Η μεγάλη εκδίκηση των PIGS
Shutterstock
Shutterstock

Η μεγάλη εκδίκηση των PIGS

Ήταν οι αδύναμοι κρίκοι και ταυτόχρονα οι πρωταγωνιστές της κρίσης χρέους που βίωσε η Ευρωζώνη την περασμένη δεκαετία. Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία, βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα, απειλήθηκαν ακόμη και με… αποβολή από τη ζώνη του ευρώ (κυρίως η Ελλάδα) και γενικότερα αντιμετωπίστηκαν ως μαύρα πρόβατα και οι «τεμπέληδες» της Ευρώπης.

Σήμερα, τα πράγματα έχουν αλλάξει κατά πολύ και η ζωή, ήτοι ο οικονομικός κύκλος και οι συγκυρίες, τα έφερε έτσι που οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου κρατούν ψηλά τη σημαία της ανάπτυξης, ξεχωρίζουν για τις οικονομικές τους επιδόσεις (εξαίρεση η Ιταλία) και τα ομόλογά τους γίνονται ανάρπαστα.

Κυρίως η Πορτογαλία και η Ελλάδα είναι οι χώρες-μέλη που από αποδιοπομπαίοι τράγοι, αναφέρονται πλέον πολλές φορές από διεθνή μέσα, πολιτικούς και αναλυτές, ως παραδείγματα… μεταρρυθμιστικού ζήλου, που πρέπει να ακολουθήσουν τα βαριά ονόματα της Ευρωζώνης.

Την ίδια ώρα, οι «σκληροί» της Ευρώπης που ζητούσαν την παραδειγματική τιμωρία των PIGS, όπως η Γερμανία, η Αυστρία, η Φινλανδία, η Ολλανδία και το Βέλγιο, παλεύουν μεταξύ ύφεσης και αναιμικής ανάπτυξης. Με βάση τις προβλέψεις της Κομισιόν, Γερμανία και Αυστρία θα ολοκληρώσουν με ύφεση το 2023, με τη Φινλανδία να αναπτύσσεται με 0,1% και την Ολλανδία με 0,6%.

Το κλίμα έχει αλλάξει άρδην για τον Νότο και αυτό φαίνεται παντού, στα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου, στις εκθέσεις των επενδυτικών οίκων και των οίκων αξιολόγησης, στις τοποθετήσεις των ειδικών, ακόμη και στις δηλώσεις των πολιτικών. Όπως πολύ εύστοχα έγραψε και ο Economist, οι χώρες που παλιά αποκαλούνταν σκωπτικά PIGS, σήμερα πετούν, όταν οι χώρες του Βορρά προσγειώνονται ανώμαλα.

Μέχρι και η γερμανική Bild προέτρεψε πρόσφατα τη γερμανική κυβέρνηση να πουλήσει γερμανικά νησιά για να κλείσει την τρύπα του Προϋπολογισμού, τονίζοντας ότι η Γερμανία πρέπει να κάνει το ίδιο με αυτό που κακώς ζητούσε από την Ελλάδα όταν χρεοκόπησε το 2010.

Οι επενδυτές δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στις χώρες του Νότου, αγοράζοντας μετά μανίας τα ομόλογα της περιφέρειας, με τα ελληνικά να είναι αυτά που ξεχωρίζουν. Το spread του ελληνικού 10ετούς με το αντίστοιχο γερμανικό, έχει υποχωρήσει έως τις 101 μονάδες βάσης που είναι επίπεδο πολύ κοντά στο χαμηλότερό που έχει καταγραφεί από την κρίση χρέους. Να πούμε σε αυτό το σημείο ότι το χαμηλό από την κρίση χρέους ήταν οι 96 μονάδες βάσης στα μέσα του 2021 όταν τα ελληνικά ομόλογα απολάμβαναν για πρώτη φορά τις επιπτώσεις του μπαζούκα (QE) της ΕΚΤ.

Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς έχει κατρακυλήσει στο 3%, όταν του αντίστοιχου ομολόγου της Ιταλίας είναι στο 3,6%, της Ισπανίας στο 2,92%, της Πορτογαλίας στο 2,68% και της Γερμανίας στο 1,97%. Η σύγκλιση των αποδόσεων (ή αν θέλετε η μείωση του spread) είναι εμφανής. Το spread με τα γερμανικά ομόλογα διαμορφωνόταν στις 150 μονάδες βάσης στις αρχές Οκτωβρίου 2023, στις 200 μ.β.τον Μάρτιο του 2023 και στις 270 μ.β. τον Μάιο του 2022.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, το ελληνικό 10ετές είναι πιθανό να φτάσει σύντομα το ισπανικό, αντανακλώντας τις εξαιρετικές επιδόσεις αλλά και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Πορτογαλία, η χώρα που βγήκε πιο γρήγορα από όλες από το μνημόνιο και επέστρεψε δυναμικά, εμφανίζει σήμερα χαμηλότερο κόστος δανεισμού από την Ισπανία και πλησιάζει τη Γαλλία, της οποίας η απόδοση του 10ετούς είναι στο 2,48%.

Η παραίτηση του σοσιαλιστή πρωθυπουργού Αντόνιο Κόστα δεν προβληματίζει, καθώς σύμφωνα με την Capital Economics δεν σηματοδοτεί το τέλος της εντυπωσιακής περιόδου μείωσης του δημοσίου χρέους. Ο οίκος εκτιμά ότι η επόμενη κυβέρνηση θα εφαρμόσει δημοσιονομική πολιτική σύνεσης και θα ωφεληθεί από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Για τη δημοσιονομική σύνεση επικροτείται και η ελληνική κυβέρνηση, ενώ σε συνδυασμό με την ισχυρή ανάκαμψη, η μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ προβλέπεται να συνεχιστεί με αμείωτο ρυθμό με αποτέλεσμα σε λίγα χρόνια η Ελλάδα να εμφανίζει χαμηλότερο χρέος από την Ιταλία.

Η Ιταλία αποτελεί μία ξεχωριστή περίπτωση. Βρίσκεται εδώ και πολλά χρόνια σε οικονομικό τέλμα και κάθε προσπάθεια μεταρρύθμισης και εκσυγχρονισμού καταλήγει στο κενό. Από το 2000 έως την πανδημία, η ιταλική οικονομία έχει αναπτυχθεί μόλις μία φορά με ρυθμό 2%, ενώ έξι φορές έχει εμφανίσει μηδενική ανάπτυξη ή ύφεση. Γι’ αυτό το λόγο σήμερα η Ιταλία αντιμετωπίζει το υψηλότερο κόστος δανεισμού στην Ευρωζώνη.