Στο σημερινό Συνέδριο για την Οικονομία του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου στο πάνελ με θέμα τις διατλαντικές σχέσεις και ειδικότερα στο πλαίσιο της διαδικασίας του κοινού Συμβουλίου Εμπορίου και Τεχνολογίας ΕΕ - ΗΠΑ (TTC) / the E.U.-U.S. Trade and Technology Council process, το οποίο συντόνισε ο Ηλίας Σπιρτούνιας, Γενικός Διευθυντής του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, έθεσε σχετικά ερωτήματα στους συμμετέχοντες.
H CEO του Ευρω-αμερικανικού Επιμελητηρίου / AmchamEU Σούζαν Ντέιντζερ / Susan Danger στο ερώτημά του αν «Δεδομένων των γεωπολιτικών εξελίξεων και της ενεργειακής και πληθωριστικής κρίσης θεωρεί ότι οι διατλαντικές σχέσεις είναι στο σημείο που θα έπρεπε και αν όχι γιατί» απάντησε ότι οι προκλήσεις των τελευταίων ετών, «διαμορφώνουν διαφορετικό γεωπολιτικό τοπίο, όμως έφεραν πιο κοντά τους εταίρους της διατλαντικής σχέσης και αναμένουμε ότι αυτή η κατάσταση θα συνεχιστεί.
Και όσον αφορά το εμπόριο και την τεχνολογία, θεωρώ ότι είμαστε σε καλό σημείο. Τις τελευταίες εβδομάδες υπήρχε αναταραχή λόγω του αμερικανικού νόμου που θέτει ως κορυφαία προτεραιότητα την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Ανέβηκαν τα επιτόκια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και κράτη μέλη μιλούν για διακρίσεις εις βάρος ΕΕ από τις ΗΠΑ, οπότε υπάρχει ο κίνδυνος ενός εμπορικού πολέμου και πρέπει να τον αποφύγουμε.
Το TTC είναι ένα φόρουμ εμπροσθοβαρές με το βλέμμα στο μέλλον. Έχουμε τόσα πολλά κοινά, έχουμε διαφορετικές προσεγγίσεις, αλλά πρέπει να δούμε τα θετικά και να το διαχειριστούμε ως μια προϋπόθεση, μια ανάγκη, καθώς θέλουμε την αμερικανική συνεργασία. Ναι είναι δύσκολες εποχές γεμάτες προκλήσεις, αλλά όπως λέει και το συνέδριό σας μπορούμε να συμμαχήσουμε υπέρ των κοινών μας δυνατοτήτων».
Η Φράνσις Μπάργουελ / Frances G. Burwell (Distinguished Fellow, Europe Center, Atlantic Council; and Senior Director, McLarty Associates) είπε απαντώντας στο ερώτημα εάν θα επηρεάσει την εμπορική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων αμερικανικών εκλογών ότι «καταρχάς πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με όρους όπως εμπορικός πόλεμος.
Πάντα είχαμε εμπορικές διαφωνίες και θα συνεχίσουμε να έχουμε. Σε ό,τι αφορά τις ενδιάμεσες εκλογές δεν νομίζω ότι θα επηρεάσει με ορισμένες εξαιρέσεις. Όμως θα δούμε μια πιο έντονα διχαστική γλώσσα, ειδικά στη Βουλή των Αντιπροσώπων το βλέπουμε ούτως ή άλλως. Θα ακούσουμε μια έντονη διχαστική ρητορική η οποία θα ρίξει σκιές στις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι Ηνωμένες Πολιτείες απέναντι στην Ουκρανία.
Δεν θα επηρεάσει τον όγκο της χρηματοδότησης και των όπλων που λαμβάνει, αλλά με τη ρητορική θα δώσουμε ελπίδα στον Πούτιν ότι μπορεί να διχάσει τη Δύση, κάτι που δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής. Ένας άλλος τομέας είναι το νομοθέτημα φορολόγησης των ψηφιακών υπηρεσιών. Είναι διαφορετικό από αυτό που ήθελε ο ΟΟΣΑ.
Τέλος, υπάρχει ένα πολύ έντονο αμερικανικό στοιχείο στα τελευταία νομοθετήματα. Θα υπάρχουν ακόμα περισσότερες ανεξάρτητες ενέργειες που θα ξεκινήσουν από το Καπιτώλιο και που δεν θα είναι συμβατές με αυτά που ήδη κάνει ο Λευκός Οίκος. Ζούμε σε εποχές αναταραχών, αλλά σε μεγάλο βαθμό αυτή η αναταραχή θα είναι αμιγώς ρητορική».
Ο Γκάρετ Γουόρκμαν /Garrett Workman (Executive Director, Europe & the U.S.-UK Business Council, U.S. Chamber of Commerce) απάντησε στο ερώτημα του συντονιστή Ηλία Σπιρτούνια «Ποιοι είναι οι βασικοί στόχοι του TTC, του Συμβουλίου Εμπορίου και Τεχνολογίας, πού βρισκόμαστε τώρα και τι θα πρέπει να περιμένουμε» ως εξής:
«Οι προσδοκίες είναι μετρημένες, λόγω των πρόσφατων αλλαγών της αμερικανικής νομοθεσίας και των διάφορων περίπλοκων διαδικασιών στην Ευρώπη, είτε πρόκειται για την ψηφιακή ατζέντα, είτε για τον μηχανισμό που επίκειται για τα καρτέλ, αλλά θέλουμε οπωσδήποτε να δούμε να σημειώνεται πρόοδος οικονομικού και εμπορικού ενδιαφέροντος γιατί θέλουμε να δούμε αυτό το TTC να αρχίσει να φέρνει αποτελέσματα.
Θα πρέπει όμως να δείξουμε ότι υπάρχει ένα άρρηκτο μέτωπο μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής και έχουμε περισσότερα που μας ενώνουν από αυτά που μας χωρίζουν.
Στις διατλαντικές σχέσεις το 95% του χρόνου μας μιλάμε για το 5% των πραγμάτων για τα οποία διαφωνούμε και αυτό είναι ατυχές. Ελπίζω ότι σήμερα οι συνάδελφοι μας, οι οποίοι λαμβάνουν μέρος στο διάλογο για τα εργασιακά θα εστιάσουν στην Κίνα, αλλά όχι αποκλειστικά. Χαιρόμαστε πολύ που θα δούμε βελτιώσεις στα θέματα των προτύπων στην τεχνολογία την τεχνητή νοημοσύνη. Θα πρέπει να έχουμε ένα κοινό μέτωπο, αλλιώς θα χάσουμε από την αξιοπιστία μας.
Έχουμε στρατηγική ευθυγράμμιση, η οποία προήλθε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ο κόσμος αλλάζει και θα ήταν ατυχές εάν δεν αξιοποιούσαμε τη συγκυρία. Είναι πολύ σημαντικό να δούμε τις σχέσεις μας και τη σύνδεσή μας στην εφοδιαστική αλυσίδα στις πλευρές του Ατλαντικού.
Να εστιάζουμε στους ημιαγωγούς, αλλά επίσης και σε κρίσιμα ορυκτά. Θα πρέπει να δούμε τι γίνεται με την ενεργειακή μετάβαση. Χρειαζόμαστε περίπου 500% περισσότερο λίθιο. Το περισσότερο προέρχεται από την Κίνα. Θα πρέπει να δούμε πού μπορεί να γίνει εξόρυξη στην Ευρώπη, στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε χώρες όπως ο Καναδάς και η Αυστραλία.
Να δείξει δηλαδή το TTC ότι πραγματικά μπορεί να φέρει αποτελέσματα. Θα πρέπει να δούμε ποια είναι η σχέση και ποιος είναι ρόλος που μπορεί να παίξει το Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο διότι κάνετε πολύ καλή δουλειά στην προσέγγιση των διαφόρων παικτών και των ενδιαφερόμενων. Υπογράφονται κοινά ανακοινωθέντα, έχουμε τη δυνατότητα να συνδεθούμε με τις διάφορες ομάδες εργασίες κατά τη διάρκεια της διαδικασίας».
Ο Γεώργιος Παγουλάτος, καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) απαντώντας στο ερώτημα εάν θεωρεί ότι η νομοθεσία στις Ηνωμένες Πολιτείες, που θεωρείται ότι ενισχύει τις αμερικανικές εταιρείες, ενδέχεται να δημιουργήσει πρόβλημα στη διατλαντική σχέση και σε ποιο βαθμό», είπε:
«Μια από τις καλύτερες στιγμές του ΤΤC και στις σχέσεις μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ευρώπης πιστώνεται όχι μόνο στην αποφασιστικότητα των Ευρωπαίων αλλά και στον Τζο Μπάιντεν, τον πιο ατλαντικό Πρόεδρο των ΗΠΑ. Είναι πραγματικά πολύ θετικό ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αντιδράσει στην επιθετικότητα της Ρωσίας επιβάλλοντας κυρώσεις, αλλά το κόστος αυτών των κυρώσεων πέφτει στους ώμους της Ευρώπης με δυσανάλογο τρόπο.
Υπάρχουν όρια και υπάρχουν εμπόδια στη συμμετοχή των ευρωπαϊκών εταιρειών και αυτά τα προβλήματα θα πρέπει να ρυθμιστούν από τις ΗΠΑ. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση εφαρμόζει τις πράσινες επιδοτήσεις στη βιομηχανία, αλλά δεν κάνει διάκριση εις βάρος ή υπέρ μη ευρωπαϊκών εταιρειών. Χθες η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είπε ότι θα πρέπει να δούμε τι γίνεται με τη νομοθεσία σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το τελευταίο που θέλουμε είναι ένας εμπορικός πόλεμος μεταξύ των δύο εγγυτέρων πλησιέστερων συμμάχων, των ΗΠΑ και της ΕΕ. Είμαι αισιόδοξος ότι θα υπάρξουν ρυθμίσεις».
Στο ερώτημα σε ποιο βαθμό πιστεύει ότι «οι διατλαντικές σχέσεις στο εμπόριο και τις επενδύσεις θα έχουν να κάνουν με την συμφωνία αυτή και εάν θεωρεί ότι αυτή η συμφωνία θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο για τις επενδύσεις και το εμπόριο στο μέλλον, η Σούζαν Ντέιντζερ απάντησε:
«Το TTC είναι ένα απλώς φόρουμ και δεν περιμένουμε να ανακοινωθεί σήμερα μια μεγάλη εμπορική συμφωνία. Η ΕΕ θέλει να δει να σημειώνεται πρόοδος. Το αντικείμενο είναι το χτίσιμο σχέσεων μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ. Έχουμε τόσα πολλά κοινά που μας ενώνουν και ξοδεύουμε πραγματικά το 95% του χρόνου στο να συζητάμε στο 5% των θεμάτων με τα οποία διαφωνούμε. Το TTC μας δίνει τη δυνατότητα να εστιάσουμε στο πώς θα σημειώσουμε πρόοδο σε διάφορους τομείς.
Η σχέση μας έχει θετικό πρόσημο. Θεωρώ ότι οι συζητήσεις ως προς τη μείωση του πληθωρισμού δεν θα έπρεπε να επισκιάσουν αυτό το οποίο συμβαίνει στο πλαίσιο του TTC το οποίο μπορεί να αποτελέσει παγκόσμιο πρότυπο, είτε αφορά διμερείς σχέσεις, είτε πολυμερείς σχέσεις. Θα πρέπει να εστιάσουμε στη συνεργασία και να την αξιοποιήσουμε για την αντιμετώπιση των νέων αναδυόμενων προβλημάτων. Εάν δεν υπάρξει μια ανακοίνωση σήμερα δεν θα το θεωρήσουμε ως αποτυχία».
Στο ερώτημα του συντονιστή εάν θεωρεί εφικτό να ενταχθεί το TTC στις παγκόσμιες προσπάθειες για να προωθηθεί ένα δημοκρατικό πρότυπο ψηφιακής διακυβέρνησης η Φράνσις Μπάργουελ απάντησε: «Υπογραμμίσαμε τη μοναδική δύναμη που έχουν οι ευρω-αμερικανικές σχέσεις. Γίνεται όμως όλο και πιο σημαντικό να έχουμε ισχυρούς δεσμούς με άλλους, οι οποίοι θέλουν να δουν το Ίντερνετ να λειτουργεί έτσι όπως θέλουμε όλοι μας και όχι με τον τρόπο που θέλει η Κίνα ή η Ρωσία.
Πρέπει λοιπόν αυτήν τη συναίνεση να την επεκτείνουμε και σε άλλες χώρες π.χ. στην Αυστραλία, την Κορέα, την Ιαπωνία, τη Νέα Ζηλανδία, να κερδίσουμε και αυτούς που αμφιταλαντεύονται. Το TTC συνδέεται με αυτό το στόχο σε δύο επίπεδα: έχουμε την τεχνητή νοημοσύνη της ΕΕ και έχουμε την αντίστοιχη των ΗΠΑ. Το TTC αναμένεται να ανακοινώσει έναν οδικό χάρτη.
Συνεπώς, υπάρχει ένας δρόμος για να επιτευχθεί συναίνεση στην τεχνητή νοημοσύνη. Στη Διακήρυξη για το μέλλον του Ίντερνετ εκτός από τις ΗΠΑ συμμετείχε άμεσα και η ΕΕ, αλλά πρέπει να διευρύνουμε αυτή την ομάδα, ούτως ώστε να παραμείνει δημοκρατικό και αναμένουμε το TTC να ανακοινώσει κάποιας αρχές για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πλαίσιο της Διακήρυξης.
Στο ερώτημα εάν η Κίνα παραμένει ο ελέφαντας στο δωμάτιο ο Γεώργιος Παγουλάτος απάντησε: «Η Ευρώπη και Ηνωμένες Πολιτείες είναι συγχρονισμένες. Η Κίνα σαφώς αποτελεί μια πρόκληση σε επίπεδο ασφαλείας. Έτσι το βλέπουν και η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ. Ίσως διαφέρουμε στον βαθμό του πόσο πολύ και του πόσο μακριά πρέπει να φτάσει η ΕΕ σε ό,τι αφορά την αποσύζευξη της από την Κίνα.
Υπάρχουν επίσης διαφορές και εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και υπάρχει μια ισχυρή άποψη εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι πρέπει να αποφευχθεί ένας νέος ψυχρός πόλεμος με την Κίνα. Γενικά, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ένα DNA που είναι υπέρ του ελεύθερου εμπορίου και μια τάση υποστήριξης της πολυμερούς τάξης με βάση κανόνες που θα περιλαμβάνει και την Κίνα».