Το ελληνικό real estate προσελκύει ισχυρή ζήτηση. Και για διαμερίσματα αξίας 80.000 έως 150.000 ευρώ, η ζήτηση είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με την προσφορά με αποτέλεσμα οι τιμές να αυξάνονται. Αυτό όμως, σύμφωνα με όσους γνωρίζουν, πρόκειται σύντομα να αλλάξει, επειδή στην αγορά θα βγουν ακίνητα προς πώληση στο πλαίσιο της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών ανοιγμάτων. Ποια θα είναι η επίδραση των εκποιήσεων στο real estate.
«Τώρα που αχνοφαίνεται η επιστροφή στην κανονικότητα, οι πωλητές βάζουν «καπέλο» στις τιμές που ζητούσαν αρχικά. Είναι αλήθεια ότι έχουν ανοίξει οι δουλειές μας, αν και ακόμη το μαζικό κύμα των ξένων αγοραστών του 2019 δεν έχει επιστρέψει. Ωστόσο, η αναπροσαρμογή της τιμής μίας αγγελίας που έχει, ήδη, δημοσιευτεί είναι μια πρακτική που μας δημιουργεί πρόβλημα, ως ένα βαθμό» αναφέρει μεσίτης στο liberalmarkets.
Όσα σημειώνει απηχούν τη ψυχολογία που επικρατεί στις τάξεις των ιδιοκτητών-πωλητών ακινήτων. Θεωρούν ως δεδομένο ότι έχουμε αφήσει τα δύσκολα πίσω, η αγορά ακινήτων έχει μπροστά της ένδοξες μέρες και σε ορισμένες περιπτώσεις αυξάνουν την τιμή που ζητούσαν για διαμέρισμα που είχαν βγάλει στην αγορά πριν από 20 ημέρες κατά 10 και 20 χιλ. ευρώ.
Όπως αναφέρουν οι ειδικοί, πράγματι, αν και το ενδιαφέρον των ξένων δεν έχει επιστρέψει -ή τουλάχιστον επικεντρώνεται σε πολυτελή ακίνητα που μπορούν να αγοραστούν μέσω Χρυσής Βίζας ή των κινήτρων για μεταφορά της φορολογικής κατοικίας στην Ελλάδα (non-dom)- το ελληνικό real estate προσελκύει ισχυρή ζήτηση.
Και για διαμερίσματα αξίας 80.000 έως 150.000 ευρώ, η ζήτηση είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με την προσφορά με αποτέλεσμα οι τιμές να αυξάνονται.
Αυτό όμως, σύμφωνα με όσους γνωρίζουν, πρόκειται σύντομα να αλλάξει, επειδή στην αγορά θα βγουν ακίνητα προς πώληση στο πλαίσιο της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών ανοιγμάτων. Υπολογίζεται ότι θα διατεθούν 70.000 έως 100.000 κατοικίες, οι οποίες θα αλλάξουν την ισορροπία στην αγορά ακινήτων, κυρίως στην κατηγορία των ιδιοκτησιών που απευθύνονται σε μικρομεσαίους αποταμιευτές που βρίσκονται σε αναζήτηση στέγης.
Μπορεί, δηλαδή, οι μικρές αγγελίες με “σπίτια του χιλιάρικου” (σ.σ.: 1.000 ευρώ / τ.μ.), όπως λένε χαρακτηριστικά στην αγορά, να έχουν εξαντληθεί, όμως, σύμφωνα με τους ειδικούς, το νέο “κύμα” ευκαιριών βρίσκεται προ των πυλών και σχετίζεται με τις εκποιήσεις ακινήτων από τράπεζες και funds.
Αυτή τη στιγμή, στη βασική πλατφόρμα πλειστηριασμών υπάρχουν περισσότερα από 600 διαμερίσματα, πρώτου ορόφου και άνω (όχι δηλαδή ισόγεια και υπόγεια των οποίων οι τιμές είναι εξ ορισμού χαμηλές), τα οποία πρόκειται να εκποιηθούν τους επόμενους μήνες.
Η προσφορά αυτού του είδους των ιδιοκτησιών πρόκειται να αυξηθεί προσεχώς και αν δεν συμπιέσει τις ζητούμενες τιμές, σίγουρα θα ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση των αγοραστών, οι οποίοι θα έχουν επιλογές και θα μπορούν πιο εύκολα να αποσυρθούν από τις διαπραγματεύσεις.
Σίγουρα, όπως λένε, γνώστες της αγοράς, το κάθε ακίνητο είναι μοναδικό και όσα βρίσκονται σε καλή τοποθεσία, δύσκολα θα αποκτήσουν…αντίπαλον δέος. Ωστόσο, η αύξηση της προσφοράς εκτιμάται ότι θα κρατήσει, στη χειρότερη περίπτωση, σταθερές τις τιμές ή θα αποτρέψει την σημαντική αύξησή τους.
Αυτό θα συμβεί ειδικά, εάν δεν αλλάξουν δραματικά τα δημογραφικά δεδομένα, δηλαδή δεν δημιουργηθούν νέα νοικοκυριά που θα τροφοδοτήσουν τη ζήτηση για ακίνητα ή εάν δεν επιστρέψει στη χώρα μεγάλος αριθμός όσων την εγκατέλειψαν τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια.
Οι τράπεζες πάντως, έχουν, ήδη, δημιουργήσει εύχρηστους ιστοτόπους μέσω των οποίων πωλούν ακίνητα που έχουν κατασχεθεί. Με άλλα λόγια, αυτή η, άλλοτε απρόσιτη για τους πολλούς, κατηγορία ιδιοκτησιών, έχει γίνει πιο ελκυστική, προσελκύει περισσότερους εν δυνάμει αγοραστές, συμπιέζοντας τις τιμές.
Κυριαρχούν οι παλιές κατοικίες
Όλα αυτά γίνονται αντιληπτά, εάν ληφθεί υπόψη ότι, σύμφωνα με έρευνα του δικτύου Re/max Ελλάς, το 2020 η ζήτηση για παλιά σπίτια άνω των 25 ετών διαμορφώθηκε στο 73%, ενώ ακίνητα άνω των 30 χρόνων προσέλκυσαν αγοραστικό ενδιαφέρον σε ποσοστό 62%.
Στην Αττική, το 84% των ακινήτων που πωλήθηκαν ήταν παλαιά άνω της 25ετίας σε αντίθεση με τα νεόδμητα και τα νέα (έως πενταετίας) που δεν κατάφεραν να κερδίσουν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον των αγοραστών. Μάλιστα 73 στα 100 ακίνητα που πωλήθηκαν στην Αττική ανήκουν στην ηλικιακή κατηγορία άνω των 30 ετών. Από την άλλη, ακίνητα ηλικίας από 1 έως 15 έτη κάλυψαν ποσοστό επί των συνολικών αγοραπωλησιών μόλις 7%.
Στη Θεσσαλονίκη, τα μεγαλύτερα ποσοστά προτίμησης συγκεντρώνουν ακίνητα ηλικίας άνω των 30 ετών σε ποσοστό 59%.
Τα ποιοτικά αυτά στοιχεία φανερώνουν ότι τα μικρομεσαία «πορτοφόλια» αναζητούν φθηνά σπίτια, των οποίων η προσφορά πρόκειται να αυξηθεί λόγω των εκποιήσεων.