Έχουμε κάμποσο καιρό να δούμε τις τράπεζες να ανοίγουν δρόμο στην ελληνική αγορά, ένα γεγονός το οποίο η πλειοψηφία της εγχώριας επενδυτικής κοινότητας το αντιμετωπίζει στην καλύτερη περίπτωση με αμηχανία. Μέχρι πρότινος ο τραπεζικός κλάδος είχε το μεγαλύτερο συντελεστή συσχέτισης – ελληνιστί “Beta”- και οι τοποθετήσεις απαιτούσαν εξαιρετικά καλή πληροφόρηση, στομάχι και συχνότατη επαφή με την οθόνη.
Με τις αυξήσεις κεφαλαίου να κρέμονται σαν αιώνια απειλή πάνω από τους επενδυτές ο κλάδος κέρδισε φανατικούς haters, μια ομάδα σχολιαστών και αναλυτών που πάντα είχε απαισιόδοξη άποψη για τη χρηματιστηριακή (και όχι μόνο) προοπτική του κλάδου. Το ράλι που σημειώνουν τα τραπεζικά χαρτιά το 2022 υπεραποδίδοντας του Γενικού Δείκτη, είναι μακράν το πιο μισητό ράλι (most hated rally) από το 1999.
Γιατί ανεβαίνουν οι τράπεζες; Ποιος αγοράζει;
Στην πρώτη δεκαπεντάδα των αποδόσεων φέτος έχουμε και τις τέσσερις συστημικές τράπεζες με ιδιαίτερα αξιόλογες επιδόσεις ενώ αν από τη λίστα αφαιρεθούν μετοχές με χαμηλή συναλλακτική δραστηριότητα η Alpha Bank βρίσκεται σε θέση οδηγού παίρνοντας (μέχρι σήμερα) τη μεγάλη ρεβάνς από το 2021. Το ότι η Alpha είναι πρώτη σε απόδοση μετοχή του ΧΑ έχει τη σημασία του: Εκτός από το ότι είναι μετοχή του FTSE-25 έχει το μεγαλύτερο μετοχολόγιο σε πλήθος κωδικών από όλες τις εισηγμένες εταιρίες.
Οι τράπεζες ανεβαίνουν γιατί η καμπύλη των επιτοκίων αντιστρέφεται και τα επαναλαμβανόμενα έσοδα αυξάνονται ενώ πρόσφατα η ΕΚΤ έδωσε το πράσινο φως για να δώσουν φέτος μερίσματα. Η κίνηση που είδαμε στις Ευρωπαϊκές Τράπεζες δεν άφησε ασυγκίνητες και τις ελληνικές.
Παράλληλα έχουμε για πρώτη φορά μια εικόνα ισολογισμών που μπορεί να θεωρηθεί ότι προσεγγίζει τα προ κρίσης επίπεδα: Λιγότερα κόκκινα δάνεια, αυξημένες καταθέσεις, υπομοχλευμένη θέση, σφιχτή διαχείριση κόστους και υποσχέσεις για διψήφια απόδοση ιδίων κεφαλαίων που θα έρθει μέσα από τη διάχυση της ανάπτυξης από τα χρήματα του Ευρωπαϊκού Ταμείου.
Όλα αυτά φτιάχνουν ανοδικό περιθώριο, διαφορετικό βέβαια κατά περίπτωση αλλά σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με τα δυνητικά περιθώρια άλλων εισηγμένων τίτλων. Από το ξεκίνημα της χρονιάς η αύξηση των τιμών των Ευρωπαϊκών Τραπεζών άνοιξε την ψαλίδα των αποτιμήσεων. Με δύο μετοχές στον MSCI και πιθανότατα και με τρίτο εκπρόσωπο ως το τέλος του έτους η απόκλιση αυτή δεν άργησε να γίνει ευδιάκριτη σε διεθνή χαρτοφυλάκια.
Η απόκλιση των αποτιμήσεων έδωσε το πρώτο έναυσμα αγορών. Την ίδια στιγμή οι ανοιχτές θέσεις πώλησης άνω του 0,5% μειώθηκαν στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2010. Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών ελληνικών χρηματιστηριακών που διαχειρίζονται εντολές ξένων θεσμικών, άνω του 80% των πράξεων των τελευταίων ημερών έχουν αντισυμβαλλόμενο αγοραστή από το εξωτερικό.
Το γιατί αγοράζουν δικαιολογείται από την προηγούμενη παράγραφο ωστόσο πάντα υπάρχει μια λεπτομέρεια που κάνει τη μεγάλη διαφορά. Η επενδυτική βαθμίδα και τα ευρωπαϊκά χρήματα θα βοηθήσουν το θέμα των εσόδων και της κερδοφορίας, είναι όμως δεδομένα γνωστά και ενδεχομένως τιμολογημένα.
Αν μπροστά μας έχουμε μια μεγάλη εξαγορά, ή την είσοδο ενός ή περισσότερων νέων παικτών με τη μορφή στρατηγικής συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο των συστημικών τραπεζών δεν το ξέρουμε, δεν είναι όμως ένα απίθανο ενδεχόμενο μετά την ομοβροντία συμφωνιών που είδαμε το τελευταίο διάστημα στη χώρα μας και οι οποίες ακούμπησαν για πρώτη φορά και το χρηματοοικονομικό χώρο. Αν όντως είναι έτσι το «μισητό ράλι» είναι ακόμα στην αρχή του.