Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Οι οίκοι αξιολόγησης τονίζουν ότι δεν πρόκειται να δούμε αναβάθμιση στην «επενδυτική βαθμίδα» όσο δεν λύνεται το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων και οι Ευρωπαίοι ασκούν ασφυκτικές πιέσεις σε όλες τις χώρες που αντιμετωπίζουν το ίδιο φαινόμενο, με φόντο τις… αιώνιες διαφωνίες για την τραπεζική ένωση. Επομένως, η κυβέρνηση καλείται στο προσεχές διάστημα να «ξεμπλοκάρει» την έγκριση του σχεδίου που βασίζεται στο ιταλικό μοντέλο αλλά και να προωθήσει ταχύτατα το σχέδιο της ΤτΕ που προβλέπει και την αξιοποίηση του αναβαλλόμενου φόρου.
Στόχος είναι να μειωθεί το ποσοστό τους από το 40% σήμερα χαμηλότερα από το 10% το ταχύτερο δυνατό. Αυτό βέβαια, σημαίνει ότι τα «κόκκινα» δάνεια θα πρέπει να μειωθούν από το επίπεδο των 80 δισ. ευρώ κοντά στα 10 δισ. ευρώ για να δούμε πραγματική ανάπτυξη.
Παραδοσιακά το πρόβλημα με την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων ήταν το ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό. Όταν στην αρχή της ελληνικής κρίσης έγινε αισθητό το πρόβλημα κανείς δεν περίμενε ότι η κρίση θα κρατούσε σχεδόν μία δεκαετία και ότι πάνω που πηγαίναμε να ανακάμψουμε θα δίνονταν υποσχέσεις για Σεισάχθεια– γεγονός που γιγάντωσε το φαινόμενο των «στρατηγικών κακοπληρωτών». Τα κεφάλαια που δαπανήθηκαν για τις τράπεζες και οι πιέσεις από το εξωτερικό κατέστησαν τη λύση της bad bank… απαγορευτική, ενώ το «κούρεμα» των καταθέσεων στην Κύπρο άλλαξε τα δεδομένα στον τρόπο διαχείρισης της τραπεζικής κρίσης.
Σήμερα, σχεδόν όλες οι χώρες της Ευρωζώνης έχουν καταφέρει να περιορίσουν ή να θέσουν υπό έλεγχο το μείζον ζήτημα των NPLs εκτός από την Ελλάδα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το ποσοστό των NPLs σε επίπεδο Ευρωζώνης μειώθηκε στο τέλος Μαρτίου 2019 στο 3,65%, έναντι 4,64% που ήταν τον Μάρτιο του περασμένου έτους. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κόκκινα δάνεια υποχώρησαν στο ίδιο διάστημα στο 3,11% από 3,90%.
Η σύγκριση με την Ελλάδα είναι πραγματικά απογοητευτική καθώς το ποσοστό τους παραμένει στο 40%. Ακόμη και αν οι ελληνικές τράπεζες καταφέρουν να ξεπεράσουν κατά πολύ τους στόχους που έχουν συμφωνήσει με τον SSM – όπως για παράδειγμα η Eurobank – και μειώσουν το ποσοστό των κόκκινων δανείων στο 9% στο τέλος του 2021 ή του 2022, θα εμφανίζουν τριπλάσιο ποσοστό από την υπόλοιπη Ευρώπη. Στην περίπτωση δε, που δεν εφαρμοστεί κάποια συστημική λύση και απλώς μειωθούν τα κόκκινα δάνεια βάσει των στόχων του SSM, τότε το 2021 οι ελληνικές τράπεζες θα εμφανίζουν εξαπλάσιο ποσοστό από τις υπόλοιπες χώρες-μέλη.
Η κυβέρνηση πρέπει να συμφωνήσει σε μία συστημική λύση όχι μόνο γιατί έτσι θα έρθουν πιο γρήγορα αναβαθμίσεις αλλά και γιατί οι… γκρίνιες συνεχίζονται για την τραπεζική ένωση. Το μόνιμο επιχείρημα του λόμπι της Γερμανίας ήταν ότι όσο τα κόκκινα δάνεια στις χώρες του Νότου παραμένουν σε δυσθεώρητα επίπεδα η εγγύηση των καταθέσεων δεν μπορεί να προχωρήσει. Όμως σήμερα η Ιταλία, η οποία εμφάνιζε το μεγαλύτερο πρόβλημα σε επίπεδο όγκου προβληματικών δανείων, έχει καταφέρει να περιορίσει το φαινόμενο από τα 360 δισ. ευρώ στα 180 δισ. ευρώ, μέσω των κρατικών εγγυήσεων του προγράμματος «GACS» και πέτυχε μείωση στο 8% πολύ πιο κοντά στο μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Έτσι τα φώτα στρέφονται στην Ελλάδα όπου το ποσοστό των κόκκινων δανείων παραμένει το υψηλότερο στην Ευρώπη.
Ο σημερινός επικεφαλής του SSM, Αντρέα Ενρία, έχει ταχθεί υπέρ της εφαρμογής μιας πανευρωπαϊκής λύσης, μέσω της δημιουργίας μιας κεντρικής «εταιρείας διαχείρισης η οποία θα αναλαμβάνει να τιτλοποιήσει τα «κόκκινα» δάνεια χρησιμοποιώντας ευρωπαϊκές εγγυήσεις. Όμως ο πυρήνας της Ευρωζώνης αντιδρά καθώς οι περισσότερες χώρες-μέλη εμφανίζουν δείκτη κάτω του 5% και έτσι το πρόβλημα αφορά κυρίως την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Κύπρο και περισσότερο απ'' όλους την Ελλάδα. Επομένως, κάθε χώρα θα πρέπει να διαχειριστεί μόνη της το πρόβλημα. Η Κύπρος, από την πλευρά της, έχει καταφέρει να μειώσει τον δείκτη NPLs από 46% που ήταν το 2016 στο 20% στο α'' τρίμηνο του 2019.
Υπενθυμίζεται ότι η ΤτΕ έχει από καιρό προτείνει μια αποτελεσματική λύση η οποία προβλέπει τη μεταβίβαση σημαντικού μέρους των NPLs μαζί με μέρος της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTCs) που είναι εγγεγραμμένη στους ισολογισμούς των τραπεζών, σε Εταιρίες Ειδικού Σκοπού (NPL & DTC carve-out). Απώτερος σκοπός είναι όχι μόνο η σημαντική υπερκάλυψη των στόχων που έχουν συμφωνηθεί με την ΕΚΤ αλλά η «απελευθέρωση» των τραπεζών για να μπορούν να αποτελέσουν ξανά μοχλό ανάπτυξης.