Το μέλλον είναι πάντα απρόβλεπτο. Πως άλλωστε θα μπορούσε να προβλεφθεί όταν οι προοπτικές που είναι εφικτές κάθε στιγμή, αλλάζουν δυναμικά και διαμορφώνονται από πλήθος ανθρώπινων αποφάσεων, πολιτικών, τυχαίων γεγονότων και φυσικών φαινομένων. Σε αυτό το πολύπλοκο, ασαφές, σύνθετο και ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον, στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης παραμένει η προσμονή της σταθερότητας. Μία σταθερότητα η οποία συνήθως ερμηνεύεται ως επιστροφή στο παρελθόν.
Σε αυτό το δυναμικό περιβάλλον εταιρίες και κυβερνήσεις αναζητούν λύσεις σε παραδοσιακά μοντέλα παραγωγής, σε κλασσικά χρηματοδοτικά εργαλεία και σε «βρώμικες» μορφές ενέργειας, προσδοκώντας την επιστροφή στην κανονικότητα. Σε μία όμως κανονικότητα όπου το μοντέλο παραγωγής ήταν ήδη μη-ανταγωνιστικό, οι τραπεζικές χρηματοδοτήσεις των επιχειρήσεων ήδη προβληματικές, και το πραγματικό κόστος της ενέργειας ήδη αρκετά ακριβό.
Είχα πριν από λίγους μήνες μια συζήτηση με φίλη από τη δυτική Μακεδονία, η οποία ανησυχούσε για τις επιπτώσεις του πολέμου στη βιομηχανία γούνας στην Καστοριά. Καθώς απαριθμούσα τους λόγους και τις παγκόσμιες τάσεις που καθιστούν τη βιομηχανία της γούνας μη-βιώσιμη (κυρίως για λόγους που σχετίζονται με τη μεταχείριση των ζώων), η φίλη μου υπερασπιζόταν με σθένος την ανάγκη στήριξης της παράδοσης της περιοχής και της τοπικής οικονομίας.
Μία αντίστοιχη κατάσταση βιώνουμε στον τομέα της ενέργειας. Η πρόσφατη ενεργειακή κρίση από πολλούς ερμηνεύεται ως υποχρέωση να καθυστερήσουμε την πράσινη μετάβαση και ως μονόδρομο την αξιοποίηση του «δωρεάν» λιγνίτη, παρά του γεγονότος ότι το συνολικό κόστος παραγωγής ενέργειας από λιγνίτη παραμένει τεράστιο αν συνυπολογίσουμε τους περιβαλλοντικούς φόρους και μια επιστροφή θα ισοδυναμούσε με καταστροφή και υποθήκευση των μελλοντικών προοπτικών για την ενεργειακή αυτονομία της χώρας.
Ωστόσο, το μεγάλο πλεονέκτημα της Ελλάδας στην ενέργεια δεν είναι ο λιγνίτης ούτε τα κοιτάσματα πετρελαίου στο Αιγαίο, όπως ενίοτε λέγεται. Το πλεονέκτημα είναι οι μέρες ηλιοφάνειας και κυρίως το θαλάσσιο αιολικό δυναμικό που μπορεί να καταστήσει το Αιγαίο πράσινο εργοστάσιο ενέργειας. Επιπλέον, είναι και η γεωγραφική θέση της χώρας πλεονεκτική καθώς καθιστά δυνατή την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας-Αιγύπτου, και κατ΄ επέκταση την πρόσβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στη Βόρεια Αφρική.
Ο τομέας της αγροδιατροφής στην Ελλάδα έχει επίσης ένα τεράστιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. To πλεονέκτημα αυτό δεν είναι ο ήλιος, το κλίμα ή τα παραδοσιακά ελαιοπερίβολα - η απόδοση των θερμοκηπίων της ψυχρής συννεφιασμένης Ολλανδίας είναι αρκετές φορές μεγαλύτερη –, είναι το “brand” της μεσογειακής διατροφής το οποίο παραμένει εν πολλοίς ανεκμετάλλευτο.
Τέλος, ένας άλλος απρόβλεπτος παράγοντας είναι η κλιματική αλλαγή, η οποία είναι σε εξέλιξη, και έχει κυριότερο χαρακτηριστικό της το άγνωστο των επιπτώσεων σε τοπικό επίπεδο. Σε μάκρο-κλίμακα γνωρίζουμε ότι αυξάνονται η θερμοκρασία και η στάθμη της θάλασσας, αλλά είναι ουσιαστικά άγνωστες οι αλλαγές που θα επιφέρει η παγκόσμια κλιματική κρίση σε τοπικό επίπεδο.
Πιθανόν κάποιες περιοχές της Ελλάδας θα υποστούν ερημοποίηση καθιστώντας αδύνατες κάποιες καλλιέργειες, ενώ αλλού ίσως αυξηθούν σημαντικά οι βροχοπτώσεις καταστρέφοντας την τουριστική σεζόν ή μειώνοντας σημαντικά την απόδοση φωτοβολταϊκών πάρκων. Διεθνώς οι φυσικές καταστροφές που σχετίζονται με την κλιματική κρίση απασχολούν ασφαλιστικές εταιρίες και χρηματοοικονομικούς οργανισμούς και αντίστοιχη συζήτηση πρέπει να κάνει και ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα, λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο.
Σύμφωνα με το Dator, διάσημο ακαδημαϊκό στον τομέα της προόρασης (foresight) , το μέλλον πάντα εξελίσσεται με τρόπους που περιγράφονται από τέσσερα διαφορετικά αρχέτυπα: α) ανάπτυξης, β) κατάρρευσης, γ) πειθαρχίας, ή δ) μετασχηματισμού (εικόνα 1).
Εικόνα 1: Τα τέσσερα αρχέτυπα εξέλιξης κατά Dator.
Σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει ανάπτυξη μέσω επιστροφής στο παρελθόν, η οποία οδηγεί τελικά μόνο στην κατάρρευση. Όπως η βιομηχανική επανάσταση έφερε την επιστήμη των οικονομικών, η νέα πραγματικότητα απαιτεί ανοιχτή σκέψη και εργαλεία προόρασης για την ανάδειξη των προκλήσεων που θα συνεχίσουν να έρχονται.
* O Επαμεινώνδας Χριστοφιλόπουλος είναι Επικεφαλής Επιστημονικός Σύμβουλος, της Ειδικής Γραμματείας Προοπτικής Διερεύνησης, στην Προεδρία της Κυβέρνησης