Οι κατά δήλωσή τους εργαζόμενοι συνταξιούχοι ξεπέρασαν τους 80.000 και ο αριθμός τους διπλασιάστηκε σε σχέση με πέρυσι. Πολύ απλά διότι δεν υπάρχει πλέον το ψαλίδι του 30% στις συντάξεις αλλά μια… ευκολοχώνευτη μείωση του μισθού ή μια αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών που περιορίζεται στα 120-130 ευρώ τον μήνα.
Οι συνταξιούχοι που έχουν να προσφέρουν στην αγορά εργασίας και μετά τη συνταξιοδότησή τους δεν διστάζουν πλέον να κάνουν τη σχετική δήλωση στην πλατφόρμα, καθώς έχουν απαλλαγεί από τη μείωση της σύνταξης.
Και το κράτος κερδίζει διότι πλέον αυτό που προηγουμένως γινόταν κάτω από το τραπέζι (σ.σ δεν πιστεύει κανείς ότι μερικές χιλιάδες συνταξιούχοι βρήκαν ξαφνικά δουλειά μέσα σε μερικές εβδομάδες), τώρα γίνεται φανερά που σημαίνει ότι αποδίδει και σε φόρους εισοδήματος (σ.σ δύο πηγές εισοδήματος άρα περισσότερη φορολογητέα ύλη άρα υψηλότερος φορολογικός συντελεστής).
Είναι μια απλή αλλαγή της νομοθεσίας που μπορεί σε βάθος χρόνου να αλλάξει τις ζωές πολλών χιλιάδων ανθρώπων. Ο υποψήφιος συνταξιούχος που μπορεί να συνεχίσει να εργάζεται, δεν διστάζει πλέον να κάνει τα χαρτιά του. Γνωρίζει ότι θα λάβει τη σύνταξή του -με αυτό τον τρόπο που θα υπολογιστεί- αλλά και ότι δεν θα μειωθεί το εισόδημά του (το αντίθετο θα αυξηθεί) καθώς θα διατηρήσει και τη θέση εργασίας του.
Ο εργοδότης από την άλλη (ή ο πελάτης αν μιλάμε για ελεύθερους επαγγελματίες) δεν χάνει ένα έμπειρο στέλεχος σε μια περίοδο που στην αγορά εργασίας, η εξεύρεση εξειδικευμένου και έμπειρου προσωπικού δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Φυσικά δεν ισχύει για όλα τα επαγγέλματα αυτό.
Όμως είναι πολλές οι περιπτώσεις και το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι συνταξιούχοι έχουν ήδη ξεπεράσει τους 80.000 το αποδεικνύει. Κερδισμένο (ίσως και περισσότερο από όλους) είναι το κράτος. Φορτώνεται τη… ζημιά της σύνταξης (που ούτως ή άλλως θα συνέχιζε να την φορτώνεται) αλλά κερδίζει σε φορολογητέα ύλη λόγω της δεύτερης δουλειάς που υπό διαφορετικές συνθήκες δεν θα υπήρχε ή θα ήταν «μαύρη». Κερδίζει επίσης και σε ασφαλιστικές εισφορές σε μια περίοδο που η αύξησή τους συνιστά μείζον ζήτημα. Πολιτική… win -win.
Υπάρχει και ένα δεύτερο παράδειγμα. Μπορεί η κυβέρνηση να δέχτηκε έντονη κριτική για το γεγονός ότι μείωσε τον φόρο στα διανεμόμενα κέρδη, όμως, η εμπειρία των πρώτων ετών μετά την εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου απέδειξε ότι προέκυψε κέρδος όχι μόνο για τους μετόχους, αλλά και για το δημόσιο.
Οι φορολογικές δηλώσεις του 2020 αλλά και του 2021 αποτύπωσαν εισοδήματα από μερίσματα συνολικού ύψους 2,7 δισ.. ευρώ. Το 2022, το ποσό εκτοξεύτηκε στα 5,77 δισ. ευρώ και το 2023 στα 6,745 δισ. ευρώ. Μιλάμε για αύξηση φορολογητέας ύλης της τάξεως του 150%. Δεν το λες και λίγο. Τέτοια αύξηση φορολογητέας ύλης, υπερκαλύπτει τις απώλειες εσόδων από τη μείωση του φορολογικού συντελεστή ακόμη και κατά 50%.
Υπάρχουν άλλα πεδία άσκησης της ίδιας πολιτικής στην Ελλάδα; Ασφαλώς και υπάρχουν. Τα εισοδήματα από ενοίκια είναι το ένα πεδίο. Τι να το κάνεις να υιοθετείς συντελεστές 35% και 45% όταν κανείς δεν… τολμά να δηλώσει εισοδήματα από ενοίκια πάνω από 1.000 ευρώ τον μήνα.
Δεν είναι προτιμότερο να έρθουν τα εισοδήματα στο φως, να ξέρουν οι φορολογικές αρχές και τι εισπράττει στην πραγματικότητα ο ιδιοκτήτης και πόσες δαπάνες καταφέρνει και κάνει σε ετήσια βάση ο ενοικιαστής; Ή στο πεδίο της μισθολογικής κλίμακας, δεν είναι κρίμα τα στελέχη αντί να αμείβονται φανερά για το σύνολο των αποδοχών τους να καταφεύγουν σε παροχές σε είδος ή μαύρα επειδή νοιώθουν την απειλή του… 44%;