Το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κλάας Κνοτ, δήλωσε ότι «σύντομα» θα μειωθούν τα επιτόκια, αλλά προειδοποίησε ότι η διαδικασία θα πρέπει να γίνει αργά για να διατηρηθεί ο πληθωρισμός υπό έλεγχο.
«Μπορεί σύντομα να είναι σκόπιμο να χαλαρώσουμε την τρέχουσα περιοριστική στάση της νομισματικής πολιτικής και να κατεβάσουμε σταδιακά το πόδι μας από το φρένο ... τα επιτόκια πολιτικής θα κινηθούν αργά αλλά σταδιακά σε λιγότερο περιοριστικά επίπεδα», δήλωσε ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Ολλανδίας, στο Διεθνές Φόρουμ Νομισματικής Πολιτικής Barclays-CEPR στο Λονδίνο την Τρίτη.
Μια σειρά από υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ έχουν υποδείξει ότι η πρώτη μείωση των επιτοκίων θα έρθει στη συνεδρίαση του Ιουνίου την επόμενη εβδομάδα. Σε δημοσκόπηση του Reuters σε 82 οικονομολόγους αυτή την εβδομάδα, όλοι δήλωσαν ότι αναμένουν μείωση τον Ιούνιο.
Ωστόσο, υπάρχει αβεβαιότητα σχετικά με τις προοπτικές από εκεί και πέρα, ιδίως δεδομένης της εμμονής του πληθωρισμού στην ευρωζώνη.
Αν και ήταν η τελευταία από τις τρεις που ξεκίνησε την αύξηση, η ΕΚΤ είναι πλέον σχεδόν βέβαιο ότι θα αρχίσει την περικοπή πριν από την Fed και την Τράπεζα της Αγγλίας, οι οποίες αμφότερες έχουν επισημάνει ότι απαιτούν περαιτέρω πρόοδο για τη μείωση του πληθωρισμού.
Πάντως, μόνο μία ακόμη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ έχει υπολογιστεί πλήρως από τις αγορές για το υπόλοιπο του έτους, ούσα μια απότομη αναθεώρηση σε σχέση με τις προσδοκίες που υπήρχαν στις αρχές του έτους για έως και έξι μειώσεις από την άνοιξη.
Στην ίδια δημοσκόπηση του Reuters, η πλειοψηφία προέβλεπε δύο επιπλέον μειώσεις της ΕΚΤ, τον Σεπτέμβριο και τον Δεκέμβριο.
Ο Κνοτ, που συνήθως είναι γνωστός για την πιο αυστηρή στάση του, δήλωσε την Τρίτη ότι υπήρξε «σαφής αποπληθωρισμός» από την κορύφωση πάνω από το 10% στα τέλη του 2022, ιδίως στον πληθωρισμό αγαθών. Ωστόσο, είπε ότι η επόμενη φάση της διαδικασίας είναι πιθανό να είναι «πιο ευμετάβλητη» λόγω των επιδράσεων βάσης από τις τιμές της ενέργειας και της αποδέσμευσης των κυβερνητικών πακέτων δημοσιονομικής στήριξης.
Παράλληλα, δήλωσε ότι η αλληλεπίδραση μεταξύ των προσδοκιών για τον πληθωρισμό, της τιμολόγησης της αγοράς, των οικονομικών στοιχείων για την ανάπτυξη, την αγορά εργασίας και την παραγωγικότητα και των τριμηνιαίων προβλέψεων της ίδιας της ΕΚΤ σημαίνει ότι δεν είναι ακόμη δυνατό να δεσμευτεί κανείς σε μια συγκεκριμένη πορεία μείωσης των επιτοκίων για το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
«Ο ακριβής χρόνος, η ταχύτητα και η κλίμακα της χαλάρωσης θα πρέπει επίσης να ακολουθήσει μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα δεδομένα... με τις προβλέψεις μας, και τα δεδομένα της αγοράς εργασίας να αποτελούν βασικό συστατικό», δήλωσε.