Τα πράγματα για τη γερμανική οικονομία δεν πηγαίνουν πολύ καλά τελευταία. Η επιλογή της μεγάλης ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία γύρισε μπούμερανγκ όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία και σήμερα η μέχρι πρόσφατα ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας δείχνει να παραπαίει. Το γερμανικό ΑΕΠ παρέμεινε αμετάβλητο στο β’ τρίμηνο του 2023, οι προβλέψεις για τα επόμενα τρίμηνα είναι ζοφερές και όπως πολύ εύστοχα σχολιάζει η ING, το Βερολίνο θα είναι για πολύ καιρό εγκλωβισμένο μεταξύ στασιμοπληθωρισμού και ύφεσης.
Μπορεί η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας να καταγράψει τόσες πολλές ζημιές που τα ταμεία της θα αδειάσουν και θα χρειαστεί διάσωση από τη γερμανική κυβέρνηση;
Η Bundesbank έχει βάλει στην άκρη περί τα 19 δισ. ευρώ για να καλύψει πιθανές μελλοντικές ζημιές. Όμως, όπως ανέφερε ο διοικητής της, Γιόακιμ Νάγκελ, στην ετήσια οικονομική έκθεση της τράπεζας που δημοσιεύτηκε την 1η Μαρτίου, τα επόμενα χρόνια η κατάσταση θα επιδεινωθεί. Σύμφωνα με τον Νάγκελ, τα μελλοντικά βάρη πιθανότατα θα ξεπεράσουν τα οικονομικά αποθέματα της Bundesbank και θα καταγραφούν ζημιές, οι οποίες θα καλυφθούν από μελλοντικά κέρδη, όπως συνέβη και τη δεκαετία του 1970.
Όπως σημειώνει η Capital Economics, είναι θεωρητικά πιθανό να γίνουν τόσο μεγάλες οι ζημιές που δεν θα μπορούν να καλυφθούν από μελλοντικά κέρδη και σε αυτό το σενάριο θα πρέπει να επέμβει η γερμανική κυβέρνηση για να σώσει την Bundesbank. Αυτό μπορεί να συμβεί γιατί όταν η κεντρική τράπεζα έχει καθαρή επιτοκιακή ζημιά, δημιουργεί μία υποχρέωση σε μορφή κατάθεσης, στην οποία πληρώνει τόκο. Αν οι πληρωμές τόκων στις σωρευμένες ζημιές της Bundesbank ξεπεράσουν τα καθαρά έσοδα από τόκους στον ισολογισμό της, τότε θα μπορούσε θεωρητικά να καταγράφει μόνιμα ζημιές.
Βέβαια, στην πράξη η Capital Economics εκτιμά ότι η πιθανότητα να γίνουν τόσο μεγάλες οι ζημιές της Bundesbank είναι πολύ μικρή. Από το 1999 έως το 2019 τα κέρδη της Bundesbank κατά μέσο όρο διαμορφώνονταν σε 4 δισ. ευρώ ετησίως. Αν υποθέσουμε ότι το επιτόκιο της ΕΚΤ θα είναι μελλοντικά γύρω 2% μεσοσταθμικά, η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας θα πρέπει να γράψει συνολικές ζημιές της τάξης των 200 δισ. ευρώ, έτσι ώστε το επιπλέον επιτοκιακό κόστος να ξεπερνά τα κέρδη των 4 δισ. ευρώ.
Υπό νορμάλ συνθήκες έχουμε να κάνουμε με ένα απίθανο σενάριο, διότι οι εκτιμήσεις θέλουν την Bundesbank να γράφει ζημιές 20 δισ. ευρώ το χρόνο με τα τρέχοντα επιτόκια. Επομένως, θα πρέπει να μην επιστρέψει σε κερδοφορία για δέκα χρόνια για να φτάσουμε στο σημείο να μιλάμε για διάσωση. Αν όμως οι ζημιές είναι μεγαλύτερες, η πιθανότητα επιβεβαίωσης του ακραίου σεναρίου μεγαλώνει. Και αν τελικά χρειαστεί διάσωση θα μπορούσε να λ.χ. .να πουλήσει μία ποσότητα από τον χρυσό που διαθέτει συνολικής αξίας 184 δισ. ευρώ ή 6% του ΑΕΠ. Επειδή όμως η πολιτική ηγεσία δεν θα θέλει να πουλήσει χρυσό, η πιο ρεαλιστική λύση είναι η ανακεφαλαιοποίηση της Bundesbank από το γερμανικό δημόσιο.
Δεν θα είναι μία εύκολη πολιτικά λύση, διότι θα οδηγήσει σε αύξηση του δημοσίου χρέους και θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι χρησιμοποιούνται τα χρήματα των Γερμανών φορολογούμενων για να αντισταθμιστούν οι επιπτώσεις του QE. Η Capital Economics καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η γερμανική κυβέρνηση θα προκρίνει εντέλει τη συγκεκριμένη λύση με τη δικαιολογία ότι και άλλες κεντρικές τράπεζες ανά την υφήλιο χρειάζονται κεφαλαιακή ενίσχυση.
Και μπορεί το δημόσιο χρέος της Γερμανίας να είναι χαμηλό συγκριτικά με τις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης, οπότε δεν θα υπάρξει πρόβλημα να αυξηθεί λίγο για να καλυφθούν οι ζημιές της Bundesbank, όμως αν φτάσουμε σε αυτό το σημείο θα είναι ένα τεράστιο πλήγμα για το κύρος και την αξιοπιστία της γερμανικής οικονομίας, η οποία δείχνει να χάνει θέσεις στο παγκόσμιο ranking.
Αναλυτές εκτιμούν ότι πλέον η Ρωσία, μία οικονομία που συχνά… χλευάζεται γιατί ενώ διαθέτει τεράστια δύναμη στους τομείς της ενέργειας και των εμπορευμάτων, εμφανίζει ΑΕΠ ισοδύναμο της Ιταλίας, ξεπέρασε τη Γερμανία. Όταν υπολογίζεται το ΑΕΠ με όρους αγοραστικής δύναμης, πρώτη παγκοσμίως θεωρείται η Κίνα, ακολουθούν οι ΗΠΑ, τρίτη είναι η Ινδία, τέταρτη η Ιαπωνία και στην Πέμπτη θέση πλασάρεται η Ρωσία ξεπερνώντας τη Γερμανία.