Οι σχέσεις Ελλάδας και Ισραήλ συνεχώς ενισχύονται. Αυτό ήταν το βασικό συμπέρασμα της Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των μελών του Ελληνο-Ισραηλινού Επιμελητηρίου Εμπορίου και Τεχνολογίας που πραγματοποιήθηκε σήμερα διαδικτυακά, με τους συμμετέχοντας να εκπέμπουν μήνυμα για τη διαρκή βελτίωση των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.
Στον απολογισμό των δράσεών της προχώρησε το Ελληνο-Ισραηλινό Επιμελητήριο Εμπορίου και Τεχνολογίας κατά τη διάρκεια της σημερινής Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των μελών της.
Κάνοντας τον απολογισμό των δράσεων στο πλαίσιο της σημερινής Τακτικής Γενικής Συνέλευσης, ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Βασίλης Παϊσιος σημείωσε πως «το Επιμελητήριο συνεχώς αυξάνεται. Καθώς είχαμε ξεκινήσει με 10 μέλη και πλέον τα μέλη μας ξεπερνούν τα 185 ενεργά και σημαντικά μέλη. Επίσης, σήμερα είναι μια ημέρα μνήμης στο Ισραήλ για τους άγνωστους νεκρούς που έπεσαν στους αγώνες για ανεξαρτησία του Ισραήλ και σε διάφορες τρομοκρατικές επιθέσεις που έγιναν». Κάνοντας ο ίδιος έναν σύντομο απολογισμό σημείωσε πως «σκοπός μας είναι η ενίσχυση και ο εμπλουτισμός των ήδη καλών σχέσεων των δύο κρατών. Σε εμπορικό, αναπτυξιακό επίπεδο και όχι μόνο».
Από τη μεριά του ο αντιπρόεδρος του Ελληνο-Ισραηλινού Επιμελητηρίου Εμπορίου και Τεχνολογίας Άρης Δασκαλόπουλος υπογράμμισε πως «Ελλάδα και Ισραήλ είναι δύο μικρές χώρες με ιστορία όμως χιλιάδων ετών. Τα τελευταία χρόνια δημιουργούν μια νέα σημαντική ιστορία», ενώ σημείωσε πως η Ελλάδα είναι σημαντικός τουριστικός προορισμός για τους Ισραηλινούς καθώς «κάθε έτος πάνω από 1 εκατομμύρια Ισραηλινοί επισκέπτονται τη χώρα».
Στην παρέμβασή του ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας αναφέρθηκε στη νέα οικονομική πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί μετά την πανδημία, σημειώνοντας πως «το ξέσπασμα της πανδημίας αποτέλεσε καμπή για την οικονομική κατάσταση. Το παγκόσμιο ΑΕΠ συρρικνώθηκε για πρώτη φορά 3,5% και μετά το τέλος της πανδημίας θα υπάρχει μια διαφορετική οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα. Η αύξηση της ανεργίας λόγω της επιτάχυνσης της αυτοματοποίησης και των ψηφιακών ανισοτήτων, η δαχείριση του διογκούμενου ιδιωτικού χρέους και η θωράκιση των συστημάτων υγείας είναι σημαντικές προκλήσεις, όπως και η κλιματική αλλαγή και η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή. Για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις αυτές χρειάζονται συνεργασία, ευρύτερες συνέργειες»
Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας αναφέρθηκε και στην ελληνική πραγματικότητα τονίζοντας πως «η ύφεση το 2020 ήταν 8,2%. Όμως ως χώρα δείξαμε αντοχή και προσάρμοση στις συνθήκες. Η ύφεση ήταν χαμηλότερη από αυτή που προέβλεπαν οίκοι αξιολόγησης και αναλυτές, ενώ τα μέτρα αναστολής είσπραξης των δανείων και τα πρωτοφανή μέτρα στήριξης ύψους 11,2% του ΑΕΠ άμβλυναν τις επιπτώσεις στην απασχόληση και στις επιχειρήσεις. Αναμένουμε η ανάκαμψη για την ελληνική οικονομία να ξεκινήσει από το β’τρίμηνο του έτους και εκτιμούμε πως το ΑΕΠ θα αναπτυχθεί 4,2% φέτος και 4,8% το 2022. Ωστόσο, η ταχύτητα της ανάκαμψης θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες όπως είναι η επιτάχυνση του εμβολιαστικού προγράμματος, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς».
Τέλος, ο κ.Στουρνάρας τόνισε πως αποτελεί ένα στοίχημα «το αξιόχρεο της χώρας μετά την πανδημία. Πρέπει να υπάρξει ενίσχυση των επενδύσεων, αποτελεσματική αξιοποίηση ευρωπαϊκών εργαλείων, αντιμετώπιση του ζητήματος των κόκκινων δανείων, φορολογικές μεταρρυθμίσεις, αναδιάρθρωση δημοσίων δαπανών και επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού, προκειμένου η χώρα να καταγράψει ανάπτυξη και να υπάρξει δημοσιονομική ισορροπία».
Με τη σειρά του ο Αναπληρωτής Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Νίκος Παπαθανάσης τόνισε πως «η σύγχρονη Ελλάδα έχει ως θεμέλιο λίθο της τις αξίες κατά του αντισημιτισμού και το Ισραήλ και η Ελλάδα αντιπροσωπεύουν δύο χώρες με ισχυρές δημοκρατίες. Στόχος μας είναι να αποτελέσουμε σταθεροποιητικό παράγοντα στην Ανατολική Μεσόγειο και στην ευρύτερη περιοχή», ενώ αναφέρθηκε και στις Ισραηλινές επενδύσεις επισημαίνοντας πως «υπάρχει μεγάλο περιθώριο για επενδύσεις στη χώρα μας. Ήδη έχει εκφραστεί ενδιαφέρον για επενδύσεις στον κλάδο του Real Estate, της τεχνολογίας και μερικές από αυτές ήδη υλοποιούνται».
Τέλος, ο κ. Παπαθανάσης αναφερόμενος στην ελληνική οικονομία υπογράμμισε πως «στόχος μας είναι η βιομηχανική παραγωγή από 9,5% που είναι σήμερα να φτάσει εντός δεκαετίας το 15%. Το Ταμείο Ανάκαμψης θα παίξει καταλυτικό ρόλο καθώς θα δοθούν 32 δις. ευρώ που θα μοχλευθούν έως το 2026 σε 57 δις.ευρώ. Αυτές οι επενδύσεις, συνδυαζόμενες με τις μεταρρυθμίσεις θα ενισχύσουν την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση και θα οδηγήσουν την ελληνική οικονομία σε ανάκαμψη».