Του Απόστολου Σκουμπούρη
Σε μια δεκαετία κρίσης και συρρίκνωσης, όπου ο τραπεζικός κλάδος εύλογα δεν μπόρεσε να στηρίξει την οικονομία, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά μέσω του δανεισμού, η Ελλάδα έχασε την ευκαιρία να αναπτύξει την κεφαλαιαγορά της, η οποία θα μπορούσε να διαδραματίσει δημιουργικό ρόλο στην ανάπτυξη, όπως γίνεται σε άλλες χώρες. Ένας από τους στόχους της χώρας λοιπόν για τα επόμενα χρόνια είναι η ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς, η οποία με τη σειρά της θα «επιστρέψει» την ανάπτυξη στην πραγματική οικονομία.
Αυτό είναι το κύριο συμπέρασμα που προέκυψε από τη μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) με τίτλο «Ενίσχυση της αποταμίευσης και ανάπτυξη με μοχλό την κεφαλαιαγορά», που παρουσίασε χθες σε κοινή συνέντευξη τύπου με το Χρηματιστήριο Αθηνών και την Ένωση Θεσμικών Επενδυτών. Κεντρικό συμπέρασμα της έρευνας ήταν ο εξαιρετικά χαμηλός βαθμός διείσδυσης των εργαλείων της κεφαλαιαγοράς στην οικονομία και τις επενδύσεις.
Μάλιστα η Ελλάδα είναι ουραγός στην Ευρώπη με ποσοστό 18% στο ποσοστό χρησιμοποίησης των εργαλείων επένδυσης και ανάπτυξης που παρέχει η κεφαλαιαγορά, έναντι μέσου όρου 72% στις χώρες της Ε.Ε.!
Η μελέτη έδειξε πως το μέγεθος των ελληνικών επενδύσεων σε κινητές αξίες μέσα από θεσμικούς επενδυτές είναι από τα χαμηλότερα στην Ε.Ε., κάτι που εν πολλοίς οφείλεται στα μικρά αποθεματικά των εγχώριων ασφαλιστικών ταμείων. Το συνολικό ενεργητικό των διαχειριστών αμοιβαίων κεφαλαίων περιορίζεται σε μόλις 4,2% του ΑΕΠ στην Ελλάδα και η χώρα καταλαμβάνει την προτελευταία θέση στην κατάταξη, υπερισχύοντας μόνο της Βουλγαρίας (1,4% του ΑΕΠ).
Μάλιστα, τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων που είναι επενδεδυμένα στην κεφαλαιαγορά αντιστοιχούν σε μόλις 8% του ΑΕΠ, ποσοστό που επίσης είναι το δεύτερο χαμηλότερο στην Ε.Ε.
Για να φανεί η τεράστια υστέρηση, τονίστηκε πως σε χώρες με ισχυρή ανάπτυξη κεφαλαιαγοράς, όπως Ολλανδία και Μάλτα, το ενεργητικό των θεσμικών επενδυτών ξεπερνά σε μέγεθος το ΑΕΠ των αντίστοιχων οικονομιών!
Σύμφωνα με το γενικό διευθυντή του ΙΟΒΕ Νίκο Βέττα, το «κενό» παραγωγικών επενδύσεων στην Ελλάδα την περίοδο 2000-2018 κυμάνθηκε κατά μέσο όρο σε 2,6% του ετήσιου ΑΕΠ, σωρευτικά περί τα 94 δισ. ευρώ. Επίσης έδειξε πως οι χώρες με μεγαλύτερη διείσδυση θεσμικών επενδυτών, παρουσιάζουν υψηλότερο βιοτικό επίπεδο. Άρα η ανάπτυξη της Κεφαλαιαγοράς, νομοτελειακά συνδέεται με την ανάπτυξη του ΑΕΠ και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου της κοινωνίας.
Έτσι, το κλειδί για την τόνωση της αποταμίευσης των Ελλήνων και συνακόλουθα των διαθέσιμων για επενδύσεις κεφαλαίων μέσω της κεφαλαιαγοράς είναι μια γενναία ασφαλιστική μεταρρύθμιση αλλά και η παροχή κινήτρων με στοχευμένα φορολογικά κίνητρα στη βάση καλών πρακτικών της Ε.Ε. για την ενίσχυση της εγχώριας αγορά κεφαλαίων.
Τι έδειξαν τα στοιχεία
Σύμφωνα με τη μελέτη, το 2018, οι επενδύσεις σε σχηματισμό πάγιου κεφαλαίου στην Ελλάδα υποχώρησαν σε μόλις 11,1% του ΑΕΠ, από 21%-26% πριν το 2009 και έναντι 21% που είναι ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη. Παράλληλα, τα νοικοκυριά παραδοσιακά επενδύουν μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεών τους στην αγορά ακινήτων και πολύ μικρό μέρος σε προϊόντα της κεφαλαιαγοράς.
Όπως τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Βέττας, «το μέσο ελληνικό νοικοκυριό συμμετέχει πολύ περισσότερο στην κατανάλωση και πολύ λιγότερο στην επένδυση. Υπάρχει ένα τεράστιο επενδυτικό κενό. Πρέπει να “χτιστεί” με τον καιρό μια διαφορετική κουλτούρα».
Κίνητρα αλλαγής και προτάσεις
Στη μελέτη του ΙΟΒΕ εξετάζεται η ευρωπαϊκή εμπειρία για την παροχή φορολογικών κινήτρων για εγχώριες επενδύσεις ιδιωτών μέσω της κεφαλαιαγοράς, και διατυπώνεται ενδεικτική πρόταση για την παροχή παρόμοιων κινήτρων στην Ελλάδα.
Η ενδεικτική πρόταση του ΙΟΒΕ περιλαμβάνει δύο σκέλη, ήτοι στοχευμένα φορολογικά κίνητρα για μακροχρόνιες επενδύσεις ιδιωτών σε εγχώριους τίτλους και τομείς προτεραιότητας όπως μικρομεσαίες επιχειρήσεις, εταιρείες με προσανατολισμό σε καινοτομία, οχήματα Venture Capital, «πράσινες» επενδύσεις και υποδομές στη βάση καλών πρακτικών της ΕΕ, αλλά και μια προσεκτική ασφαλιστική μεταρρύθμιση με ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών πυλώνων του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Τα κίνητρα αυτά μπορούν να έχουν την μορφή έκπτωσης στο φόρο εισοδήματος ή μείωση στο φορολογητέο εισόδημα φυσικών προσώπων, ανάλογη με το ύψος των επιλέξιμων επενδύσεων. Άλλα πιθανά μέτρα περιλαμβάνουν απαλλαγή ή έκπτωση στη φορολογία μερισμάτων, τόκου και υπεραξίας κεφαλαίου από στοχευμένες τοποθετήσεις, διατήρηση μηδενικού φόρου υπεραξίας από μερίδια σε Α/Κ εσωτερικού ή εφαρμογή φοροαπαλλαγών σε τόκους από ομολογίες σε (εισηγμένες και μη) εταιρείες.
Ποια οφέλη δημιουργούνται μέσα από την Κεφαλαιαγορά
Η μελέτη σε μια περίοδο λίγο πριν την ψήφιση του προϋπολογισμού αναφέρει ότι κρίνεται σκόπιμο να δοθεί άμεση προτεραιότητα για αξιοποίηση του «δημοσιονομικού χώρου» σε μέτρα πολιτικής τόνωσης της εγχώριας αποταμίευσης, αντί για παρεμβάσεις άλλου χαρακτήρα όπως π.χ. επιδόματα. Σύμφωνα με την μελέτη, η ενίσχυση της αποταμίευσης και των επενδύσεων μέσω της κεφαλαιαγοράς δημιουργεί σημαντικά οικονομικά οφέλη όπως:
- Νέα αποθεματικά προς επένδυση έως και 99 δισ. ευρώ μέσα σε 40 χρόνια
- Αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά μ.ο. 6,9 δισ. κατ' έτος για τα επόμενα 40 χρόνια
- Περισσότεροι ισοδύναμα πλήρως απασχολούμενοι κατά μ.ο. 81 χιλιάδες άτομα κάθε έτος και μεγαλύτερη συμμετοχή στην αγορά εργασίας κατά 1,5 π.μ.
- Αύξηση της ρευστότητας στην αγορά κεφαλαίου, η οποία την καθιστά περισσότερο ελκυστική στη ξένη αποταμίευση
- Τα νοικοκυριά γίνονται «συμμέτοχοι» στο εγχείρημα ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας
Η περίπτωση της Ιταλίας
Το ΙΟΒΕ παρουσίασε κάποια στοιχεία από την περίπτωση της Ιταλίας που μέσα από ένα πακέτο μέτρων ενίσχυσης της κεφαλαιαγοράς, πέτυχε σημαντικά πράγματα, με αποκορύφωμα το 2017 όπου είχε ρεκόρ δεκαετίας στις IPOs (νέες εισαγωγές εταιρειών στο χρηματιστήριο). Επίσης, οι μικρομεσαίες μη εισηγμένες εταιρείες που εξέδωσαν ομολογίες τετραπλασιάστηκαν σε μια 4τία.
Αυτό επιτεύχθηκε μέσα από αποφάσεις όπως οι φοροαπαλλαγές για έκδοση ομολογιών, δημιουργία ειδικής πλατφόρμας συναλλαγών για ομολογίες ΜμΕ και απλοποίηση διαδικασίας IPO για μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επίσης υπήρξε θεσμοθέτηση Ατομικών Σχεδίων Αποταμίευσης (PIR), με φορολογικά οφέλη σε ιδιώτες που επενδύουν μακροπρόθεσμα σε εγχώριες κινητές αξίες κ.α.