Δεκτή έκανε η ΕΚΤ την Scope Ratings ανάμεσα στους οίκους που παρακολουθεί. Υπενθυμίζεται πως ήταν ο πρώτος οίκος αξιολόγησης που έδωσε επενδυτική βαθμίδα στη χώρα μας. Πλέον δημιουργείται ένα πλέγμα αξιολογητών (τρεις στους πέντε οίκους) που τάσσονται πλειοψηφικά υπέρ του ελληνικού αξιόχρεου (DBRS, Scope, S&P) και αυτό σημαίνει πως όσα funds έχουν mandate να ακολουθούν αυτούς τους οίκους, μπορούν πλέον να επενδύσουν στα ελληνικά ομόλογα, assets και αξιόγραφα.
Σημειώνεται πως ακολουθεί η αξιολόγηση της Fitch την 1η Δεκεμβρίου, από την οποία οι περισσότεροι αναλυτές περιμένουν να δώσει την επενδυτική βαθμίδα στη χώρα μας.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωση της η ΕΚΤ στις 2 Νοεμβρίου, το Διοικητικό Συμβούλιο της, αποφάσισε να αποδεχθεί τον οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας Scope Ratings GmbH (Scope Ratings) ως νέο εξωτερικό ίδρυμα αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ECAI) για τους σκοπούς του Πλαισίου Πιστοληπτικής Αξιολόγησης του Ευρωσυστήματος (ECAF).
Σε αυτή την αξιολόγηση ελήφθησαν υπόψη τα κριτήρια αποδοχής των ECAI, τα οποία περιλαμβάνουν ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια. Ωστόσο, η διαδικασία ενσωμάτωσης της Scope Ratings στην υποδομή πληροφορικής του Ευρωσυστήματος θα ξεκινήσει αμέσως και είναι πιθανό να διαρκέσει αρκετούς μήνες. Επομένως η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της δυνατότητας χρήσης της Scope Ratings για σκοπούς νομισματικής πολιτικής θα ανακοινωθεί εν ευθέτω χρόνω.
Oι εκτιμήσεις της Scope Ratings
Οι αναλυτές βλέπουν ανάπτυξη 2,4% το 2023 και 1,6% το 2024. Όπως αναφέρουν τρεις είναι οι λόγοι που προχώρησε στην αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα. Ο πρώτος είναι πως το δημόσιο χρέος διατηρείται σταθερά σε πτωτική τροχιά. Όπως σημειώνουν παρά τον υψηλό πληθωρισμό η ανάπτυξη της χώρας είναι ισχυρή και το δημόσιο χρέος υποχωρεί. Ειδικότερα αναμένεται να πέσει στο 160,7% του ΑΕΠ έως το 2023 και να επιτευχθούν πρωτογενή πλεονάσματα τα επόμενα έτη.
Ο δεύτερος λόγος που ο γερμανικός οίκος αξιολόγησης προχώρησε στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας είναι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ειδικότερα, σύμφωνα με την έκθεση, η ραγδαία πτώση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) έδωσε ώθηση στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα και έχει θωρακίσει τις ελληνικές τράπεζες. Την ίδια στιγμή οι μεταρρυθμίσεις στην ελληνική οικονομία εντείνονται. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης αναμένεται να φέρουν νέες επενδύσεις ενισχύοντας σημαντικά την ανάπτυξη στη χώρα.
Ο τρίτος λόγος που οι αναλυτές προχώρησαν στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας είναι ότι εντάθηκε η υποστήριξη των ευρωπαϊκών θεσμών στην Ελλάδα. Τόσο τα μέτρα που πάρθηκαν για τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης, όσο και η χαλάρωση των απαιτήσεων για τις εξασφαλίσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων, έδωσαν ώθηση στην ελληνική οκονομία. Μάλιστα, οι αναλυτές τονίζουν πως το «ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο».