Η είδηση που περιλαμβάνει το προσχέδιο του προϋπολογισμού, το οποίο κατατίθεται σήμερα στη Βουλή, είναι σημαντική. Το πρωτογενές πλεόνασμα για φέτος θα ξεπεράσει κατά πολύ τον στόχο του 0,7% και θα κυμανθεί πάνω από το 1% του ΑΕΠ.
Τα αρκετά αυτά επιπλέον εκατοντάδες εκατομμύρια που θα περιλαμβάνουν οι ανακοινώσεις του Κωστή Χατζηδάκη είναι αρκετά για να στείλουν ένα ακόμη σήμα στις αγορές ότι δεν κινδυνεύει η δημοσιονομική σταθερότητα. Και ότι μπορεί να έχουν προηγηθεί δύο συμπληρωματικοί προϋπολογισμοί, ένας 700 εκατ. για να καλυφθούν οι προεκλογικές εξαγγελίες και οι εκλογικές δαπάνες, και ένας 600 εκατ. για την πρώτη αρωγή έναντι των καταστροφών στη Θεσσαλία, ωστόσο η Ελλάδα παραμένει μακριά από τις εσφαλμένες πρακτικές του παρελθόντος.
Κυρίως όμως το προσχέδιο του προϋπολογισμού στέλνει το μήνυμα ότι τα πλεονάσματα παραμένουν η βασική προτεραιότητα της δημοσιονομικής πολιτικής και ότι οι επιδόσεις της τελευταίας τετραετίας έχουν συνέχεια. Ότι η επιστροφή το 2022 σε πρωτογενές πλεόνασμα 0,1% έναντι αρχικής πρόβλεψης για έλλειμμα 1,6% του ΑΕΠ, δεν ήταν πυροτέχνημα. Και ότι η κυβέρνηση έπεσε μέσα στην πρόβλεψη για 1,1% που περιελάμβανε το Πρόγραμμα Σταθερότητας, το οποίο είχε καταθέσει τον Απρίλιο στην Κομισιόν, χαμηλώνοντας ωστόσο η ίδια τον στόχο και διατηρώντας τον στο 0,7%, επικαλούμενη τις επιπλέον δαπάνες που θα προέκυπταν από τις προεκλογικές της δεσμεύσεις.
Στα βασικά μεγέθη της οικονομίας, ο προϋπολογισμός προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,3% για φέτος και 3% του χρόνου και μείωση του δημοσίου χρέους στο 152,2% του ΑΕΠ στα τέλη του 2024 έναντι 159% φέτος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα 358 δισ. του στόχου δεν παραμένουν ένα δυσθεώρητο ποσό.
Η ευχάριστη έκπληξη του προϋπολογισμού είναι το πρωτογενές πλεόνασμα. Επιβεβαιώνει όσα είδαν οι τέσσερις μέχρι σήμερα οίκοι αξιολόγησης που έχουν αναβαθμίσει την ελληνική οικονομία (R&I, DBRS, Scope Ratings, Moody’s) και θέτει τις βάσεις για δύο εξελίξεις. Αφενός για να δούμε και νέες αναβαθμίσεις τους επόμενους μήνες, καθώς στις 20 Οκτωβρίου αναμένουμε την S&P και την 1η Δεκεμβρίου τη Fitch, και αφετέρου για να μειωθούν τα εμπόδια στον δρόμο προς την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του 2024. Μια χρονιά όπου επανέρχονται οι αυστηροί δημοσιονομικοί κανόνες. Και η φετινή επίδοση είναι σημαντική, καθώς όταν μια χώρα πετυχαίνει καλύτερο αποτέλεσμα από τους στόχους, η επίδραση (carry over effect) του ρυθμού μεγέθυνσης, δημιουργεί καλύτερες συνθήκες για την επίτευξη των στόχων της επόμενης, ειδικά όταν αυτοί είναι αρκετά δύσκολοι, όπως το 2024.
Στην πράξη, οι ξένοι οίκοι βλέπουν ότι αφού η κυβέρνηση έχει ορίζοντα τετραετίας, η Ελλάδα έχει μπροστά ένα σταθερό μονοπάτι και αυτό σε μια εποχή όπου το διεθνές περιβάλλον είναι ασταθές. Αυτό δε σημαίνει φυσικά ότι ένας επενδυτής θα επιλέξει την Ελλάδα γυρνώντας π.χ. την πλάτη στην «ΑΑΑ» Γερμανία (βρίσκεται δέκα σκαλοπάτια πάνω από μας), ωστόσο θα μπορούσε να την προτιμήσει συγκρίνοντας τη με οικονομίες παρόμοιας αξιολόγησης.
Τα δύσκολα φυσικά είναι πάντα μπροστά μας, αφού του χρόνου ο στόχος αφορά πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ. Κάτι που σημαίνει υπερδιπλάσιο του φετινού - άρα και της προσπάθειας - μικρότερος έως ανύπαρκτος χώρος για οριζόντια μέτρα στήριξης και επιδόματα, περαιτέρω συμπίεση των πρωτογενών δαπανών και ενώ ουδείς αποκλείει να εμφανιστούν νέες καταστροφές από κλιματικά φαινόμενα. Το πόσο δύσκολο είναι το στοίχημα αποτυπώνεται στη συμφωνία του Eurogroup (2018) για το ελληνικό χρέος, η οποία προβλέπει κατά μέσο όρο πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ κάθε χρόνο μέχρι το 2060. Και τον Μάιο του 2022 στη 14η έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας της Κομισιόν, ανέφερε ότι το ελληνικό χρέος θα είναι βιώσιμο μόνο με μεγάλα πλεονάσματα έως και 2,6% μέχρι το 2060.
Το γεγονός ότι ο προυπολογισμός υπεραποδίδει έχει φανεί εδώ και καιρό. Τα φορολογικά έσοδα του πρώτου οκταμήνου, ύψους 40 δισ. ευρώ, όπως και η υπέρβαση κατά 3,4 δισ. του αρχικού στόχου, ήταν εντυπωσιακά νούμερα, ωστόσο θα ήταν απατηλό να νομίσει κανείς ότι αυτά μπορεί να διοχετευτούν σε οριζόντιες παροχές και market pass. Αφαιρώντας από το ποσό της υπέρβασης, τα έσοδα που βεβαιώθηκαν πέρυσι αλλά μπήκαν στα ταμεία φέτος, τις δαπάνες που προβλέπουν οι δύο συμπληρωματικοί προυπολογισμοί (προεκλογικές εξαγγελίες, αποζημιώσεις για τις φυσικές καταστροφές), δε μένει σχεδόν τίποτα.
Ταυτόχρονα με το «καρότο» της διπλής αναβάθμισης, υπήρχε και το «μαστίγιο» της διατήρησης του outlook της Ελλάδας σταθερoύ. Την ίδια στιγμή ναι μεν ανοίγονται νέοι αναπτυξιακοί ορίζοντες αλλά η Ελλάδα έχει μπροστά τεράστιες προκλήσεις, που θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το πιστωτικό της προφίλ, περισσότερο απ’ ότι μπορεί κανείς σήμερα να υπολογίσει, όπως έλεγε και η Moody's. Οι επενδύσεις ναι μεν αυξάνονται, αλλά παραμένουν ακόμη χαμηλές, το δημόσιο χρέος είναι υψηλό, ενώ η γήρανση και η κλιματική αλλαγή, είναι πολύ μεγάλοι κίνδυνοι.
Οι οικονομικές εξελίξεις χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα, όπως ανέφερε προ ημερών και το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, μιλώντας για τις καταστροφικές επιπτώσεις των καλοκαιρινών πυρκαγιών και των ακραίων φαινομένων στη Θεσσαλία. Το πάπλωμα δηλαδή είναι συγκεκριμένου μήκους.