Το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης είναι γεγονός. Λαμβάνοντας υπόψη τα βελτιωμένα στοιχεία για τον πληθωρισμό, το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ανακοίνωσε ότι το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων θα ολοκληρωθεί στο τέλος του 2018, ενώ διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια.
Τα επιτόκια στην Ευρωζώνη θα παραμείνουν σε μηδενικά επίπεδα τουλάχιστον μέχρι το τέλος του καλοκαιριού του 2019, σε μια προσπάθεια να εξισορροπηθεί η άνοδος του πληθωρισμού με τις πολλαπλές εστίες αβεβαιότητας που απειλούν την οικονομία της Ευρωζώνης.
Όπως δήλωσε ο Μάριο Ντράγκι, στο πλαίσιο της πολυαναμενόμενης συνέντευξης τύπου που πραγματοποιήθηκε στη Ρίγα της Λετονίας, «το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων δεν εξαφανίζεται, καθώς αποτελεί πλέον ένα ακόμη εργαλείο στα χέρια της ΕΚΤ, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ανά πάσα στιγμή».
Ο Ιταλός κράτησε τις αποστάσεις, μίλησε με αυστηρότητα για όσους βλέπουν σενάρια συνομωσίας στις αγορές ιταλικών ομολόγων από την ΕΚΤ και ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει σε λεπτομέρειες για τις μελλοντικές κινήσεις της ΕΚΤ (τουλάχιστον μέχρι το τέλος Οκτωβρίου του 2019 όταν λήγει η θητεία του) διότι ο ρόλος του είναι να βρίσκεται σε επαγρύπνηση και να λαμβάνει αποφάσεις ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, οι αγορές θα διατηρηθούν στα 30 δισ. ευρώ μηνιαίως έως και τον Σεπτέμβριο και μετά θα μειωθούν στα 15 δισ. ευρώ το μήνα, μέχρι να μηδενιστούν στο τέλος του έτους. Επιπλέον, η ΕΚΤ αναφέρει ότι τα επιτόκια αναμένεται να παραμείνουν στα σημερινά μηδενικά επίπεδα τουλάχιστον έως το καλοκαίρι του 2019 και σε κάθε περίπτωση για όσο κριθεί αναγκαίο για να αδιασφαλιστεί ότι ο πληθωρισμός θα διατηρηθεί στο επιθυμητό επίπεδο.
Τέλος, το διοικητικό συμβούλιο προτίθεται να διατηρήσει το μέτρο της επανεπένδυσης των κεφαλαίων από την ωρίμανση των τίτλων που αγοράστηκαν μέσω του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης για εκτεταμένη περίοδο μετά το τέλος του QE και για όσο καιρό απαιτηθεί με γνόμωνα, πάντα, τη διασφάλιση ευνοϊκών συνθηκών ρευστότητας και νομισματικής διευκόλυνσης.
Στον απόηχο της ανακοίνωσης, το ευρώ καταγράφει σοβαρές απώλειες της τάξης του 1% στα 1,1672 δολάρια.
Όπως έχει αναφέρει το Liberal, ο «θάνατος» της ποσοτικής χαλάρωσης θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στις αγορές, τόσο σε ό,τι αφορά τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της περιφέρειας, όσο και στην ενίσχυση του ευρώ. Για την Ελλάδα το τέλος του QE έρχεται τη χειρότερη δυνατή στιγμή αφού συμπίπτει με το τέλος του τρίτου προγράμματος.
Η χώρα μας είχε ανάγκη το φθηνό χρήμα της ΕΚΤ για πολλούς λόγους. Ο πρώτος αφορά τον άμεσο αντίκτυπο. Από το 2015 η κεντρική τράπεζα αγοράζει κρατικά ομόλογα και στην ουσία δίνει ρευστότητα χωρίς κόστος γεγονός που ενισχύει την ανάπτυξη.
Δεύτερον, αν η Ελλάδα εντασσόταν στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων θα μπορούσε με πολύ μεγαλύτερη ευκολία να ανακτήσει πρόσβαση στις αγορές και να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της αλλά και να χτίσει ένα κεφαλαιακό μαξιλάρι που θα λειτουργεί ως εγγύηση σε περιόδους έντονων αναταράξεων.
Τρίτον, η ένταξη στο QE ισοδυναμεί με ένα τεράστιο βήμα για την επιστροφή στην κανονικότητα. Το ελληνικό δημόσιο δεν είναι μόνο αποκλεισμένο από τις αγορές αλλά και από το πρόγραμμα της ΕΚΤ λόγω της μη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Αν η ΕΚΤ δεχόταν την Ελλάδα έστω και στην τελευταία φάση της ποσοτικής χαλάρωσης θα έστελνε ένα ηχηρό μήνυμα στις αγορές το οποίο θα μείωνε δραστικά τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων.
Δυστυχώς, οι παλινωδίες της κυβέρνησης και οι τεράστιες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των αξιολογήσεων του προγράμματος στέρησαν από τη χώρα την ευκαιρία να βγει ομαλά από τη δίνη των μνημονίων. Πλέον, το σενάριο που συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες είναι αυτό της λήξης του QE πριν από το τέλος του 2018 που σημαίνει ότι το τρένο χάθηκε.
Κ. Μαριόλης