Η βουτιά στην αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά την Παρασκευή ήταν ένα πρόσθετο ταπεινωτικό μήνυμα για τους επενδυτές. Μια υπενθύμιση οτι οι τοποθετήσεις μετά από διορθώσεις μπορεί να υπήρξε κερδοφόρα τακτική την τελευταία δεκαετία, αλλά μέχρι στιγμής φέτος έχει αποδειχτεί λάθος στρατηγική.
Ο δείκτης S&P500 δεν έχει καταφέρει διατηρήσιμα ριμπάουντ φέτος και οι κούρσες αντίδρασης έχουν αποτύχει. Έχει πραγματοποιήσει ράλι της τάξης του 6% ή και περισσότερο τέσσερεις φορές φέτος για να αντιστρέψει πορεία μετά και να υποχωρήσει σε νέα χαμηλά.
Η ανοδική αντίδραση των μετοχών στο ξεκίνημα της εβδομάδας που πέρασε μπορεί να επιφυλάσσει επανάληψη αυτού του μοτίβου. Τα στοιχεία από την αγορά εργασίας στις ΗΠΑ, που ήταν πάνω από τις προβλέψεις όσον αφορά στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, εξανεμίζουν τις ελπίδες ότι η Fed θα επιβραδύνει τον κύκλο των επιτοκιακών της αυξήσεων σύντομα.
Όσοι είχαν αγοράσει μετοχές, ποντάροντας σε ένα αδύναμο αριθμό για τις νέες θέσεις εργασίας που θα άνοιγε το δρόμο για αλλαγή πλεύσης από τη Fed, σίγουρα απογοητεύτηκαν. Πλέον, οι πιθανότητες για μια νέα αύξηση επιτοκίων 75 μονάδων βάσης από την αμερικανική κεντρική τράπεζα στη συνεδρίαση στη 1-2 Νοεμβρίου έχουν αυξηθεί στο 80% από 57% πριν.
Η Fed έχει ήδη ανεβάσει το παρεμβατικό της επιτόκιο στο 3%-3.25% φέτος στην προσπάθειά της να συμπιέσει τον υψηλότερο πληθωρισμό της τελευταίας 40ετίας και οι αξιωματούχοι της δεν κρύβουν ότι η κεντρική τράπεζα εστιάζει κατά προτεραιότητα στον πληθωρισμό. Τα στατιστικά στοιχεία για τον Σεπτέμβριο έδειξαν ότι προστέθηκαν 263.000 νέες θέσεις εργασίας στην οικονομία των ΗΠΑ, πάνω από τις προβλέψεις των οικονομολόγων, και το ποσοστό ανεργίας υποχώρησε στο 3,5%.
Σύμφωνα με τη BofA Global Research, «η Fed θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια μέχρις ότου εμφανιστούν ρήγματα στην αγορά εργασίας. Οι επενδυτές μπορεί να ελπίζουν για μια μεταστροφή από πλευράς Fed, αλλά η ελπίδα δεν είναι στρατηγική». Ήδη, μερικοί επενδυτές φαίνεται να έχουν ρίξει λευκή πετσέτα στις μετοχές καθώς οι εισροές σε αμοιβαία ρευστών διαθεσίμων έχουν αυξηθεί στο υψηλότερο επίπεδο από τον Απρίλιο του 2020.
Παράλληλα, ο δείκτης μεταβλητότητας VIX, το βαρόμετρο φόβου στη Wall Street, ανέβηκε πάνω από τις 30 μονάδες την Παρασκευή. Επίπεδα πάνω από τις 20 μονάδες συσχετίζονται με ανεβασμένο άγχος για τη βραχυπρόθεσμη πορεία της χρηματιστηριακής αγοράς, ενώ επίπεδα πάνω από τις 30 ή 35 μονάδες απεικονίζουν ακόμη μεγαλύτερο φόβο.
Οι πραγματικές αποδόσεις, αφαιρουμένου του πληθωρισμού, κινούνται ανοδικά και βρίσκονται κοντά στο υψηλότερο επίπεδο εδώ και μια δεκαετία, εξέλιξη που αποδυναμώνει την ελκυστικότητα των μετοχών και αποτελεί εν δυνάμει απειλή για περισσότερο πόνο στη χρηματιστηριακή αγορά.
Η προσοχή πλέον στρέφεται στα στοιχεία για τον πληθωρισμό που θα ανακοινωθούν αυτήν την εβδομάδα με την αγορά να περιμένει ενδείξεις ότι η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής της Fed αρχίζει να φέρνει αποτελέσματα, πιέζοντας τον πληθωρισμό χαμηλότερα. Για να αφήσει το πόδι από το γκάζι των επιτοκιακών αυξήσεων, η Fed θα πρέπει να πειστεί ότι ο πληθωρισμός επιβραδύνεται.
Με την επώδυνη πτώση της χρηματιστηριακής αγοράς να συνεχίζεται, οι επενδυτές αντιμετωπίζουν μια δύσκολη επιλογή. Να διατηρήσουν την έκθεση τους στις μετοχές ελπίζοντας σε καλύτερες ημέρες ή να τις αποφύγουν μέχρις ότου η κατάσταση βελτιωθεί;
O δείκτης S&P500 καταγράφει απώλειες 23% φέτος και το σύντομο ράλι στις αρχές Οκτωβρίου φαίνεται να καταρρέει καθώς τα στοιχεία συνηγορούν για περισσότερες επιτοκιακές αυξήσεις μέχρις ότου κερδηθεί η μάχη με τον πληθωρισμό. Η κατρακύλα των μετοχών φέτος έχει ωθήσει τους επενδυτές σε μείωση θέσεων σε μετοχές και στροφή σε πιο ασφαλείς τοποθετήσεις με τις υψηλότερες αποδόσεις που προσφέρουν τα ομόλογα μέχρι και τα αμοιβαία διαθεσίμων να τους προσελκύουν πλέον.