εκατομμυρίων και του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.
Σε καταγγελίες έχει προβεί και ο ΟΠΑΠ κατά των περισσότερων ιντερνετικών εταιρειών τυχερών παιχνιδιών, επιχειρώντας να προασπίσει τη συμφωνία με το ελληνικό δημόσιο που προβλέπει το αποκλειστικό δικαίωμα της εταιρείες να προσφέρει 13 παιχνίδια μέσω επίγειων υπηρεσιών (πρακτορεία) και συνολικά 12 μέσω διαδικτύου ως το 2030. Συμπεριλαμβανομένων των αδειών αυτών που κόστισαν 695 εκατ. ευρώ ο ΟΠΑΠ έχει πληρώσει άλλα 560 εκατ. ευρώ για να αποκτήσει 10ετή άδεια VLT's που του παρέχει αποκλειστικό δικαίωμα να προσφέρει επίγειες ή διαδικτυακές υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών τύπου καζίνο με γεννήτρια παραγωγής τυχαίων αριθμών.