Του Θανάση Κουκάκη
Ενα εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε την περίοδο 2009-2010 στη Βρετανία για την ανάσχεση των κόκκινων δανείων προωθεί η διοίκηση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), σε συναντήσεις της με κοινοτικούς και Ελληνες αξιωματούχους, χωρίς ωστόσο να συναντά ανταπόκριση.
Το εν λόγω σχέδιο προβλέπει την παροχή εγγύησης του Δημοσίου για ενδεχόμενες ζημιές των τραπεζών από μη εξυπηρετούμενα δάνεια, μέσω ενός ειδικού εγγυητικού σχήματος (asset protection scheme), με στόχο την άμεση κεφαλαιακή ανακούφισή τους και την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του μεγάλου προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Στόχος είναι να χορηγηθούν εγγυήσεις για μέρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών -κυρίως μικρομεσαίων επιχειρήσεων- προσφέροντας έτσι άμεσα ισχυρή κεφαλαιακή στήριξη στις τράπεζες. Πώς γίνεται αυτό; Αρχικά επιλέγονται τα κόκκινα δάνεια που θα μετάσχουν στο σχήμα. Εν συνεχεία καθορίζεται ένα κατώτερο όριο για την τιμή που μπορούν να λάβουν αυτά τα δάνεια (π.χ. 40 λεπτά ανά 1 ευρώ δανείου). Στο επόμενο βήμα παρέχεται η κυβερνητική εγγύηση ότι οποιαδήποτε ζημία έως το 90% της τιμής που έχει προσδιοριστεί (στο παράδειγμά μας 36 λεπτά ανά 1 ευρώ δανείου) θα καλυφθεί από το Δημόσιο, με το πρώτο 10% της ζημίας (4 λεπτά) να αναλαμβάνεται από την τράπεζα.
Mε τη μέθοδο αυτή προβληματικά περιουσιακά στοιχεία της τράπεζας τιμολογούνται με ευνοϊκό τρόπο, χωριστά από τα λοιπά assets. Το κύριο πλεονέκτημα είναι ότι το σύστημα αυτό δεν απαιτεί να δαπανηθεί δημόσιο χρήμα, ενώ ούτε οι τράπεζες εγγράφουν πραγματικές ζημίες, καθώς τα περιουσιακά στοιχεία που μπαίνουν στο asset protection scheme δεν πωλούνται.
O CEO του ΤΧΣ Μάρτιν Τσούρντα υπερασπίζεται το asset protection scheme υποστηρίζοντας ότι αφενός δεν προϋποθέτει τη μετακίνηση των προβληματικών δανείων από τα βιβλία των τραπεζών και την άμεση καταβολή των κεφαλαίων από τον εγγυητή, αφετέρου οδηγεί σε έμμεση κεφαλαιακή ενίσχυση των πιστωτικών ιδρυμάτων, δίνει χρόνο για να αντιμετωπίσουν τα μεγάλα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους και οδηγεί στην αποφυγή μαζικών πωλήσεων κόκκινων δανείων σε χαμηλές τιμές.
Στη βάση μάλιστα του εν λόγω μηχανισμού, το Δημόσιο θα μπορεί να εισπράττει και προμήθεια από τις τράπεζες για τη χορήγηση των εγγυήσεων, η οποία θα καταβάλλεται σε βάθος χρόνου (στο βρετανικό μοντέλο ήταν 2% επί της συνολικής εγγύησης).
Η πρόταση του ΤΧΣ αντιμετωπίζει αδυναμίες, με τη μεγαλύτερη να είναι το πού θα βρεθούν πόροι για να καλύψουν αυτές τις εγγυήσεις, δεδομένου ότι οι εγγυήσεις που δύναται να παράσχει το ελληνικό Δημόσιο είναι περιορισμένες. Στη βάση αυτή, το σχέδιο του ΤΧΣ χαρακτηρίζεται από αρμόδια στελέχη ως εξαιρετικά επικίνδυνο για τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική πορεία της χώρας, ενώ από τις ίδιες πηγές τίθεται και το ζήτημα των κρατικών εγγυήσεων (κάτι για το οποίο η ηγεσία του ΤΧΣ φέρεται ότι διαβουλεύθηκε και με τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής).
Επιπροσθέτως η νομοθεσία που έχει παραχθεί σε επίπεδο Ε.Ε. από το 2009 έως και σήμερα και ειδικά οι κατευθυντήριες οδηγίες του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM) καθιστούν το asset protection scheme παρωχημένο, δεδομένου ότι η λογική που επικρατεί είναι ότι τα κράτη δεν πρέπει να στηρίζουν τις τράπεζές τους, αλλά τα βάρη για αυτές πρέπει να τα επωμίζονται οι ιδιώτες μέτοχοι και πιστωτές τους (bail in).
* Αναδημοσίευση από τον«Φιλελεύθερο» της Παρασκευής 13 Ιουλίου 2018