Το κυβερνητικό σχέδιο χρηματοδότησης της αγοράς στέγης

Το κυβερνητικό σχέδιο χρηματοδότησης της αγοράς στέγης

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας διαμηνύει με σημερινό του άρθρο ότι ανεξάρτητα από το αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα προχωρήσει σε κάποιες μειώσεις επιτοκίων το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, η νομισματική πολιτική θα «παραμείνει περιοριστική και θα συνεχίσει να είναι περιοριστική για κάποιο χρονικό διάστημα».

Αυτό σημαίνει ότι οι υποψήφιοι δανειολήπτες, ειδικά αυτοί που θέλουν να εκταμιεύσουν στεγαστικό δάνειο, δεν θα πρέπει να τρέφουν ελπίδες ότι πολύ σύντομα θα εξασφαλίσουν «πολύ φθηνό χρήμα».

Το μέσο επιτόκιο δανεισμού για τους υποψήφιους δανειολήπτες αυτή τη στιγμή, διαμορφώνεται πάνω από το 4% αν κάποιος επιλέξει το κυμαινόμενο επιτόκιο. Η μείωση που έκανε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το καλοκαίρι (η πρώτη από το καλοκαίρι του 2021 όταν ξεκίνησε το ταχύτερο ανοδικό ράλι της ιστορίας της Ευρωζώνης) επηρέασε το Euribor (που είναι και η βάση υπολογισμού του τελικού επιτοκίου) με αποτέλεσμα και το μέσο κόστος το τελευταίο διάστημα να υποχωρεί.

Έτσι, τον Μάιο το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο για τα νέα στεγαστικά δάνεια ήταν στο 4,96%, τον Ιούνιο υποχώρησε στο 4,7% και τον Ιούλιο στο 4,42%. Εκτός από το Euribor, στην αποκλιμάκωση συμβάλλει και η πρόθεση να περιοριστούν και τα περιθώρια κέρδους των τραπεζών. Το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση σε αυτό το μέτωπο είναι ένα ερώτημα.

Η προσπάθεια έχει να κάνει με την ενίσχυση του ανταγωνισμού (σ.σ πλέον δημιουργήθηκε ο 5ος πόλος ενώ δίδεται η δυνατότητα δανειοδοτήσεων και από μη τραπεζικά ιδρύματα) ώστε και οι υποψήφιοι δανειολήπτες να αποκτήσουν πρόσβαση σε φθηνότερα δάνεια.

Γεγονός είναι ότι ο δανεισμός για την αγορά στέγης παραμένει πολύ δύσκολος κάτι που δεν έχει να κάνει μόνο με τα επιτόκια αλλά -κυρίως- με την αύξηση των τιμών πώλησης των ακινήτων. Ακόμη και αν το επιτόκιο υποχωρήσει κάτω από το 4% -κάτι που μπορεί να συμβεί μέχρι το τέλος της επόμενης χρονιάς- αυτό δεν αναιρεί το ότι απαιτείται η εκταμίευση μεγαλύτερου κεφαλαίου για να χρηματοδοτηθεί η αγορά του ακινήτου.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση επιμένει στην ανάγκη του να υπάρξει ο δεύτερος κύκλος του προγράμματος «σπίτι μου». Βασικό ζητούμενο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ανάψει το πράσινο φως ώστε να διατεθούν πόροι από το δανειακό σκέλος του Ταμείου Ανάκαμψης και να αποκτήσουν οι υποψήφιοι δανειολήπτες πρόσβαση σε δάνεια με κόστος ακόμη και κάτω του 2%. Αυτό μπορεί να μη θεραπεύσει τις υψηλές των ακινήτων (αντίθετα τροφοδοτεί την περαιτέρω αύξηση) αλλά από την άλλη θα βοηθήσει στο να συγκρατηθεί η μηνιαία δόση σε λογικά επίπεδα αναλογικά με το μέσο εισόδημα στην Ελλάδα.

Πώς επιδιώκεται επομένως να διαμορφωθεί το σκηνικό; Το πρόγραμμα «Σπίτι μου» να λειτουργήσει ως «γέφυρα» φθηνού δανεισμού και να καλύψει τη ζήτηση για φθηνά στεγαστικά δάνεια για ένα εύλογο χρονικό διάστημα (σ.σ 20.000 αγοραπωλησίες μέσω τραπεζικού δανεισμού μπορεί να χρειαστούν ακόμη και 12 μήνες για να ολοκληρωθούν).

Από εκεί και πέρα, οι ελπίδες είναι ότι η πορεία αποκλιμάκωσης των επιτοκίων θα έχει συνεχιστεί, ο ανταγωνισμός στις τράπεζες θα έχει λειτουργήσει και τα νοικοκυριά θα μπορούν να έχουν πρόσβαση σε στεγαστικά δάνεια με τελικό κόστος χαμηλότερο του 3,5-4%.