Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Σήμερα ξεκινά η δεύτερη μεταμνημονιακή αξιολόγηση και όπως όλα δείχνουν δεν θα έχει καμία σχέση με την πρώτη όπου η κυβέρνηση κατάφερε να κερδίσει και το δύσκολο για αυτήν θέμα της μη περικοπής των συντάξεων. Μετά τον επικεφαλής του EWG Χ. Φάιλμπριφ, και ο Ευρωπαίος επίτροπος Π. Μοσκοβισί, που μέχρι πρότινος κρατούσε μία φιλική στάση προς την κυβέρνηση, ξιφούλκησαν εναντίον της, όχι μόνο για τις εκτεταμένες παροχές αλλά κυρίως ότι δεν έχει κάνει τίποτα από τον Αύγουστο μέχρι σήμερα. Από την ημέρα που ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα η κυβέρνηση έχει σταματήσει τις μεταρρυθμίσεις και όπως αρέσκεται να λέει ή ίδια τώρα έχει αρχίσει να κυβερνά.
Η πρακτική όμως αυτή δημιουργεί κινδύνους. Κινδύνους επιστροφής στα μνημόνια, μόνο και μόνο για να μην χάσει το κυβερνών κόμμα την εξουσία. Αδιαφορεί για τις δικαστικές αποφάσεις, που μπορούν να αποτελέσουν βόμβα για τον προϋπολογισμό. Ήδη πάντως οι δανειστές έχουν ζητήσει από το οικονομικό επιτελείο στοιχεία για το κόστος των δικαστικών αποφάσεων και δεν αποκλείεται να ζητήσουν, να ετοιμαστούν μέτρα για να καλύψουν τα κενά στον προϋπολογισμό προκειμένου να μην τεθεί εν αμφιβόλω ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Σε ότι αφορά στα 16 προαπαιτούμενα, κανένα από αυτά δεν έχει ολοκληρωθεί. Και η ολοκλήρωσή τους συνδέεται άμεσα με την εκταμίευση της δόσης των 750 εκατ. ευρώ. Μόνο εάν η έκθεση των θεσμών που αναμένεται στις 27 Φεβρουαρίου είναι θετική θα εκταμιευθεί η δόση επιστροφών των κερδών των κεντρικών τραπεζών της ευρωζώνης από τα ελληνικά ομόλογα. Στην περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις στεφθούν με αποτυχία και το Eurogroup της 11 Μαρτίου δεν δώσει το πράσινο φως, τότε όχι μόνο η Ελλάδα θα χάσει τα 750 εκατ. ευρώ αλλά θα συμβεί και κάτι χειρότερο. Η πρόσβαση στις αγορές θα είναι απαγορευτική καθώς η χώρα μας θα έχει δώσει το μήνυμα ότι σταματήσαμε τις μεταρρυθμίσεις.
Θα μπορούσε να πει κανείς, ότι σιγά μην ασχοληθούν με την Ελλάδα, τη στιγμή που τα προβλήματα με το Brexit, αλλά και οι επερχόμενες ευρωεκλογές που δείχνουν άνοδο των λαϊκιστών είναι σημαντικότερα ωστόσο, το πράματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Υπενθυμίζεται ότι όταν ο κ. Τσίπρας ανακοίνωσε τη διατήρηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά που έχουν δεχθεί τις μεγαλύτερες μεταναστευτικές ροές ξέσπασε θύελλα στο γερμανικό κοινοβούλιο. Εξαιρετικά πιθανόν είναι να συμβεί το ίδιο ακριβώς και στο γερμανικό κοινοβούλιο, στο οποίο προεδρεύει ο γνωστός Β. Σόιμπλε, και να «κόψει» τη δόση των 750 εκατ. ευρώ.
Ο χρόνος που απομένει είναι ελάχιστος. Και δυστυχώς ελάχιστες ενέργειες έχουν γίνει και για πλαίσιο που θα αντικαταστήσει το νόμο Κατσέλη. Και σε αυτό το θέμα οι πιστωτές αναμένεται να είναι ιδιαίτερα σκληροί. Όπως επίσης και με τα «κόκκινα» δάνεια.
Σκληρή στάση θα κρατήσουν και με τα ληξιπρόθεσμα χρέη του ελληνικού δημοσίου. Αν και συμβατική υποχρέωση της κυβέρνησης ήταν να τα εξοφλήσει στα τέλη του 2018 αυτό ποτέ δεν συνέβη. Σύμφωνα με τα στοιχεία, τον περασμένο Νοέμβριο το Δημόσιο πλήρωσε 225 εκατ. ευρώ, αλλά το σύνολο των χρεών μειώθηκε μόλις κατά 12 εκατ. ευρώ. Δηλαδή την ίδια στιγμή που πλήρωνε, δημιουργούσε νέα χρέη, αδιαφορώντας για την υποχρέωση που έχει αναλάβει έναντι των πιστωτών για μηδενισμό των οφειλών.
Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα σε επίπεδο έτους. Συγκεκριμένα, τον Ιανουάριο του 2018 ελληνικό Δημόσιο χρωστούσε το ποσό των 3,3 δισ. ευρώ. Μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου είχε πληρώσει 1,8 δισ. ευρώ, αλλά τα χρέη μειώθηκαν μόλις 700 εκατ. ευρώ. Δηλαδή από τις αρχές του 2018 μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου, έχουν δημιουργηθεί νέα χρέη ύψους 1,1 δισ. ευρώ.
Όπως φαίνεται η κυβέρνηση έχει εγκαταλείψει τις προσπάθειες για μηδενισμό των ληξιπρόθεσμων οφειλών, παρά το γεγονός ότι έγιναν σχετικές συστάσεις από τους πιστωτές της χώρας, τον επικεφαλής του Εurogroup Μ. Σεντένο, αλλά και τον επικεφαλής του EWG Χανς Φάιλμπριφ, για τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, μεταξύ των οποίων και η αποπληρωμή των οφειλών.