Του Γιώργου Φιντικάκη
Ταχύτερες πωλήσεις κόκκινων δανείων σε funds, «μαχαίρι» στα έξοδα, αλλαγή κουλτούρας και μετάβαση από τις παραδοσιακές τραπεζικές εργασίας στην ψηφιακή εποχή. Τα τρία αυτά δύσκολα στοιχήματα καλούνται να κερδίσουν το προσεχές διάστημα οι τέσσερις συστημικές τράπεζες.
Στο μέτωπο των τιτλοποιήσεων κόκκινων δανείων, αυτές υπολογίζονται σε πάνω από 19 δισ ευρώ την προσεχή διετία, ανεβάζοντας το σύνολο των δανείων που έχουν ήδη αλλάξουν χέρια, μαζί με αυτά που πρόκειται να μεταβιβαστούν σε ξένα funds σε περίπου 40 δισ. ευρώ.
Το στοίχημα είναι φιλόδοξο, στο παιχνίδι έχουν μπει και τα στεγαστικά, εκτός από καταναλωτικά, κάρτες, και μικρά ή μεσαία επιχειρηματικά, ενώ ο συνολικός όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που θα αναλάβουν οι εταιρείες διαχείρισης τους επόμενους μήνες αναμένεται να αυξηθεί γεωμετρικά, ενόψει των κινήσεων για την πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση των NPEs.
Το δεύτερο στοίχημα αφορά στο “λίπος” που έχουν ακόμη να κάψουν οι τράπεζες. Οι προβολείς τους στρέφονται ολοένα και περισσότερο στην περαιτέρω μείωση του λειτουργικού τους κόστους, σε ακόμη πιο βαθύ "μαχαίρι" στα έξοδα, πίεση που δεν έρχεται μόνο από τους μετόχους τους, αλλά και από τον SSM και την ίδια την κυβέρνηση, καθώς το ζητούμενο είναι η πλήρης ανάκαμψη του τραπεζικού συστήματος για τη χρηματοδότηση της οικονομίας.
Στη λογική αυτή, πέρα από τις κινήσεις σε επίπεδο μείωσης δικτύου και προσωπικού, αναμένεται να ενταθούν οι κινήσεις για ψηφιοποίηση των εργασιών τους, και μετάβαση σε μια εποχή όπου τα πάντα αλλάζουν. Εταιρείες, μη τραπεζικές, εισβάλλουν από παντού προσφέροντας παραδοσιακές τραπεζικές εργασίες : νέες ψηφιακές πλατφόρμες, υπηρεσίες e-banking, ασφάλεια συναλλαγών, εναλλακτικά νομίσματα.
Κοινός τόπος είναι ότι ο ελληνικός τραπεζικός τομέας επείγει να μετασχηματιστεί, να αυτοματοποιηθεί, για να μην χάσει το τρένο της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, όπως προκύπτει και από την χθεσινή εκδήλωση της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών και του βρετανικού ινστιτούτου ορκωτών ελεγκτών ICAEW, που έγινε με την υποστήριξη της PwC Ελλάδας.
"Τράπεζες που πριν δέκα χρόνια θεωρούνταν πολύ μεγάλες για να αποτύχουν, σήμερα ίσως είναι πολύ μικρές για να πετύχουν. Παρόλα αυτά, η μεγαλύτερη απειλή προέρχεται από το επιχειρηματικό μας μοντέλο και από το πώς αντιλαμβανόμαστε ακόμα με παραδοσιακούς όρους την έννοια και την αξία μιας τράπεζας, χρειάζεται αλλαγή κουλτούρας", ανέφερε μεταξύ άλλων ο Κ. Μιχαηλίδης, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας.
Τον τόνο στην προσπάθεια των αλλαγών δίνει ασφαλώς η "επιχείρηση" μείωσης του βουνού των κόκκινων δανείων. Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ότι την τελευταία διετία έχουν πουληθεί σε funds κόκκινα δάνεια ύψους 17,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 10 δισ. καταναλωτικά, δηλαδή οφειλές χωρίς εξασφαλίσεις, 5 δισ. επιχειρηματικά, η πλειοψηφία των οποίων φέρει εξασφαλίσεις σε ακίνητα, 2 δισ. επαγγελματικά, και μόλις 361 εκατ ευρώ στεγαστικά, ποσό που φυσικά θα αυξηθεί ενόψει των τιτλοποιήσεων που δρομολογούν οι τράπεζες ως τα τέλη του 2019 και το 2020.
Στις παραπάνω προσπάθειες συμβάλει αναμφίβολα η ανάκαμψη της οικονομίας. Στην ταυτόχρονη διευθέτηση των προβλημάτων του παρελθόντος, και την προετοιμασία για το μέλλον, εκτιμώντας μάλιστα ότι η ανάκαμψη του τραπεζικού συστήματος μπορεί να είναι πιο γρήγορη από ό,τι αναμενόταν, εστίασε ο Χρ. Μεγάλου, Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι απαιτούνται ακόμη πιο γρήγορες και αποτελεσματικές κινήσεις, κυρίως στην μείωση δαπανών, όπου και θα στραφούν το επόμενο διάστημα οι προβολείς του τραπεζικού συστήματος. Είναι οι πιέσεις για μεγαλύτερη συγκράτηση στα λειτουργικά κόστη, που επιβάλει ο μετασχηματισμός των τραπεζών και η προσαρμογή τους στις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις.
Στην ετοιμότητα της τράπεζας απέναντι στις νέες προκλήσεις, με ανασχεδιασμό των λειτουργιών της μέσα και από ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ψηφιακού μετασχηματισμού, αναφέρθηκε ο Γενικός Διευθυντής - CFO της Alpha Bank Λ. Παπαγαρυφάλλου. Σε φάση μετασχηματισμού βρίσκεται και η Εθνική, μέσα από ένα πρόγραμμα που συνδυάζει τις δυνατότητες που προσφέρουν η τεχνολογία, τα analytics, και η εμπειρία της, όπως είπε ο Ερν. Παναγιώτου Γενικός Διευθυντής Μετασχηματισμού & Επιχειρησιακής Στρατηγικής.
Στο σύνολό του το τραπεζικό σύστημα συμφωνεί ότι κεντρικές προτεραιότητες δεν μπορεί παρά να είναι η χρηματοδότηση δυναμικών κλάδων που μπορούν να στηρίξουν την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και η αξιοποίηση ευκαιριών μέσω της σύγχρονης, ανοικτής τραπεζικής και του διαρκούς ψηφιακού μετασχηματισμού, όπως ανέφερε ο Κ. Βασιλείου, Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank.
Τα στοιχήματα ωστόσο είναι δύσκολα. Στα προγράμματα εθελουσίας που έγιναν, προστίθενται και νέα, οι πιέσεις για μείωση των δαπανών συνεχίζονται, οι δανειοδοτήσεις αρχίζουν να κινούνται, αλλά παραμένουν περιορισμένες, ενώ η χρηματοοικονομική καινοτομία (financial technology), η fintech, σαρώνει τα πάντα, μεταβάλλοντας δραστικά τη δομή λειτουργίας των τραπεζών.
Τα στρατηγικά ερωτήματα που πρέπει να τεθούν είναι πως θα καταφέρουν οι τράπεζες να απαντήσουν στις προκλήσεις του παρελθόντος, και ταυτόχρονα να καινοτομήσουν με γρήγορους ρυθμούς, και να βελτιώσουν τα τεχνολογικά μέσα, συνδυάζοντας την ανθρώπινη και τεχνητή νοημοσύνη για την παροχή ακόμη καλύτερων λύσεων προς τους πελάτες τους, σύμφωνα με τον Andrew Ratcliffe από το βρετανικό ινστιτούτο ελεγκτών ICAEW.
Η τεχνολογία αλλάζει το προφίλ των τραπεζών όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά πανευρωπαϊκά. Παντού τα τραπεζικά δίκτυα συρρικνώνονται, μετασχηματίζονται. Ναι μεν στην Ελλάδα, οι μειώσεις καταστημάτων και προσωπικού έχουν συνδυασθεί με τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν οι τράπεζες μετά τις ανακεφαλαιοποιήσεις του 2015, και τις αρνητικές επιπτώσεις από τον τεράστιο όγκο των NPLs, ωστόσο κάτι παρόμοιο συμβαίνει σχεδόν παντού στην Ευρώπη.
Είναι νομοτελειακή και επιταχυνόμενη μια συρρίκνωση των τραπεζών, όπως τις ξέραμε, απόρροια αφενός της τεχνολογικής επανάστασης, αφετέρου της ανάγκης για κερδοφορία σε ένα κόσμο μηδενικών επιτοκίων.