Σε χαμηλότερα επίπεδα από τα σημερινά θα υποχωρήσουν τα spread των ελληνικών κρατικών ομολόγων στα επόμενα 3 τρίμηνα του έτους, ανοίγοντας ένα παράθυρο ευκαιρίας για την ομαλή υλοποίηση του χρηματοδοτικού πλάνου τόσο του ελληνικού δημοσίου όσο και των επιχειρήσεων που θα επιλέξουν να αντλήσουν χρήματα από τις αγορές.
Πόση θα είναι η πτώση και κατ’ επέκταση το όφελος για την ελληνική οικονομία; Θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις πρωτίστως στο μέτωπο της πανδημίας και εν συνεχεία σε αυτό του πληθωρισμού. Σε κάθε περίπτωση η προχθεσινή «αναγκαστική», θα μπορούσαμε να πούμε, δέσμευση της Κριστίν Λαγκάρντ να προχωρήσει σε «σημαντικά υψηλότερο ρυθμό» αγορών ομολόγων και να φροντίζει έτσι ώστε οι χρηματοδοτικές συνθήκες να παραμείνουν «ευνοϊκές», συνεπάγεται μείωση των spreads.
Η μείωση μπορεί να φτάσει ακόμη και στο 40%, με το spread του ελληνικού 10ετούς έναντι του γερμανικού bund να υποχωρεί από τις 114 μονάδες βάσης που διαμορφώθηκε την Παρασκευή, στις 70 μονάδες βάσης τον Δεκέμβριο του 2021. Όσο για τις αποδόσεις, δύσκολα το γερμανικό 10ετές μπορεί να ανέβει από το επίπεδο του -0,30% που βρίσκεται σήμερα στο 0%. Το πιθανότερο σενάριο είναι να δούμε μερική μείωση του κόστους δανεισμού της Ελλάδας από το τρέχον 0,8% και μικρή άνοδο του γερμανικού.
Το μεγάλος κέρδος θα είναι από τη μείωση του spread γιατί πρόκειται για μία εξέλιξη που μεταφράζεται από την επενδυτική κοινότητα ως μείωση του country risk. Επομένως περισσότεροι επενδυτές θα στρέψουν το βλέμμα στις εκδόσεις ομολόγων, κάτι που φάνηκε από την ισχυρή επενδυτική ζήτηση στην έκδοση της ΔΕΗ, αλλά και γενικότερα σε ελληνικά assets. Το φαινόμενο αναμένεται να λάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις τους επόμενους μήνες καθώς θα ανοίγει η οικονομία και δημόσιο και επιχειρήσεις θα αναζητήσουν ρευστό. Παράλληλα, θα τρέξει και το Ταμείο Ανάκαμψης, ανοίγοντας ακόμη ένα δρόμο για την είσοδο επενδυτών στη χώρα μας.
Συγκεκριμένα για τα ομόλογα, πολλά θα εξαρτηθούν από την ταχύτητα αντίδρασης της Λαγκάρντ. Το λέμε αυτό γιατί τα λόγια της Γαλλίδας μπορούν να ερμηνευτούν με διάφορους τρόπους και το θέμα είναι πόσο μπορεί να τραβήξει στο σχοινί όταν οι ισορροπίες με το Βερολίνο είναι λεπτές.
Τι θα πράξει αν οι αποδόσεις των ομολόγων της Ευρωζώνης δεχτούν εκ νέου ανοδικές πιέσεις και πόσο προετοιμασμένη είναι για μία τέτοια «κρίση»; Το σενάριο αυτό δεν είναι απίθανο καθώς σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου η πρόσφατη άνοδος των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων αντανακλά τη βελτίωση των οικονομικών προοπτικών μετά την έγκριση του πακέτου των 1,9 τρισ. δολαρίων και την σημαντική επιτάχυνση των εμβολιασμών, στην Ευρώπη το κλίμα δεν είναι το ίδιο καλό.
Πάντως, οι αποφάσεις της περασμένης Πέμπτης αποτελούν μία πρώτη νίκη του Νότου απέναντι στο γερμανικό λόμπι και σε αυτό αναμφίβολα έπαιξε ρόλο η παρουσία του Μάριο Ντράγκι στο τιμόνι της ιταλικής οικονομίας.
Μετά από αρκετές εβδομάδες απραξίας και αναποφασιστικότητας, η ΕΚΤ δεσμεύτηκε να διενεργήσει «σημαντικά περισσότερες» αγορές κρατικών ομολόγων στο τρίμηνο Απριλίου-Ιουνίου. Από το ξεκίνημα του 2021 τα εβδομαδιαία «ψώνια» της ΕΚΤ διαμορφώθηκαν κατά μέσο όρο σε 14 δισ. ευρώ. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Capital Economics, για να έχουν νόημα οι δεσμεύσεις της Λαγκάρντ, η ΕΚΤ θα πρέπει να αγοράζει τουλάχιστον 20 δισ. ευρώ εβδομαδιαίως για τους επόμενους μήνες.
Εξάλλου, το QE Πανδημίας είναι προγραμματισμένο να διαρκέσει έως τον Μάρτιο του 2022 και αν η ΕΚΤ αγοράζει στο εξής και κάθε εβδομάδα 20 δισ. ευρώ, οι πόροι του προγράμματος θα εξαντληθούν τον Φεβρουάριο του 2022. Επομένως δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια κωλυσιεργίας, εκτός και αν επικρατήσει η θέση του Βερολίνου και των δορυφόρων του, για διάθεση λιγότερων κεφαλαίων από τα 1,85 τρισ. ευρώ που προβλέπονται.
Η Λαγκάρντ έκανε επίσης λόγο για «ευελιξία» που σημαίνει ότι οι αγορές ομολόγων μπορούν να επιταχυνθούν ή να επιβραδυνθούν ανάλογα με τις εξελίξεις. Η κατεύθυνση που έχει επιλέξει έχει μεγάλη δόση… πολιτικής διαχείρισης καθώς από τη μία στοχεύει στον πληθωρισμό και από την άλλη δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ελέγχει τις αποδόσεις, όσο και δεν θέλει να το παραδεχθεί. Επειδή όμως δεν το παραδέχεται, τα ομόλογα της Ευρωζώνης θα συνεχίσουν για πολύ καιρό να είναι ευάλωτα σε απότομες αναταράξεις και η ΕΚΤ θα παίζει το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι με τις αγορές…