Το παιχνίδι στα απορρίμματα ανοίγει για τα καλά, προκειμένου η Ελλάδα να βγει από τη θέση του πανευρωπαϊκού ουραγού. Στους επόμενους μήνες η χώρα καλείται να προχωρήσει σε μια «επανάσταση» στον τρόπο διαχείρισης των απορριμμάτων, κάνοντας μαζί όλα όσα δεν έγιναν τις τελευταίες δεκαετίες.
Διαγωνισμοί για τουλάχιστον εννιά εργοστάσια διαχείρισης απορριμμάτων σε Αττική και υπόλοιπη Ελλάδα, με ιδανικό στόχο να προστεθούν πολύ περισσότερα ως τα τέλη του έτους, ενσωμάτωση πέντε διαφορετικών κοινοτικών οδηγιών, υιοθέτηση πιο δεσμευτικών στόχων για τα διαφορετικά ρεύματα αποβλήτων, είναι μερικές από τις προτεραιότητες των προσεχών μηνών οι οποίες βέβαια έπρεπε να είχαν γίνει χθες.
Και όλα αυτά, ενώ η χώρα πασχίζει ακόμα για τα βασικά, όπως το κλείσιμο των 52 παράνομων χωματερών που λειτουργούν και για τις οποίες πληρώνουμε πρόστιμο 4,8 εκατ. ευρώ και την εισαγωγή στην ελληνική κοινωνία της χωριστής συλλογής των οικιακών βιοαποβλήτων.
Η μια πτυχή είναι ασφαλώς το επενδυτικό ενδιαφέρον, αφού μόνο οι νέες υποδομές που περιλαμβάνει ο φετινός σχεδιασμός θα απαιτήσουν κεφάλαια τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ. Η άλλη πτυχή, ακόμη πιο σημαντική, σχετίζεται με την υιοθέτηση μιας εντελώς διαφορετικής λογικής στη διαχείριση γι' αυτό που σήμερα αποκαλούμε «σκουπίδια». Μια αντίληψη που ξεκινά από το επίπεδο του σχεδιασμού, επεκτείνεται στη βελτίωση των συστημάτων ανακύκλωσης και των επιδόσεων των μονάδων διαχείρισης απορριμμάτων και περιλαμβάνει φυσικά την κοινωνία, η οποία έρχεται διαχρονικά τελευταία στις προτεραιότητες κυβερνήσεων, δήμων και όλων όσων εμπλέκονται στην υπόθεση.
Με επίπεδα ανακύκλωσης σταθερά κάτω του 20%, αφού το 80% απλώς θάβεται, με μόλις τέσσερις μονάδες επεξεργασίας απορριμμάτων σε Κοζάνη, Σέρρες, Χανιά και Ιωάννινα, έναντι 140 της Γαλλίας και με συνολικά τριτοκοσμικές επιδόσεις, η πρόκληση είναι τιτάνια, χωρίς να υπάρχει πολυτέλεια χρόνου. Υπουργεία, περιφέρειες, δήμοι «τρέχουν» για να δημοπρατήσουν νέες μονάδες, αφού από την επόμενη προγραμματική περίοδο του ΕΣΠΑ (2021-2027) παύουν να είναι επιλέξιμες δαπάνες για χώρους υγειονομικής ταφής και για εργοστάσια διαχείρισης σύμμεικτων απορριμμάτων, όπως αυτά που λειτουργούν σήμερα μέσω συμπράξεων με ιδιώτες.
Σε αυτόν τον αγώνα δρόμου, πρώτη αναμένεται να δώσει τον τόνο η Αττική, δηλαδή ο μεγαλύτερος παραγωγός απορριμμάτων της χώρας, με την επιτάχυνση των διαδικασιών για τις τρεις νέες μεγάλες μονάδες επεξεργασίας: Μία στον χώρο της σημερινής χωματερής της Φυλής -του μεγαλύτερου ανοιχτού ΧΥΤΑ της Ευρώπης όπου θάβονται ετησίως πάνω από 1,6 εκατ. τόνοι από τους συνολικά 1,8 εκατ. τόνους που παράγονται στο Λεκανοπέδιο-, μία στο Σχιστό και μία στον Χώρο Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ) του Γραμματικού.
Στο διάστημα Μαρτίου-Απριλίου η Περιφέρεια Αττικής καταθέτει προς έγκριση στη διυπουργική επιτροπή τους φακέλους των έργων για Φυλή και Σχιστό, που αμφότερα θα κατασκευαστούν μέσω συμπράξεων με τον ιδιωτικό τομέα (ΣΔΙΤ), ενώ έχει δεσμευθεί ότι στο ίδιο δίμηνο θα προκηρύξει τον διαγωνισμό για τη μονάδα στο Γραμματικό, ως δημόσιο έργο. Τρία έργα ύψους κοντά στο 1 δισ. ευρώ, που έπρεπε να είχαν ήδη γίνει και για τα οποία η προηγούμενη διοίκηση της Περιφέρειας απέφυγε τις οποιεσδήποτε δύσκολες πολιτικά αποφάσεις, επιλέγοντας να διαιωνίσει τη «χρήση» της Δυτικής Αττικής ως την πίσω αυλή του Λεκανοπεδίου.
Και βρισκόμαστε μονάχα στην αρχή. Στους επόμενους μήνες θα δημοπρατηθούν ακόμη οκτώ νέα εργοστάσια επεξεργασίας αποβλήτων, προϋπολογισμού 200 εκατ. ευρώ, σε περιοχές γνωστές για τις εικόνες ντροπής με τα βουνά σκουπιδιών, όπως οι Αν. Θεσσαλονίκη, Κέρκυρα, Ζάκυνθος, Καβάλα, Λέρος, Λευκάδα, Ναύπακτος και Τρίκαλα. Στόχος της κυβέρνησης είναι μέχρι το τέλος του έτους να έχουν προκηρυχθεί διαγωνισμοί και για άλλες 17 μονάδες εκτιμώμενου ύψους 420 εκατ. ευρώ, χωρίς να είναι σίγουρο ότι θα επιτευχθεί, αφού εξαρτάται από την προετοιμασία των δήμων.
Σπριντ για να μη χαθούν κονδύλια
Στην πράξη, οι ΟΤΑ καλούνται να κάνουν «100στάρι» για να απορροφήσουν τα εναπομείναντα 670 εκατ. ευρώ που είναι διαθέσιμα για την υλοποίηση έργων διαχείρισης απορριμμάτων από το τρέχον ΕΣΠΑ (2014-2020), αφού από τη νέα περίοδο δεν προβλέπεται η χρηματοδότηση παρόμοιων έργων. Από το σύνολο των 940 εκατομμυρίων τρέχοντος ΕΣΠΑ για επενδύσεις στη διαχείριση απορριμμάτων, την τελευταία πενταετία συμβασιοποιήθηκαν κονδύλια μόλις… 270 εκατ. ευρώ. Επομένως οι διαγωνισμοί πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί έως το 2021 και οι μονάδες να έχουν παραδοθεί έως το τέλος του 2023, οπότε και εκπνέει η παράταση για τη χρηματοδότηση έργων από την τρέχουσα προγραμματική περίοδο.
Εκτός των παραπάνω, οι αρμόδιοι φορείς καλούνται να ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη, να ακολουθήσουν μια οικολογική «επανάσταση» ενημέρωσης, καθώς επίσης να αναλάβουν πρωτοβουλίες για τα βιομηχανικά απόβλητα και για τα βιοαπόβλητα, τα οποία στην Αττική αποτελούν το 44% των απορριμμάτων ετησίως, ήτοι 825.000 τόνοι. Στις 9 Μαρτίου η Περιφέρεια πρόκειται να παραδώσει στον Δ. Αθηναίων -τον μεγαλύτερο παραγωγό απορριμμάτων- τους πρώτους 2.500 από τους συνολικά 9.000 καφέ κάδους συλλογής βιοαποβλήτων που έχει παραγγείλει και τα πρώτα 20 από τα συνολικά 80 απορριμματοφόρα. Το 2018 ο Δήμος Αθηναίων έστειλε στη Φυλή 306.933 τόνους σκουπιδιών, τέσσερις και πλέον φορές περισσότερα απ’ ό,τι ο δεύτερος Δήμος Πειραιά (72.230 τόνους).
Σε αυτήν την επιχειρούμενη «επανάσταση» γύρω από το κεφάλαιο απορρίμματα, ο στόχος είναι ώς τα τέλη του 2021 να έχουν μηδενιστεί τα πρόστιμα για τις παράνομες χωματερές και ώς το 2025 η χώρα να διαθέτει ένα δίκτυο από συνολικά 40 μικρές και μεγάλες εταιρείες διαχείρισης απορριμμάτων, είτε ως αμιγώς δημόσια έργα είτε σε σύμπραξη με τον ιδιωτικό τομέα (ΣΔΙΤ). Εξ αυτών ορισμένες, όπως κάποιες στην περίπτωση της Αττικής, θα παράγουν ενέργεια από υπολείμματα απορριμμάτων, ενώ ανοικτό παραμένει ακόμη το σενάριο της καύσης, εφόσον θεσπιστεί το σχετικό νομικό πλαίσιο.
Τον μακρύ δρόμο που έχει να διανύσει η χώρα δείχνει το γεγονός ότι ενώ στη Γερμανία, το 70% των απορριμμάτων ανακυκλώνεται, μόνο το 10% θάβεται και το 20% οδηγείται στην παραγωγή ενέργειας, στην Ελλάδα τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 80% ταφή και 20% ανακύκλωση. Κάπως έτσι η χώρα κατέχει την 24η θέση στη διαχείριση απορριμμάτων επί συνόλου 27 χωρών-μελών στην Ε.Ε., μετά την αποχώρηση της Βρετανίας.
Τεράστιο επενδυτικό ενδιαφέρον
Είναι τόσα πολλά αυτά που μένει να γίνουν, ώστε το επενδυτικό ενδιαφέρον είναι τεράστιο, αφορά κάθε τομέα, από σχεδιασμό και κατασκευή εργοστασίων έως την παροχή εξοπλισμού και εμπλέκει μικρούς και μεγάλους παίκτες. Σε εγχώριο επίπεδο, θέσεις έχουν πάρει ονόματα όπως η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, η Ηλέκτωρ, η J&P, η Ιντρακάτ και η Μεσόγειος, ωστόσο στα αρμόδια επιτελεία καταγράφεται μεγάλη κινητικότητα από ξένους επενδυτές εν όψει της προκήρυξης των πρώτων διαγωνισμών για τη δημιουργία των νέων υποδομών.
Κρούσεις έχουν γίνει από τις γαλλικές εταιρείες SUEZ, Veolia (στελέχη τους είχε συναντήσει στο Παρίσι ο Κ. Χατζηδάκης), ενώ μεγάλο είναι το ενδιαφέρον των Γερμανών, όπως έδειξε και πρόσφατη ημερίδα του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου στη Θεσσαλονίκη.
Στα περίπου 100 ραντεβού με ελληνικές εταιρείες, δήμους και φορείς, συμμετείχαν 11 γερμανικές εταιρείες, ανάμεσα στις οποίες κάποιες που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή ενέργειας από υπολείμματα απορριμμάτων, όπως η EEW Energy from Waste, άλλες που παράγουν μηχανολογικό εξοπλισμό (Steinert, Europress Umwelttechnik, CuyMettal Komponenten, FAN separator, ERK, κ.ά.), μέχρι και κάποιες με αντικείμενο τα μονωτικά υλικά από ανακυκλώσιμο χαρτί εφημερίδας (Bauermeister).
Στα χνάρια άλλων χωρών, η τάση και στην Ελλάδα είναι τα σκουπίδια των πολλών να γίνουν ευκαιρίες για άλλους, καθώς το μοντέλο των πολλών και διαφορετικών κάδων συλλογής για πλαστικά, χαρτιά, βιοαπόβλητα θα αναπτύξει μια καινούργια βιομηχανία στη διαχείριση και εμπορία ανακυκλώσιμων υλικών και φυσικά στην πράσινη ενέργεια. Κάθε νέα μονάδα που θα γίνεται με σύμπραξη του ιδιωτικού τομέα, εκτός από μόνιμες θέσεις εργασίας θα δημιουργεί και πολλές έμμεσες, οι οποίες σε πλήρη ανάπτυξη της αγοράς στα μέσα της δεκαετίας μπορεί να φτάσουν σε μερικές χιλιάδες.
Σχεδιασμός με ορίζοντα δεκαετίας
Προς το παρόν η κυβέρνηση ξεκινά από τα βασικά. Στόχος είναι μέσα στο πρώτο 3μηνο η Ελλάδα να έχει αποκτήσει ένα Εθνικό Σχεδιασμό Διαχείρισης Αποβλήτων με ρεαλιστικούς στόχους, χωρίς τους δογματισμούς και τις βαθιές αγκυλώσεις του παρελθόντος, που έβγαλαν τη χώρα εκτός τόπου και χρόνου στους στόχους της.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο του υπ. Περιβάλλοντος που παρουσιάστηκε την Πέμπτη στο υπουργικό συμβούλιο, ο νέος εθνικός σχεδιασμός θα έχει ορίζοντα 10ετίας, αντί για 5ετίας που είναι σήμερα, ενώ ανά πέντε χρόνια οι στόχοι θα αξιολογούνται και αν χρειάζεται θα αναθεωρούνται.
Τα τοπικά σχέδια διαχείρισης απορριμμάτων θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψιν το περιφερειακό σχέδιο, αντί για ό,τι ίσχυε ώς σήμερα όπου συχνά οι επιταγές του ενός… αναιρούσαν εκείνες που πρέσβευε το άλλο.
Στόχος είναι να απλοποιηθεί ο σχεδιασμός μέσα από μια ηλεκτρονική μορφή που θα περιλαμβάνει τα στοιχεία και τον τρόπο διαχείρισης των αποβλήτων στους ΟΤΑ. Για παράδειγμα, μέσα από μια τυποποιημένη φόρμα, ο Δήμος θα υποχρεούται να προβλέπει την παραγωγή αποβλήτων για την επόμενη 5ετία, καθώς και με ποιο τρόπο θα συλλέξει το κάθε διαφορετικό ρεύμα απορριμμάτων (πλαστικά, βιοαπόβλητα, κ.λπ.). Στην πράξη, με τον τρόπο αυτό θα μπορεί να διαπιστώνεται πόσο συμβατοί είναι οι στόχοι του κάθε τοπικού σχεδίου με εκείνους του περιφερειακού.
Η Ελλάδα φυσικά δεν πρόκειται να γίνει, τουλάχιστον μέσα στην τρέχουσα δεκαετία, Φινλανδία, όπου κάθε δευτερόλεπτο επιστρέφονται σαράντα κουτιά αλουμινίου, δώδεκα πλαστικά μπουκάλια και τρεις γυάλινες φιάλες. Θα μπορούσαν ωστόσο να υιοθετηθούν ιδέες, όπως η επιστροφή για κάθε κουτάκι αναψυκτικού, ποτού ή πλαστικού μπουκαλιού που τοποθετείται σε ειδικά μηχανήματα, έναντι ενός ποσού για κάθε πολίτη που τα ανακυκλώνει.
Βέβαια στη Βόρεια Ευρώπη η υπόθεση απορρίμματα κοστίζει, δεν είναι φθηνή, όπως στην Ελλάδα. Τα «καλά παραδείγματα» χωρών όπως η Φινλανδία, από τα οποία η κυβέρνηση θα ήθελε ιδανικά να αντλήσει ιδέες για να ανασχεδιάσει το πλαίσιο γύρω από τα απορρίμματα, προβλέπουν και «τέλος ταφής» για να αντιλαμβάνονται οι πολίτες ότι η διαχείριση των σκουπιδιών δεν μπορεί να είναι… δωρεάν.
* Αναδημοσίευση από την οικονομική εφημερίδα «Liberal markets» που κυκλοφορεί με τον «Φιλελεύθερο» του Σαββάτου