Του Γιώργου Φιντικάκη
Η στρατηγική της κυβέρνησης να αλλάξει το κλίμα στην οικονομία μέσα από μπαράζ παροχών, επιδομάτων, αναδρομικών, προσλήψεων, δεν φαίνεται να αποδίδει καρπούς. Παρά τις προσδοκίες του Μαξίμου, η τακτική αυτή δεν φαίνεται να επιτυγχάνει το στόχο της, όπως διαπιστώνει η μηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ για τον Φεβρουάριο, που δείχνει ότι η ανταπόκριση των νοικοκυριών στις εξαγγελίες έχει εξασθενήσει.
Είναι ενδεικτικό ότι αν και η πλειονότητα των μέτρων με κοινωνικό πρόσημο έχει υλοποιηθεί ή εξαγγελθεί, εντούτοις η καταναλωτική εμπιστοσύνη στα νοικοκυριά υποχώρησε τον Φεβρουάριο, έπειτα από επτά μήνες συνεχούς ανόδου.
«Η τόνωση των προσδοκιών από έκτακτα επιδόματα και αναδρομικά που καταβλήθηκαν στο τέλος του 2018, αλλά και από τη μη περικοπή των συντάξεων, εξασθένησε», τονίζει χαρακτηριστικά η οικονομική συγκυρία του ΙΟΒΕ για το Φεβρουάριο.
Ενισχυτική των παραπάνω είναι και η διαπίστωση που ακολουθεί ότι «παρά την τρέχουσα προεκλογική περίοδο, κατά την οποία διαχρονικά βελτιώνονται οι προσδοκίες των νοικοκυριών από τις εξαγγελίες, δεν είναι εμφανής, έως τώρα, μια σημαντική ανοδική δυναμική σε τμήματα της οικονομίας φέτος, στην οποία να μπορούν να στηριχθούν οι προσδοκίες τους για αυτή».
Σαν αποτέλεσμα των παραπάνω, οι Έλληνες καταναλωτές παραμένουν οι πλέον απαισιόδοξοι στην ΕΕ, ωστόσο η απόσταση έχει κάπως μειωθεί από τους δεύτερους στη λίστα, δηλαδή τους Βούλγαρους, ίσως και επειδή προεξοφλούν ότι μια πολιτική αλλαγή θα βοηθήσει στη μείωση των φορολογικών βαρών και στην επάνοδο της χώρας στη κανονικότητα.
Το κλίμα αυτό, ενός «ξεφουσκώματος» δηλαδή των όποιων προσδοκιών μπορούσαν να συντηρήσουν οι εξαγγελίες με κοινωνικό πρόσημο, αποτυπώνεται και δημοσκοπικά. Σύμφωνα με την έρευνα της Pulse (για τον ΣΚΑΪ) η ψαλίδα με τη ΝΔ έχει φθάσει στις 11 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει μείωση των ποσοστών του σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη μέτρηση.
Στη κυβέρνηση θα συνεχίσουν αυτή την ύστατη προσπάθεια να αλλάξουν το κλίμα, με τελευταίο όπλο του σχεδιασμού του κ. Τσίπρα στην πορεία προς τις κάλπες, τις 120 δόσεις, καθώς συμπληρώνουν το παζλ των παροχών και εξαγγελιών των τελευταίων μηνών: Δηλαδή την μη περικοπή των συντάξεων, την επιστροφή των αναδρομικών στα ειδικά μισθολόγια, τη διανομή κοινωνικού μερίσματος, το νομοσχέδιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας και στην καταβολή επιδόματος ενοικίου.
Ακριβώς για να αποφευχθούν τυχόν εντάσεις στο επικείμενο Eurogroup, μετά και τις παρατηρήσεις της τελευταίας έκθεσης της Κομισιόν που ανέφερε πως η ελληνική πλευρά έχει δεσμευθεί να παγώσει τη ρύθμιση, το οικονομικό επιτελείο πρόκειται να τη φέρει μετά τις 11 Μαρτίου.
Τυχαίο δεν είναι ότι σε μια προσπάθεια να διασκεδάσει τις εντυπώσεις από την ψυχρολουσία της έκθεσης της ΕΕ, το Μαξίμου διέρρεε ότι ουδέποτε είχαν αναληφθεί δεσμεύσεις πως η ρύθμιση δεν θα ισχύσει, αλλά ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος είχε απλώς αναφέρει προς τους θεσμούς ότι θα ενημερωθούν μόλις το νομοσχέδιο λάβει την τελική μορφή του.
Το στοίχημα του ομολόγου αποτελεί ένα ακόμη από τα μέτωπα στα οποία επενδύει το Μαξίμου προκειμένου να υποστηρίξει το αφήγημα ότι η ελληνική οικονομία ανακτά την εμπιστοσύνη των αγορών.
Τα νοικοκυριά ωστόσο είναι αυτά που ψηφίζουν, όχι οι αγορές. Και οι προσδοκίες των πρώτων μαρτυρούν σημάδια κόπωσης, σύμφωνα με την μηνιαία οικονομική συγκυρία του ΙΟΒΕ. Οι εκτιμήσεις τους για την οικονομική τους κατάσταση τους προσεχείς 12 μήνες παραμένουν αμετάβλητες, με το 51% να αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση, και μόλις το 5% να προβλέπει μικρή βελτίωση.
Επιδείνωση επίσης μαρτυρούν οι προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας το προσεχές 12μηνο. Το 48% των καταναλωτών προβλέπει ελαφρά ή αισθητή χειροτέρευση, έναντι του 17% το οποίο αναμένει σταθερότητα.
Σαν αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, έχει ανακοπεί η ανοδική τάση των προηγούμενων μηνών όσον αφορά τη πρόθεση για μείζονες αγορές
Δηλαδή τα σχέδια για υψηλού κόστους αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) εξασθένησε έντονα τον Φεβρουάριο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -41,5 (από -26,9) μονάδες. Το 55% των καταναλωτών προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 5% αναμένει το αντίθετο. Οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -13,6 μονάδες στην ΕΕ και στις -15,4 μονάδες στην Ευρωζώνη.
Στα ίδια επίπεδα παραμένει η πρόθεση για αποταμίευση, με το 84% των νοικοκυριών να μην θεωρεί καθόλου πιθανή στο επόμενο 12μηνο, ενώ αύξηση καταγράφει ο δείκτης πρόβλεψης για την εξέλιξη της ανεργίας. Το ποσοστό των νοικοκυριών που προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας διαμορφώθηκε στο 45%, με το 21% των ερωτηθέντων να αναμένει ελαφρά μείωσή της.