Καμίνι για την κυβέρνηση οι «κοινωνικές εκκρεμότητες» σε ΕΚΑΣ-Κοινωνικό Ταμείο και ΦΠΑ νησιών

Καμίνι για την κυβέρνηση οι «κοινωνικές εκκρεμότητες» σε ΕΚΑΣ-Κοινωνικό Ταμείο και ΦΠΑ νησιών

Του Βασίλη Γεώργα

Στη δύσκολη άσκηση να ισορροπήσει ανάμεσα στις απαιτήσεις των δανειστών για τα αναδρομικά του ΕΚΑΣ και παράλληλα να μην διαψεύσει τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού για την δημιουργία Ταμείου Αλληλεγγύης, επιδίδεται το οικονομικό επιτελείο, την ίδια στιγμή που στην κυβέρνηση και το κόμμα έχουν ανάψει φωτιές από τις αντιδράσεις για την επικείμενη αύξηση του ΦΠΑ στα 11 νησιά του Αιγαίου.

Η κυβέρνηση βρίσκεται και πάλι με την πλάτη στον τοίχο καθώς μετά από τόσα αντιδημοφιλή μέτρα στο συνταξιοδοτικό και τη φορολογία, αντιμετωπίζει τον πολιτικό κίνδυνο να εμφανιστεί αφερέγγυα στις εξαγγελίες της προς την κοινωνία και την εξοργισμένη κοινοβουλευτική ομάδα της. Οι αλλεπάλληλες τηλεδιασκέψεις για τα δύο ίσως πιο θερμά ανοιχτά θέματα που έχουν θέσει βέτο οι δανειστές, δηλαδή την αναδρομική επιστροφή του ΕΚΑΣ από τους δικαιούχους που έχει κόστος 100 εκατ. ευρώ και την σύσταση και λειτουργία του Ταμείου Κοινωνικής Αλληλεγγύης που εξήγγειλε ο Αλέξης Τσίπρας στη Βουλή, δεν έχουν καταλήξει μέχρι στιγμής σε συμβιβαστική λύση, με την κυβέρνηση να αναζητά ισοδύναμα και διατυπώσεις για να κλείσει ανώδυνα τις εκκρεμότητες.

Μπλόκο για φοροελαφρύνσεις και κοινωνικές δαπάνες

Από το Οικονομικό επιτελείο υποστηρίζουν σε όλους τους τόνους ότι από το κείμενο συμφωνίας στο Eurogroup δεν προκύπτει πως οι δανειστές έχουν ενστάσεις σε αυτή καθ' αυτή τη δημιουργία του Ταμείου Κοινωνικής Αλληλεγγύης το οποίο θα προσφέρει «κοινωνικό μέρισμα» εφόσον επιτυγχάνεται υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα, αλλά επιθυμούν να είναι ξεκάθαρος ο τρόπος που αυτό θα λειτουργεί. Στην ουσία όλος ο «καυγάς» γίνεται για αν και που θα κατευθύνονται τα χρήματα τα οποία με βάση το καλό σενάριο υπέρβασης των στόχων θα μπορεί η κυβέρνηση να μοιράζει για κοινωνικούς σκοπούς ή για τη μείωση της φορολογίας. Οι δανειστές φέρονται να είναι προβληματισμένοι ως προς το ενδεχόμενο η κυβέρνηση να θεσπίσει μόνιμα μέτρα ελάφρυνσης φόρων ή αύξησης κοινωνικών δαπανών, εκμεταλλευόμενη μια βελτίωση που θα αποδειχθεί τελικά προσωρινή, και επιδιώκουν να κάνουν πιο αυστηρό το πλαίσιο. Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο τόσο στη συμφωνία του καλοκαιριού όσο και στο αναθεωρημένο μνημόνιο, προβλέπεται ότι το 30% της υπέρβασης θα αποπληρώνει χρέος, ένα άλλο 30% κατευθύνεται σε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τρίτους και το 40% θα μπορεί να διαθέτει η κυβέρνηση όπως επιλέγει εκείνη είτε σε μειώσεις φόρων, είτε σε αυξήσεις κοινωνικών δαπανών.

Η μπάλα στην εξέδρα για το ΕΚΑΣ

Σοβαρότερο πρόβλημα αποτελεί η υπόθεση του ΕΚΑΣ το οποίο εισέπραξαν συνταξιούχοι και τώρα καλούνται να το επιστρέψουν πίσω λόγω της αναδρομικής μείωσης του μετά την αλλαγή των εισοδηματικών κριτηρίων, που ισχύει από 1.1.2016. Η κυβέρνηση κινδυνεύει να πέσει μέσα στον επικοινωνιακό λάκκο που η ίδια έσκαψε, και υπό τον κίνδυνο να καθυστερήσει η εκταμίευση της δόσης των 5,7 δις. ευρώ, αναζητά ισοδύναμα ώστε στην περίπτωση που δεν καταφέρει να μεταπείσει τους θεσμούς να μην ισχύσει ο νόμος που ψήφισε η Βουλή, να βρεθεί άλλος τρόπος αποζημίωσης των 100.000 δικαιούχων που βρίσκονται εν μέσω διασταυρούμενων πυρών. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο δημοσιονομικό αλλά κυρίως πολιτικό καθώς υπάρχει η δέσμευση του πρωθυπουργού στη βουλή ότι «δεν θα επιστραφεί» και οποιοδήποτε πισωγύρισμα θα δημιουργούσε μεγάλη πίεση. Μια από τις προτάσεις που βρίσκονται υπό συζήτηση -και πιθανόν να αποδειχθεί ότι πετάει τη μπάλα στην εξέδρα- είναι οι συνταξιούχοι να επιστρέψουν τα χρήματα και να περιμένουν να αποζημιωθούν μέσα από το Ταμείο Κοινωνικής Αλληλεγγύης, όταν αυτό συσταθεί και λειτουργήσει… «Δεν πρόκειται να δοθεί πίσω, ή αν αυτό συμβεί οι συνταξιούχοι θα αποζημιωθούν από το Ταμείο Κοινωνικής Αλληλεγγύης είτε με άλλο τρόπο», δήλωσε χθες ο υπουργός Ευκλείδης Τσακαλώτος αφήνοντας όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά.

Η αύξηση του ΦΠΑ είναι για το καλό των νησιωτών... 

Με την κυβέρνηση να δονείται από τις εσωτερικές αντιδράσεις για την κατάργηση του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στα 11 νησιά του Αιγαίου και το οικονομικό επιτελείο να αποκλείει κατηγορηματικά την ανάκληση του μέτρου παρά τις ενστάσεις περί πιθανής αντισυνταγματικότητας που διατύπωσαν ο Π. Καμμένος και ο Ν. Βούτσης, το μόνο που δεν περίμενε κανείς να ακούσει χθες ήταν τον Ευκλείδη Τσακαλώτο να υπερασπίζεται το μέτρο με την επισήμανση ότι είναι θετικό για τους νησιώτες επειδή θα αποδώσει χρήματα τα οποία θα διατεθούν για την στήριξη της νησιωτικής πολιτικής. Όπως χαρακτηριστικά είπε «ο μειωμένος ΦΠΑ δεν είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να βοηθήσεις. Είναι καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης σε νησιά όπως η Ρόδος οι τουρίστες που έρχονται το καλοκαίρι να πληρώνουν υψηλότερο ΦΠΑ με τους νέους αυξημένους συντελεστές, και τα επιπλέον έσοδα να διατίθενται για να στηριχθούν στη συνέχεια τα νησιά. Δικαίως οι νησιώτες ανησυχούν, αλλά πρέπει να πιστέψουν ότι η νησιωτική πολιτική θα είναι πιο αποτελεσματική…».

Την ίδια στιγμή στα σκαριά βρίσκεται ένα ακόμη «σκληρό» μέτρο που θα έρθει με το νομοσχέδιο για το πλαστικό χρήμα. Προβλέπει την κατάργηση του μέτρου του μειωμένου ΦΠΑ που έχουν οι οικισμοί με πληθυσμό έως 3.000 κατοίκων. Την κατάργηση της συγκριμένης φοροαπαλλαγής έχει προτείνει το οικονομικό επιτελείο στους δανειστές.

Προς άρση της εγγύησης του δημοσίου για τα δάνεια

Προβληματισμό στην κυβέρνηση δημιουργεί και η απαίτηση των δανειστών να απελευθερωθεί η πώληση σε funds και των δανείων που φέρουν την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου. Το θέμα με την πώληση των εγγυημένων δανείων θεωρείται πολιτικά και οικονομικά «ευαίσθητο», όχι μόνο γιατί αφορούν ΔΕΚΟ και ευπαθείς ομάδες (σεισμόπληκτοι κ.λπ.) αλλά και επειδή έχει και δημοσιονομικό αντίκτυπο, καθώς από τα 6 δισ. ευρώ των εγγυημένων δανείων το 1,5 δισ. ευρώ είναι μη εξυπηρετούμενα. Βασική θέση της κυβέρνησης είναι ότι τα δάνεια αυτά δεν μπορούν να πουληθούν ως έχουν και κατά τη χθεσινή τηλεδιάσκεψη με τους δανειστές το αρμόδιο υπουργείο Οικονομίας προτείνει είτε να αρθεί η εγγύηση του Δημοσίου (σ.σ. θα πρέπει να εγγυηθεί κάποιος άλλος οργανισμός) είτε να βρεθεί ένα ενδιάμεσο σύστημα, με το οποίο, θα διασφαλίζεται ότι δεν θα υπάρχει αντίκτυπος στον προϋπολογισμό.