Του Γιώργου Φιντικάκη
Νέα πάγια ρύθμιση προβλέπει το φορολογικό νομοσχέδιο για όλες τις αρρύθμιστες οφειλές διπλασιάζοντας τον αριθμό των δόσεων που ισχύουν σήμερα σε 24 και μάλιστα χωρίς εισοδηματικά κριτήρια. Στις 48 θα φτάσουν οι δόσεις για έκτακτες οφειλές, όπως για παράδειγμα από φόρο κληρονομιάς ή γονική παροχή.
Συγκεκριμένα, χωρίς εισοδηματικά κριτήρια θα μπαίνει ο οφειλέτης στις 24 δόσεις, αλλά με υψηλότερο επιτόκιο, το οποίο θα αυξάνει ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων, υποχρεωτικά αντίθετα γίνονται τα εισοδηματικά κριτήρια, για ένταξη στη ρύθμιση των έως και 48 δόσεων.
Το καινούργιο στοιχείο της νέας πάγιας ρύθμισης που θα τεθεί σε εφαρμογή από το 2020, και προβλέπει διπλάσιο αριθμό δόσεων σε σχέση με την υφιστάμενη, είναι ότι αφορά όλες τις οφειλές, οποτεδήποτε και αν αυτές δημιουργήθηκαν, σε αντίθεση με όσα προέβλεπε το νομοσχέδιο στην αρχική του μορφή. Όταν εκείνο είχε δοθεί στις αρχές Νοεμβρίου σε διαβούλευση, όριζε ότι στη νέα πάγια ρύθμιση των 24 ή 48 δόσεων μπορούν να ενταχθούν μόνο όσα χρέη θα δημιουργηθούν το 2020. Πλέον δυνατότητα υπαγωγής σε αυτήν έχει σχεδόν το σύνολο των 3,2 εκατομμυρίων οφειλετών του Δημοσίου, με τις 24 δόσεις να αφορούν τακτικά χρέη από φόρο εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ, ΦΠΑ, και τις 48 δόσεις, έκτακτες οφειλές, όπως για παράδειγμα από φόρο κληρονομιάς ή γονική παροχή. Ως ελάχιστη μηνιαία δόση ορίζεται το ποσό των 30 ευρώ.
Εκείνοι που αποκλείονται από τη νέα πάγια ρύθμιση, είναι όσοι έχουν ήδη υπαχθεί στις νομοθετημένες ρυθμίσεις των 100 δόσεων που ίσχυσαν το 2015 ή στη νέα ρύθμιση των 120 δόσεων. "Εξαιρούνται και δεν υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος, οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί σε οποιαδήποτε νομοθετική ρύθμιση, η οποία κατά την 1.11.2019 ήταν σε ισχύ", όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η νέα διάταξη. Από εκεί και πέρα, όσοι φορολογούμενοι είναι ενταγμένοι στην υφιστάμενη πάγια ρύθμιση του υπουργείου Οικονομικών, μπορούν το 2020 να μεταπηδήσουν στη νέα, επωφελούμενοι έτσι από τον μεγαλύτερο αριθμό δόσεων.
Οι προϋποθέσεις για τις 24 και τις 48 δόσεις
Στην περίπτωση των 24 μηνιαίων δόσεων, η ένταξη σε αυτές δεν προϋποθέτει εισοδηματικά κριτήρια. Προβλέπει ωστόσο υψηλότερο επιτόκιο. Ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων που θα επιλέγουν οι οφειλέτες, θα αυξάνει και το επιτόκιο με το οποίο θα επιβαρύνεται η ρυθμισμένη οφειλή. Στην λογική αυτή, για χρέη που ρυθμίζονται σε έως 12 δόσεις, ο τόκος υπολογίζεται με βάση το τελευταίο δημοσιευμένο μέσο ετήσιο επιτόκιο δανείων σε ευρώ, χωρίς καθορισμένη διάρκεια αλληλόχρεων λογαριασμών που χορηγούνται από όλα τα πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα, πλέον 0,25%, ετησίως. Εάν πάλι ο οφειλέτης θέλει να ρυθμίσει τα χρέη του σε πάνω από 12 δόσεις, τότε θα δει το επιτόκιο να προσαυξάνεται κατά 1,5%. Εκείνοι δηλαδή που θα επιλέξουν να αποπληρώσουν τα χρέη τους σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, θα “τιμωρούνται” με υψηλότερο κόστος.
Εάν τώρα κάποιοι θέλουν να ρυθμίσουν έκτακτες οφειλές, όπως από φόρους κληρονομιάς, μπορούν να το κάνουν σε έως και 48 μηνιαίες δόσεις, αλλά με εφαρμογή εισοδηματικών κριτηρίων. Δύο παράγοντες θα λαμβάνονται υπόψιν, σε αυτές τις περιπτώσεις:
- Ο μέσος όρος του συνολικού εισοδήματος του οφειλέτη (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό) κατά τα τρία τελευταία φορολογικά έτη πριν την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση ή
- Το συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό) του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο. Σε αυτή την περίπτωση, το συνολικό εισόδημα θα πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, και συγκεκριμένα:
Με 4%, για ποσά έως 15.000 ευρώ
Με 6%, για ποσά από 15.000,01 έως 20.000 ευρώ
Με 8%, για ποσά από 20.000,01 έως 25.000 ευρώ
Με 10%, για ποσά από 25.000,01 έως 30.000 ευρώ
Με 12%, για ποσά από 30.000,01 έως 50.000 ευρώ
Με 15%, για ποσά από 50.000,01 έως 75.000 ευρώ
Με 20%, για ποσά από 75.000,01 100.000 ευρώ
Με 25%, για ποσά πάνω από 100.000 ευρώ
Τι ισχύει για συνεπείς και τι για ασυνεπείς οφειλέτες
Ένα ο οφειλέτης τηρήσει μέχρι και το τέλος τους όρους της ρύθμισης, τότε μετά την εξόφληση και της τελευταίας δόσης, θα του επιστραφεί το 25% των τόκων που έχει καταβάλει. Το ποσό αυτό δεν θα παρακρατείται, δεν θα κατάσχεται και δεν θα συμψηφίζεται με άλλες υποχρεώσεις του οφειλέτη προς το Δημόσιο ή τρίτους.
Εάν ωστόσο εκείνος σταματήσει να πληρώνει τις δόσεις τακτικής ή έκτακτης οφειλής, και ζητήσει να επανενταχθεί στη ρύθμιση, τότε θα πρέπει να πληρώσει διπλή προκαταβολή, θα του αφαιρεθούν οι δόσεις για τις οποίες ήταν συνεπής, ενώ το επιτόκιό του θα προσαυξηθεί κατά 1,5 μονάδες.
Σημειωτέον ότι στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις ΔΟΥ, τα Ελεγκτικά Κέντρα και τα Τελωνεία που κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή διευκόλυνση, ή άλλη νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών. Επίσης στη ρύθμιση μπορούν να υπαχθούν, έπειτα από επιλογή του οφειλέτη, και βεβαιωμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές που τελούν σε διοικητική ή δικαστική αναστολή.