Ορισμένες από τις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου αναμένουν ότι η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη θα υποχωρήσει περαιτέρω το 2024, πιεζόμενη από τα αυξημένα επιτόκια, τις υψηλότερες τιμές της ενέργειας και την επιβράδυνση των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.
Πλησιάζοντας προς το τέλος του έτους και καθώς οι μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι χαρτογραφούν το τοπίο για το 2024, αναμένουν ένα ολοένα και πιο γεμάτο γεωπολιτικό σκηνικό, επιδεινώνοντας την αβεβαιότητα και την αστάθεια της αγοράς.
Η παγκόσμια οικονομία προβλέπεται να αναπτυχθεί κατά 2,9% φέτος, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Reuters, με την ανάπτυξη του επόμενου έτους να εκτιμάται ότι θα επιβραδυνθεί στο 2,6%.
Οι περισσότεροι οικονομολόγοι αναμένουν ότι η παγκόσμια οικονομία θα αποφύγει την ύφεση, αλλά έχουν επισημάνει πιθανότητες "ήπιας ύφεσης" στην Ευρώπη και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Μια ήπια προσγείωση για τις Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθεί να προβλέπεται, αν και η αβεβαιότητα γύρω από την πορεία σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ θολώνει τις προοπτικές.
Η ανάπτυξη της Κίνας θεωρείται εξασθενημένη, γεγονός που επιδεινώνεται από τις εταιρείες που αναζητούν εναλλακτικούς προορισμούς παραγωγής με χαμηλό κόστος.
Ακολουθούν οι προβλέψεις των Goldman Sachs, Morgan Stanley, UBS, Barclays, J.P.Morgan, HSBC:
EKT: Οι προοπτικές χρηματοπιστωτικής σταθερότητας παραμένουν εύθραυστες
Οι προοπτικές για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ παραμένουν εύθραυστες, καθώς οι αυστηρότερες χρηματοπιστωτικές συνθήκες μεταδίδονται όλο και περισσότερο στην πραγματική οικονομία σε ένα περιβάλλον αδύναμης ανάπτυξης, υψηλού πληθωρισμού και αυξημένων γεωπολιτικών εντάσεων, αναφέρει η Επισκόπηση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας του Νοεμβρίου 2023, η οποία δημοσιεύθηκε σήμερα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
«Οι ασθενείς οικονομικές προοπτικές, σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις του υψηλού πληθωρισμού, πιέζουν την δυνατότητα των ανθρώπων, των επιχειρήσεων και των κυβερνήσεων να εξυπηρετήσουν το χρέος τους», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Luis de Guindos. «Είναι κρίσιμο να παραμείνουν σε επιφυλακή, καθώς η οικονομία μεταβαίνει σε ένα περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων, σε συνδυασμό με αυξανόμενες αβεβαιότητες και γεωπολιτικές εντάσεις».
Τόσο ο χρηματοοικονομικός όσο και ο μη χρηματοοικονομικός τομέας θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν προκλήσεις στο μέλλον, καθώς οι επιπτώσεις από τη σύσφιγξη των χρηματοοικονομικών και πιστωτικών συνθηκών δεν έχουν φανεί ακόμα πλήρως.
Καθώς το κόστος δανεισμού αυξάνεται, οι επιπτώσεις είναι εμφανείς σε κάποιους τομείς, όπως στην αγορά του real estate, όπου η ΕΚΤ εντοπίζει το πρόβλημα για την αγορά κατοικιών στην αύξηση του κόστους των στεγαστικών και για την αγορά εμπορικών ακινήτων στη δομικά χαμηλότερη ζήτηση για γραφεία και καταστήματα μετά την πανδημία.
Υπενθυμίζεται ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) αναμένει ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί στο 2,9% το 2024, εν μέσω διευρυνόμενης απόκλισης μεταξύ των περιοχών, προβλέπεται ισχυρότερη ανάπτυξη στις ΗΠΑ και στις μεγάλες αναδυόμενες αγορές, ενώ η Κίνα και η Ευρωζώνη αναμένεται να επιβραδυνθούν.