Ένα επικίνδυνο μοτίβο έχει αρχίσει να παρατηρείται στην ευρωπαϊκή οικονομία που αποτελεί ίσως τον χειρότερο οιωνό για αυτά που θα δούμε τους επόμενους μήνες. Οι τιμές των προϊόντων που φεύγουν από τα μεγαλύτερα εργοστάσια της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας, είναι οι υψηλότερες των τελευταίων δεκαετιών. Ειδικότερα στη Γερμανία διαμορφώθηκαν τον Μάρτιο 30% υψηλότερα από πέρσι, καταγράφοντας υψηλό 73 ετών.
Παράλληλα, η επιβράδυνση της οικονομίας στο δ’ τρίμηνο του 2021 συνεχίζεται φέτος ή γίνεται συρρίκνωση στο α’ τρίμηνο του 2022 και η καταναλωτική εμπιστοσύνη καταρρέει, με φόντο τις πληθωριστικές πιέσεις και τις οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία. Η ύφεση στην Ευρώπη ξεκινά από την Ιταλία και είναι πολύ πιθανό μέσα στα επόμενα τρίμηνα να μεταδοθεί και στις υπόλοιπες οικονομίες των χωρών - μελών.
Η Ιταλία είδε ήδη το ΑΕΠ της να συρρικνώνεται στο τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου και ακολουθούν Γερμανία και Γαλλία. Ιδιαίτερα για τη Γερμανία η κατάσταση είναι πολύ ανησυχητική καθώς αποτελεί την ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας. Το… made in Germany πλήττεται τόσο από την έκρηξη του ενεργειακού κόστους όσο και από τον πληθωρισμό των πρώτων υλών, τη διατάραξη των εφοδιαστικών αλυσίδων και τις ελλείψεις που προκαλούν τα παρατεταμένα lockdown στην Κίνα.
Στο Ντίσελντορφ και σε άλλες περιοχές, σημαντικές γερμανικές βιομηχανίες περιγράφουν μία κατάσταση που δεν έχουν αντιμετωπίσει ποτέ ξανά. Ενώ η ζήτηση είναι σε υψηλά επίπεδα γιατί ανοίγουν ξανά οι οικονομίες μετά από δύο χρόνια πανδημίας, τα εργοστάσια είτε δεν μπορούν να βρουν είτε δεν θέλουν να πληρώσουν τόσο υψηλές τιμές για τις πρώτες ύλες, τα μέταλλα και την ενέργεια που χρειάζονται. Με τον πληθωρισμό στις τιμές παραγωγού στο υψηλότερο επίπεδο από το 1949, είναι απολύτως εύλογο που ο πληθωρισμός στις τιμές καταναλωτή είναι σε υψηλό 41 ετών και συνεχίζει ανοδικά.
Ο αριθμός μικρών και μεγάλων εργοστασίων που δηλώνουν ότι θα περιορίσουν σημαντικά την παραγωγή ή θα τη διακόψουν εντελώς αυξάνεται συνέχεια.
Τα στοιχεία της Eurostat για το α’ τρίμηνο 2022 έδειξαν ότι το ΑΕΠ της Ιταλίας συρρικνώθηκε κατά 0,2%, της Γερμανίας αναπτύχθηκε κατά 0,2%, της Γαλλίας παρέμεινε αμετάβλητο και της Ισπανίας μεγεθύνθηκε κατά 0,3%. Συνολικά, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης εκτιμάται ότι αναπτύχθηκε οριακά κατά μόλις 0,1%-0,2% στο τρίμηνο Ιανουαρίου - Μαρτίου. Αυτό σημαίνει ότι η Ευρωζώνη απέφυγε την ύφεση στο πρώτο εξάμηνο του έτους, αφού ο ορισμός της ύφεσης θέλει την οικονομία να εμφανίζει αρνητικό ρυθμό για δύο συνεχόμενα τρίμηνα, όχι όμως και η Ιταλία.
Παρά τους θετικούς οιωνούς για τον τουρισμό κατά την έναρξη της καλοκαιρινής περιόδου, το ιταλικό ΑΕΠ προβλέπεται να συρρικνωθεί και στο β’ τρίμηνο, κάνοντας την Ιταλία την πρώτη μεγάλη οικονομία της Ευρώπης που εισέρχεται σε ύφεση. Αναλυτές εκτιμούν ότι δεν αποκλείεται η επόμενη να είναι η Γαλλία και αμέσως μετά η Γερμανία, καθώς ο πληθωρισμός θα ροκανίζει το διαθέσιμο εισόδημα και τα νοικοκυριά θα περιορίζουν την κατανάλωση.
Ένα πολύ ανησυχητικό στοιχείο που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη αφορά στον τρόπο που τελείωσε το 2021, σε μία περίοδο που ο πληθωρισμός είχε αρχίσει να δείχνει τα δόντια του όμως δεν υπήρχε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Η κατά 0,8% μείωση της πραγματικής κατά κεφαλήν κατανάλωσης των νοικοκυριών της Ευρωζώνης στο δ’ τρίμηνο του 2021, πριν επιδεινωθούν οι συνθήκες από τον πόλεμο στην Ουκρανία, δείχνει ότι τα χειρότερα είναι μπροστά μας. Το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 1,8% στο ίδιο τρίμηνο, μετά από οριακή πτώση 0,2% στο γ’ τρίμηνο του 2021.
Όσο για την Ιταλία, είναι η οικονομία της Ευρωζώνης με τα μεγαλύτερα… βάσανα στην εποχή του ευρώ, εξαιρουμένης βέβαια της ελληνικής οικονομίας που βρίσκεται μόνιμα σε κρίση από το 2008. Όσο η χώρα της μόδας και των αυτοκινήτων βρίσκεται στο ευρώ, το ιταλικό ΑΕΠ δεν έχει καταφέρει να αναπτυχθεί με ικανοποιητικούς ρυθμούς. Μετά τα στοιχεία του α’ τριμήνου 2022, το ΑΕΠ της Ιταλίας διαμορφώνεται 5,5 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από το α’ τρίμηνο 2008 και 20 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από τον μέσο όρο της περιόδου 1997-2008. Βρίσκεται επίσης 17,6% κάτω από το ΑΕΠ της Ευρωζώνης εξαιρουμένης της Ιταλίας από το α’ τρίμηνο του 2008.
Για την Ιταλία η κατάσταση δύσκολα θα γίνει καλύτερη στο β’ τρίμηνο του 2022 ίσως και σε ολόκληρο το έτος. Η κυβέρνηση εφαρμόζει μέτρα που έχουν στόχο να μετριάσουν το σοκ της εκτίναξης των ενεργειακών τιμών, όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αποζημιώσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις, κάτι που ισχύει για ολόκληρη την Ευρώπη. Μέσα στον Απρίλιο το κλίμα στη βιομηχανία κάπως σταθεροποιήθηκε, όμως οι επιχειρήσεις ανέφεραν ότι η διαθεσιμότητα εξοπλισμού και πρώτων υλών είναι ένα πρόβλημα που δυσκολεύει ολοένα και περισσότερο την παραγωγή.
Επιπλέον, η καταναλωτική εμπιστοσύνη υποχώρησε ξανά, φτάνοντας στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2020. Ο Μάριο Ντράγκι και η κυβέρνησή του αναμένουν σημαντική άνοδο στον τουρισμό, η οποία θα αντισταθμίσει κάπως το κακό σκηνικό, ωστόσο η ING προβλέπει ότι και στο β’ τρίμηνο θα συρρικνωθεί το ΑΕΠ, σηματοδοτώντας την αρχή της ύφεσης στην Ευρώπη.