Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Ή τώρα ή ποτέ. Οι αγορές επισπεύδουν τις εξελίξεις για τις τράπεζες και ακυρώνουν τους αρχικούς στόχους που θα μείωναν τα «κόκκινα» δάνεια κατά 40 δισ. ευρώ έως το 2021. Με την κυβέρνηση να… σφυρίζει αδιάφορα για τις τράπεζες, με αποτέλεσμα ο τραπεζικός δείκτης να έχει χάσει περίπου το 50% της αξίας του σε ένα χρόνο (34%-72% ανάλογα την τράπεζα), το σύστημα προσπαθεί να βρει ισορροπία πριν είναι πολύ αργά για όλους.
Πλέον, ο στόχος μείωσης τοποθετείται άνω των 70 δισ. ευρώ, ενώ πριν λίγες ημέρες η Morgan Stanley εκτίμησε ότι ο κεφαλαιακός «λογαριασμός» για να ολοκληρωθεί το… μεγάλο ξεκαθάρισμα με μείωση κατά 78,3 δισ. ευρώ μέσα στο 2019, διαμορφώνεται στα 11 δισ. ευρώ. Μέτοχοι, διοικήσεις και αρμόδιες αρχές ετοιμάζονται να εφαρμόσουν δραστικές λύσεις μέσα στο 2019 για να κλείσει επιτέλους το κεφάλαιο των «κόκκινων» δανείων και να λειτουργήσουν οι τράπεζες ξανά ως… τράπεζες.
Και επειδή οι λύσεις που συζητούνται αυτή τη στιγμή σε Αθήνα, Φρανκφούρτη και Βρυξέλλες θέλουν σοβαρή προετοιμασία και απαιτούν μία περίοδο υλοποίησης της τάξης των 6-12 μηνών, όλα θα κριθούν μέσα στο πρώτο τρίμηνο του νέου έτους.
Μέχρι τον ερχόμενο Μάρτιο, όταν οι ελληνικές τράπεζες θα κληθούν – όπως και όλες οι τράπεζες της Ευρωζώνης – να υποβάλουν νέα σχέδια για τη μείωση των NPEs, θα ληφθούν όλες οι κρίσιμες αποφάσεις. Τα ελληνικά πλάνα θα προβλέπουν τη συρρίκνωση του όγκου των «κόκκινων» δανείων κάτω από τα 20 δισ. ευρώ ή 10% έως το 2021.
Ανώτερες τραπεζικές πηγές υποστηρίζουν ότι το καλύτερο σενάριο είναι η αξιοποίηση όλων των προτάσεων που υπάρχουν στο τραπέζι έτσι ώστε να δοθεί μία λύση που θα έχει το μικρότερο δυνατό αντίκτυπο για τους μετόχους και θα «εξυγιάνει» τις τράπεζες. Από το σχέδιο δημιουργίας μιας κεντρικής «bad bank» με επί μέρους οχήματα ειδικού σκοπού που θα αναλάβουν τα NPEs ανά κλάδο, έως τον εταιρικό μετασχηματισμό τύπου Eurobank ή την εφαρμογή μίας συνδυαστικής λύσης που θα αξιοποιεί τις προτάσεις τόσο του ΤΧΣ όσο και της ΤτΕ.
Καλά πληροφορημένες πηγές, σημειώνουν ότι όπως και να 'χει, μέσα στο 2019 θα υπάρξει λύση στο πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων που θα απαλλάσσει τον κλάδο από τα προβλήματα του κληρονόμησε από την κρίση και να ξεκαθαρίζει τη μετοχική σύνθεση των τραπεζών για τα επόμενα χρόνια. Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιος θα βάλει τα απαιτούμενα κεφάλαια.
Στόχος των μετόχων είναι να δοθεί μια και καλή απάντηση στο ερώτημα που «βασανίζει» εδώ και τρία χρόνια την αγορά και αφορά στον κίνδυνο νέας ανακεφαλαιοποίησης, ενώ οι διοικήσεις θέλουν να εξαντλήσουν την αυστηρότητά τους για να… στριμώξουν τους «στρατηγικούς κακοπληρωτές», όσους δηλαδή εκμεταλλεύονται καταστάσεις και δεν πληρώνουν ενώ μπορούν. Από την πλευρά τους, ΤτΕ και ΕΚΤ θέλουν να θωρακίσουν τον κλάδο υπό το φόβο μιας νέας κρίσης και η κυβέρνηση θα ήθελε διακαώς να πάει στις εκλογές και το θέμα των τραπεζών να έχει «διευθετηθεί».
Ο Αλέξης Τσίπρας θα επιθυμούσε να έχει ένα… τραπεζικό χαρτί να ρίξει στον προεκλογικό αγώνα, ωστόσο γνωρίζει ότι δεν έχει σημειωθεί καμία ουσιαστική εξέλιξη που να δείχνει ότι οι τράπεζες ανέκαμψαν πλήρως μετά το καταστροφικό σοκ της τραπεζικής αργίας και των capital controls.
Η παράταση της προστασίας της α' κατοικίας και του νόμου Κατσέλη θα ήταν ένας καλός άσος στο μανίκι του πρωθυπουργού, τουλάχιστον σε επικοινωνιακό επίπεδο ακόμη και για εκλογικό αιφνιδιασμό, όμως ο Μάριο Ντράγκι έχει ξεκαθαρίσει ότι θα πρέπει να εντοπιστούν οι στρατηγικοί κακοπληρωτές που κρύβονται στο νόμο και έχει αποκλείσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Έτσι, μία συνολική λύση στο θέμα των «κόκκινων» δανείων θα έδινε ένα μήνυμα στον κόσμο ότι μπορεί η κυβέρνηση να προκάλεσε το 2015 το πρωτοφανές κλείσιμο των τραπεζών και την καταστροφική τρίτη ανακεφαλαιοποίηση, όμως η ίδια κυβέρνηση έδωσε λύση, έστω καθυστερημένα. Η ζημιά θα έχει γίνει αλλά στο βωμό της προεκλογικής πόλωσης όλα είναι πιθανά.
Πέρασαν σχεδόν πέντε χρόνια από τότε οι τράπεζες κατάλαβαν ότι πρέπει να αναλάβουν άμεση δράση για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων όμως το πρόβλημα συνεχίζει να «πνίγει» τον κλάδο και να απειλεί τους μετόχους. Αγορά για την πώληση μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) δεν υπήρχε, μακροπρόθεσμες λύσεις αναδιάρθρωσης άργησαν να εφαρμοστούν και οι «μπαταχτσήδες» κατάφεραν για χρόνια (ακόμη και σήμερα) να… πίνουν στην υγειά των κορόιδων, ήτοι να «κρύβονται» στις προστατευτικές διατάξεις του νόμου εις βάρος των συνεπών δανειοληπτών.
Έτσι φτάσαμε στο σήμερα, με τις αγορές να επισπεύδουν τις εξελίξεις, καθώς η χρηματιστηριακή κατρακύλα των τραπεζών δεν αφήνει περιθώρια για νέες καθυστερήσεις. Και επειδή στον ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλουν να χρεωθούν μια νέα ανακεφαλαιοποίηση ή να θέσουν σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα εν τω μέσω προεκλογικής περιόδου, το σίγουρο είναι ότι η επόμενη κυβέρνηση θα κληθεί να… βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά.