Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας κατά την ομιλία του στην 92η Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των Μετόχων της Τράπεζας επεσήμανε ότι τα δημοσιονομικά μεγέθη εκτιμάται ότι θα παραμείνουν σε υγιή επίπεδα και το 2025.
Ωστόσο μίλησε για τους κινδύνους που θα επιφέρουν οι δασμοί Τραμπ και το πως έμμεσα θα επηρεάσουν την Ελλάδα. Όπως είπε ο κ. Στουρνάρας ο τρόπος για να προστατευτεί η χώρα μας είναι η συνέχιση της δημοσιονομικής πολιτικής, η προσέλκυση επενδύσεων και η υλοποίηση μεταρρυθμίσεων με στόχο την ενίσχυση της παραγωγικότητας.
Αναφορά έγινε στις θετικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, αλλά και στο πόσο σημαντική είναι η απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς παρέχουν σημαντική δημοσιονομική ώθηση στην οικονομία.
Το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2024 αναμένεται να διαμορφωθεί στο 3,5% του ΑΕΠ, ενώ σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να διατηρηθεί στο 2,3% και το 2025 – επίπεδο πολύ υψηλότερο από το μέσο όρο της ευρωζώνης.
Ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει ελαφρώς το 2025 στο 2,9%, ενώ ο δομικός πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα παραμείνει σταθερός. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών προβλέπεται να βελτιωθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ, παραμένοντας ωστόσο σε υψηλό επίπεδο.
Τα θετικά του 2025
Τα δημοσιονομικά μεγέθη εκτιμάται ότι θα παραμείνουν σε υγιή επίπεδα και το 2025. Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί στο 2,6% του ΑΕΠ. Παράλληλα, το δημόσιο χρέος προβλέπεται να συνεχίσει την πτωτική του πορεία, φθάνοντας στο 144,4% του ΑΕΠ.
Η νομισματική πολιτική το 2025 αναμένεται να γίνει σταδιακά λιγότερο περιοριστική, καθώς τα επιτόκια πολιτικής θα συνεχίσουν να μειώνονται.
«Η επιβολή δασμών των ΗΠΑ ανατρέπει το καθεστώς στο διεθνές εμπόριο. Η Ελλάδα, αν και έχει μικρή εξάρτηση από τις ΗΠΑ και επομένως αναμένεται να έχει περιορισμένες άμεσες επιπτώσεις από την αύξηση δασμών, ενδέχεται να επηρεαστεί έμμεσα, καθώς μια συνολική επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου μπορεί να μειώσει τη ζήτηση για ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες και να περιορίσει τις προοπτικές ανάπτυξης», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Στουρνάρας.
Η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να επιδεικνύει ισχυρή ανθεκτικότητα και να καταγράφει θετικές επιδόσεις. Το 2024 ο ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε στο 2,3%, παραμένοντας στα ίδια επίπεδα σε σχέση με το προηγούμενο έτος και αισθητά υψηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ειδική αναφορά αξίζει να γίνει στον τομέα των επενδύσεων, ο οποίος παρουσιάζει ισχυρή δυναμική τα τελευταία χρόνια. Ο γενικός πληθωρισμός υποχώρησε περαιτέρω το 2024, φθάνοντας στο 3%. Η αγορά εργασίας συνέχισε τη θετική της δυναμική και το 2024, με την ανεργία να υποχωρεί περαιτέρω στο 10,1% και τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό να ενισχύεται.
Τροχοπέδη για τη βελτίωση της κατάταξης της Ελλάδος στους διεθνείς δείκτες ανταγωνιστικότητας αποτελεί η υστέρηση σε κρίσιμους τομείς, όπως ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η καινοτομία και οι παραγωγικές επενδύσεις.
Η αύξηση μάλιστα των αποδοχών των εργαζομένων το 2024 ήταν σημαντικά υψηλότερη σε σχέση με το 2023, ενισχύοντας ουσιαστικά το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Πιο συγκεκριμένα, οι συνολικές αμοιβές από εξαρτημένη εργασία αυξήθηκαν με ρυθμό 7,4%, ενώ οι αμοιβές ανά μισθωτό κατέγραψαν άνοδο της τάξεως του 6%. Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλαν τρεις βασικοί παράγοντες: (1) η αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, (2) η επαναφορά των επιδομάτων προϋπηρεσίας (τριετιών) για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα και (3) η περαιτέρω αύξηση του κατώτατου μισθού.
Επιδείνωση κατέγραψε και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, με το έλλειμμα να διευρύνεται στο 6,4% του ΑΕΠ. Αντίθετα, οι ξένες άμεσες επενδύσεις σημείωσαν σημαντική άνοδο το 2024, αγγίζοντας τα €6 δισεκ. (ή περίπου 2,5% του ΑΕΠ).
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2024 αναμένεται να διαμορφωθεί στο 3,5% του ΑΕΠ – επίπεδο σημαντικά υψηλότερο από τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Σχεδίου και του Προϋπολογισμού.
Ταμείο Ανάκαμψης
Όσον αφορά την απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης – που παρέχουν σημαντική δημοσιονομική ώθηση στην οικονομία – η Ελλάδα συνεχίζει να συγκαταλέγεται στους πρωτοπόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μέχρι σήμερα, η χώρα έχει εισπράξει το 51% των συνολικών διαθέσιμων κονδυλίων, (δηλαδή περίπου €18 δισεκ.), έχοντας ήδη εκπληρώσει το 28% των συμφωνημένων στόχων του προγράμματός της. Με την επόμενη δόση, που αναμένεται σύντομα, το συνολικό ποσό θα ανέλθει στα €21,3 δισεκ. – περίπου 60% των συνολικών διαθέσιμων πόρων – με ποσοστό υλοποίησης των προαπαιτούμενων δράσεων που θα φθάνει το 35%.
Τα τραπεζικά επιτόκια
Τα τραπεζικά επιτόκια χορηγήσεων κινήθηκαν πτωτικά στις περισσότερες κατηγορίες δανείων, ακολουθώντας τη γενικότερη αποκλιμάκωση των επιτοκίων της νομισματικής πολιτικής. Το κόστος τραπεζικού δανεισμού για τις επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 32 μ.β., καθώς τα περισσότερα επιχειρηματικά δάνεια είναι κυμαινόμενου επιτοκίου και συνδέονται άμεσα με κάποιο επιτόκιο αναφοράς. Για τα δάνεια προς τα νοικοκυριά, οι μειώσεις των επιτοκίων ήταν συνολικά πιο περιορισμένες: ενώ τα επιτόκια των καταναλωτικών δανείων μειώθηκαν κατά 50 μ.β., τα επιτόκια στα στεγαστικά δάνεια παρέμειναν ουσιαστικά αμετάβλητα.
Πτωτική πορεία κατά τη διάρκεια του έτους παρουσίασαν και τα επιτόκια καταθέσεων, παραμένοντας ωστόσο, κατά μέσο όρο, σε υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Οι καταθέσεις
Οι τραπεζικές καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα συνέχισαν την ανοδική τους πορεία το 2024, με ρυθμό ταχύτερο σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Συνολικά, οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά €8,6 δισεκ. το 2024 και το υπόλοιπό τους διαμορφώθηκε στα €204 δισεκ. – το υψηλότερο επίπεδο από τις αρχές του 2011.
Η δημιουργία του λεγόμενου “πέμπτου πόλου” – με αυξήσεις κεφαλαίου των μικρότερων ιδρυμάτων και κυρίως με τη συγχώνευση της Παγκρήτιας Τράπεζας με την Τράπεζα Αττικής – αύξησε τον ανταγωνισμό στον τραπεζικό κλάδο και διεύρυνε τις δυνατότητες χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Οι θετικές εξελίξεις στα βασικά μεγέθη των τραπεζών, σε συνδυασμό με τη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου, αποτυπώθηκαν μεταξύ άλλων στις συνεχείς αναβαθμίσεις του αξιόχρεου των ελληνικών τραπεζών από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, ενδυναμώνοντας περαιτέρω το κλίμα εμπιστοσύνης προς το χρηματοπιστωτικό τομέα της χώρας.
Αναφορικά με τους κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία πρωταγωνιστής είναι οι δασμολογικές πολιτικές των ΗΠΑ και τα αντίμετρα από βασικούς εμπορικούς εταίρους τους.
Για την ελληνική οικονομία, η βασική πρόκληση παραμένει η διατήρηση ισχυρού ρυθμού ανάπτυξης και η επιτάχυνση της πραγματικής σύγκλισης προς το μέσο όρο της ΕΕ. Πέρα από τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς κινδύνους, πρόσθετες αβεβαιότητες αποτελούν: (1) ενδεχόμενες καθυστερήσεις στην απορρόφηση και την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, (2) η αυξανόμενη συχνότητα και ένταση των φυσικών καταστροφών λόγω της κλιματικής κρίσης και (3) η εντεινόμενη στενότητα στην αγορά εργασίας και οι υψηλότερες μισθολογικές αυξήσεις.
Οι προτάσεις του Γιάννη Στουρνάρα
Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, ιδιαίτερα σε τομείς με διαχρονικές αδυναμίες (όπως η απονομή δικαιοσύνης), αποτελεί προϋπόθεση για την ενίσχυση της επενδυτικής εμπιστοσύνης και την προσέλκυση νέων κεφαλαίων. Παρεμβάσεις που περιορίζουν τη γραφειοκρατία, επιταχύνουν τον ψηφιακό μετασχηματισμό και προωθούν τον ανταγωνισμό μπορούν να βελτιώσουν ουσιαστικά το επιχειρηματικό περιβάλλον. Παράλληλα, είναι κρίσιμη η επιτάχυνση της απορρόφησης και η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, με στόχο τη μείωση του επενδυτικού κενού, την ενίσχυση του δυνητικού προϊόντος και της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας και συνολικά τη βελτίωση της ανθεκτικότητας της οικονομίας.
Το ευρωπαϊκό σχέδιο επανεξοπλισμού προσφέρει στην Ελλάδα μια στρατηγική ευκαιρία για την ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας και της παραγωγικής της βάσης. Μέσω της κοινής ευρωπαϊκής χρηματοδότησης, η χώρα μπορεί να επωφεληθεί ουσιαστικά, υπό την προϋπόθεση ενεργού συμμετοχής της σε διεθνή σχήματα συμπαραγωγής
Οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες θα πρέπει να κατευθύνονται σε καλά σχεδιασμένες επενδύσεις με υψηλό αναπτυξιακό αποτύπωμα − σε υποδομές, ενέργεια, έρευνα και καινοτομία − ώστε να ενισχύονται και άλλοι κλάδοι της οικονομίας.
Οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας συνδέονται άμεσα με την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της ευρωζώνης – κάτι που προϋποθέτει την επιτάχυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης και τον αποτελεσματικότερο συντονισμό των πολιτικών.
Η ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης, η δημιουργία μιας πλήρως λειτουργικής Ένωσης Κεφαλαιαγορών – στο πλαίσιο της στρατηγικής για την Ένωση Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων – καθώς και η διαμόρφωση μιας συνεκτικής στρατηγικής για τη Δημοσιονομική Ένωση είναι κρίσιμες προτεραιότητες.