Πολύ θετικά μηνύματα χαρακτήρισαν την επίσκεψη κλιμακίου της JP Morgan στην Ελλάδα και τα αποτελέσματα της επίσκεψης που αποκόμισε μεταφέρονται στην τελευταία έκθεσή της και στον χαρακτηριστικό «ηλιόλουστο» τίτλο, για τα μακροοικονομικά που στηρίζουν την ανάπτυξη και τα εταιρικά κέρδη τραπεζών και εταιριών.
Οι αναλυτές του οίκου βλέπουν περιθώρια ανόδου 20% στις μετοχές του τραπεζικού κλάδου, επίσης συστήνουν αυξημένες θέσεις σε όλες, ενώ ξεχωρίζουν τις Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς. Οι αναλυτές προβλέπουν συνέχιση και επέκταση της κερδοφορίας -απόδοσης κεφαλαίων (ROTE), «λόγω της ευνοϊκής δυναμικής των περιθωρίων κέρδους, της ανθεκτικής πιστωτικής ζήτησης, καθώς και της σταθερής ποιότητας του ενεργητικού». Προβλέπουν επίσης επιστροφή των μερισμάτων.
Σύμφωνα με την έκθεση της JP Morgan «διαισθανθήκαμε ένα υπέρ το δέον θετικό μήνυμα για τη δυναμική των καθαρών εσόδων από τόκους (NII) και τώρα βλέπουμε περαιτέρω ανοδικές εκτιμήσεις της αγοράς (consensus), που μπορεί να προκαλέσουν σημαντική άνοδο στα κέρδη του δευτέρου τριμήνου».
Σημειώνεται ότι η τιμή -στόχος της JP Morgan, είναι στα 2 ευρώ για την Alpha Bank και στα 3,9 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς. Επίσης οι αναλυτές του οίκου επισκέφθηκαν στην Αθήνα τις Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα, Τράπεζα Πειραιώς, Aegean Airlines, ΕΧΑΕ, ΓΕΚ Τέρνα και Τέρνα Ενεργειακή, HELLENiQ ENERGY,Mytilineos Holdings, ΟΠΑΠ και Intrum Hellas. Επίσης επισκέφθηκαν την Τράπεζα της Ελλάδος και το ΤΧΣ.
Η έκθεση αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Συναντηθήκαμε με τράπεζες, εταιρείες και εμπειρογνώμονες του κλάδου στην Αθήνα την περασμένη εβδομάδα και καταλήξαμε με τη θετική μας άποψη για τις ελληνικές τράπεζες άθικτη μεσοπρόθεσμα: Οι οικονομικοί δείκτες συνεχίζουν να σηματοδοτούν μια σχετικά ανοδική μακροοικονομική προοπτική για το 2023 και μετά, και οι τράπεζες και η επέκταση στην απόδοση των ιδίων κεφαλαίων (ROTE) πρόκειται να συνεχιστεί λόγω της ευνοϊκής δυναμικής των περιθωρίων κέρδους, της ανθεκτικής πιστωτικής ζήτησης, καθώς και της σταθερής ποιότητας του ενεργητικού.
Παρά τις συναινετικές αναβαθμίσεις στα κέρδη ανά μετοχή (EPS) κατά 46% φέτος και για το 2024 βλέπουμε ένα έντονα θετικό μήνυμα για τη δυναμική των καθαρών εσόδων από τόκους (NII) και πλέον έχουμε περαιτέρω ανοδικές εκτιμήσεις για την αγορά που μπορεί να προκαλέσουν σημαντική άνοδο στα κέρδη του 2ου τριμήνου».
Στα μακροικονομικά
«Οι μακροοικονομικές προοπτικές συνεχίζουν να βελτιώνονται: Οι οικονομολόγοι προβλέπουν αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ 2,%-3,5% το 2023 και 1,5%-2% το 2024, εμφανώς πάνω από το 0,6%-1,0% για τη ζώνη του ευρώ. Οι συμμετέχοντες στην τοπική αγορά τόνισαν ως βασική πρόκληση τη μεταρρύθμιση του μοντέλου ανάπτυξης της Ελλάδας (μετά τις καθυστερήσεις που προκλήθηκαν από την πανδημία, καθώς και την ενεργειακή κρίση), καθώς η ιδιωτική κατανάλωση παραμένει σχετικά υψηλή (69% το 2022% έναντι 53% στη ζώνη του ευρώ) και οι επενδύσεις χαμηλά (14% έναντι 23%)» σημειώνει η έκθεση.
Στην απορρόφηση κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης
«Η απορρόφηση πόρων του RRF συνεχίζεται με καλό ρυθμό και τα κονδύλια των δανείων μπορεί να αυξηθούν: Μέχρι στιγμής, έχουν εκταμιευθεί 11,1 δισ. ευρώ (από τα 30,5 δισ. ευρώ συνολικά για το 2021-2026, από τα οποία τα 17,8 δισ. ευρώ αφορούν επιχορηγήσεις και 12,7 δισ. ευρώ σε δάνεια) και η κυβέρνηση υπέβαλε αίτηση πρόσφατα για την τρίτη πληρωμή των 1,7 δισ. ευρώ, με τη συνολική ροή να φθάσει τα 12,8 δισ. ευρώ.
Επιπλέον, η κυβέρνηση επιδιώκει να αυξήσει τα κονδύλια κατά 5 δισ. επιπλέον ευρώ (πάνω από τα 12,7 δισ. ευρώ), γεγονός που υπογραμμίζει την επιτυχία του προγράμματος και σηματοδοτεί κάποια πρόσθετη ώθηση για την αύξηση των δανείων από τις τράπεζες (οι εμπορικές τράπεζες πρέπει να χρηματοδοτούν τουλάχιστον το 30% του ποσού της επένδυσης). Συνολικά, πιστεύουμε ότι η πρόοδος είναι ενθαρρυντική και ότι οι εκταμιεύσεις θα επιταχυνθούν το δεύτερο εξάμηνο», επισημαίνει η JP Morgan.
Στην πιστωτική επέκταση
Οι αναλύτές αναφέροπυν πως η δυναμική αύξησης των δανείων των τραπεζών πρόκειται να βελτιωθεί μετά από ένα σχετικά αδύναμο πρώτο εξάμηνο: «Ενώ ο ρυθμός αύξησης των δανείων ήταν σχετικά συγκρατημένος μέχρι στιγμής φέτος, κυρίως λόγω των αποπληρωμών από εταιρείες πλούσιες σε ρευστότητα, από τις συναντήσεις μας ακούσαμε ότι η δραστηριότητα έχει εκ νέου ανοδική πορεία τον Ιούνιο και κάποια περαιτέρω βελτίωση της δυναμικής αναμένεται στο δεύτερο εξάμηνο φέτος.
Τα υψηλότερα επιτόκια πιθανόν να επηρεάσουν τους αρχικούς στόχους επέκτασης των τραπεζών στο σύνολο του έτους και εντοπίσαμε ανάμεικτα μηνύματα σ’ αυτό το μέτωπο. Η Eurobank, για παράδειγμα, σημείωσε κάποια καθοδική διακύμανση για την εκτίμηση της για 2,8 δισ. ευρώ εξυπηρετούμενα δάνεια (που συνεπάγεται αύξηση 7%) για φέτος, κυρίως ως αποτέλεσμα του υψηλότερου επιτοκίου της ΕΚΤ που αναμένεται τώρα στο 4% έναντι 2,5% που έχει προβλέψει στο πλάνο της. Ωστόσο, οι παράγοντες μεσοπρόθεσμης αύξησης όλων των δανείων συνολικά παραμένουν άθικτοι και τα μηνύματα ήταν αισιόδοξα σε γενικές γραμμές με εκτίμηση ανάπτυξης 5%-7%».
Προσδοκίες ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια
Τα υψηλότερα επιτόκια και η θετική επίδραση στο περιθώριο των επιτοκίων δανείων-καταθέσεων σημαίνουν ότι τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII), είναι πιθανό να κορυφωθούν στο τρίτο ή τέταρτο τρίμηνο, υποδηλώνοντας ανοδικό κίνδυνο για τις προσδοκίες της αγοράς φέτος: οι ελληνικές τράπεζες σημείωσαν αύξηση 59% ετησίως στο πρώτο τρίμηνο, λόγω της ταχείας μετακύλισης στα επιτόκια από την πλευρά του ενεργητικού με ακόμα περιορισμένη ανατιμολόγηση των καταθέσεων, οδηγώντας το μεγαλύτερο μέρος των -έως και 46% ανοδικών εκτιμήσεων των αναλυτών- για τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) φέτος.
Επιτόκια και spreads
Η αναπροσαρμογή των δανείων πραγματοποιείται όπως προβλέπεται με μετακύλιση 70%-75%: Τα περιθώρια επιτοκίων για τα νέα εταιρικά δάνεια ( Euribor τριμήνου) έχουν συρρικνωθεί ελαφρά στο 2,6% στα τέλη Μαΐου από το 3% του 2022, αλλά σε μεγάλο βαθμό είναι σταθερά σε σύγκριση με το Δεκέμβριο και παραμένουν πολύ πάνω από τον μέσο όρο του 1,2% για την Ευρωζώνη και 1,1%-1,4%-2,% σε Ισπανία, Ιταλία και Πορτογαλία.
Η ανατιμολόγηση των δανείων γίνεται σύμφωνα με τις προβλέψεις των τραπεζών με μετακύλιση από τα επιτόκια περίπου 70%-75%. Στο μέλλον, οι τράπεζες γενικά αναμένουν κάποια ήπια μείωση του περιθωρίου κατά 10-15 μονάδες βάσης ετησίως.
Το κόστος των καταθέσεων παραμένει χαμηλό, υποστηριζόμενο από διαρθρωτικές βάσεις: Το κόστος των καταθέσεων έχει αρχίσει να αυξάνεται αλλά παραμένει πολύ κάτω από τους μέσους όρους της ζώνης του ευρώ, αντανακλώντας τα θεμελιώδη, συμπεριλαμβανομένων των πολύ χαμηλών δανείων έναντι των καταθέσεων LDR, καθώς και της δομής της αγοράς.
Για κόκκινα δάνεια και μέρισμα
«Υπάρχει κάποιος μικρός νέος σχηματισμός κόκκινων δανείων 50 έως 100 εκατ. ευρώ στο δεύτερο τρίμηνο, αλλά δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, καθώς ακούσαμε αλλά παραμένει πολύ χαμηλότερος από τις αρχικές προσδοκίες. Ως εκ τούτου, οι τράπεζες δεν ανησυχούν για το κόστος κινδύνου τους. Οι δείκτες NPE πλησιάζουν τα ευρωπαϊκά μεγέθη.
Τέλος οι τράπεζες είναι αισιόδοξες για την επανέναρξη διανομής μερισμάτων, αλλά είναι προσεκτικές στις προβλέψεις τους. Η διανομή κεφαλαίου ήταν αντικείμενο συζήτησης στις συναντήσεις, με την επιστροφή των μερισμάτων από φέτος και στη συνέχεια να αποτελεί ένα ρεαλιστικό σενάριο», καταλήγουν οι αναλυτές.