Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Εσείς που έχετε τις οικονομίες σας; Αυτές τέλος πάντων που έχουν απομείνει ή που μετά βίας διατηρείτε για ώρα ανάγκης; Σε κάποιον τραπεζικό λογαριασμό ή σε οποιαδήποτε ευφάνταστη, ή μη, κρυψώνα;
Αν κρίνουμε από τα χρήματα που εκτιμάται ότι βρίσκονται εκτός τραπεζικού συστήματος, τα οποία ξεπερνούν τα 15 δισ. ευρώ, τότε μάλλον η απάντηση είναι «σε κρυψώνα», καθώς ακόμη και τα ποσά που βγήκαν από τα… σεντούκια μέσα στο 2016 πήγαν στην αποπληρωμή νέων και παλαιών φόρων.
Και μόνο το γεγονός ότι το έτος ξεκινά με νέες επιβαρύνσεις κάθε είδους για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, είναι αρκετό για να καταστήσει εξαιρετικά δύσκολη την επιστροφή των καταθέσεων, ακόμη και στην περίπτωση που υπάρξουν θετικές εξελίξεις στο μέτωπο της οικονομίας.
Η εικόνα το 2016 ήταν άκρως απογοητευτική: οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων αυξήθηκαν μόλις κατά 1,5 δισ. ευρώ στο περασμένο δωδεκάμηνο, σε ένα έτος που ενώ έπρεπε να είχαν κλείσει δύο αξιολογήσεις, να είχε συμπεριληφθεί η Ελλάδα στο QE της ΕΚΤ και να είχε συμφωνηθεί η ελάφρυνση του χρέους, το μόνο που ολοκληρώθηκε επιτυχώς ήταν η πρώτη αξιολόγηση και αυτή με καθυστέρηση πολλών μηνών.
Τραπεζικά στελέχη τονίζουν με νόημα ότι το θέμα δεν είναι απλώς να επιρριφθούν ευθύνες στο πολιτικό σύστημα για τις καθυστερήσεις αλλά να δούμε τι μπορεί να γίνει στο εξής για να ξεφύγει η οικονομία από το τέλμα. «Δεν υπάρχει άλλο περιθώριο. Το 2017 θα πρέπει να υλοποιήσουμε όλα όσα έχει ανάγκη η πραγματική οικονομία για να έρθουν επενδύσεις και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας. Αλλιώς οι πολίτες θα συνεχίσουν να βιώνουν τις επιπτώσεις της πολυετούς κρίσης και οι τράπεζες θα… σέρνονται».
Από την πλευρά τους, οι τράπεζες εύχονται το… αυτονόητο. Να επιστρέψουν οι καταθέσεις στο σύστημα έτσι ώστε να ανακτήσουν ικανοποιητικά επίπεδα ρευστότητας και να μπορέσουν σταδιακά να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας. Τρία είναι τα βασικά σημεία όπου βρίσκονται οι καταθέσεις που κάποτε… γέμισαν τις τράπεζες: σε ιδρύματα του εξωτερικού, σε θυρίδες και σε «σεντούκια».
Ποιος όμως είναι διατεθειμένος να επιστρέψει τα χρήματά του στο τραπεζικό σύστημα της χώρας, όταν η εμπιστοσύνη έχει δεχτεί το άνευ προηγουμένου χτύπημα του καλοκαιριού του 2015, με την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών;
Οι πολίτες θέλουν να δουν τα capital controls να… εξαφανίζονται καθώς μόνο έτσι θα αρχίσουν να πιστεύουν ότι κάτι αλλάζει προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, οι αρμόδιες Αρχές, όπως η Τράπεζα της Ελλάδος και το υπουργείο Οικονομικών, δεν πρόκειται να προβούν σε κινήσεις ουσιαστικής χαλάρωσης, όσο υπάρχει η παραμικρή ανησυχία ότι οι τράπεζες απειλούνται με νέες εκροές.
Τι είναι αυτό που μπορεί να ανατρέψει την κατάσταση προς το καλύτερο; Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν πως μόνο η «πραγματική» ανάκαμψη της οικονομίας και τα πρώτα δείγματα απεμπλοκής από τα σκληρά μέτρα των μνημονίων έχουν τη δύναμη να αντιστρέψουν το κλίμα. Διότι η οικονομία είναι κλίμα και όσο η αγορά βλέπει τη χώρα να σέρνεται σε αέναες διαπραγματεύσεις και συζητήσεις για νέα μέτρα στο πλαίσιο των αξιολογήσεων του προγράμματος, τόσο διστάζει να δει μπροστά.
Στο... κενό το 2016
Μετά την επαναφορά του waiver από την ΕΚΤ και την χαλάρωση των capital controls το περασμένο καλοκαίρι – όταν εφαρμόστηκε ο διαχωρισμός νέου και παλαιού χρήματος – οι τράπεζες κινήθηκαν επιθετικά για να προσελκύσουν καταθέσεις. Και επειδή στα σχέδια αναδιάρθρωσης που έχουν συμφωνήσει με την Κομισιόν δεσμεύονται να μην αυξήσουν τα επιτόκια, προχωρούν σε καμπάνιες και έξτρα παροχές συνδεδεμένες με προθεσμιακές καταθέσεις.
Οι τράπεζες ήθελαν να κινητοποιήσουν τον κόσμο να βγάλει τα χρήματα από τα στρώματα και από τις θυρίδες και να τα επιστρέψει σε λογαριασμούς, όμως οι πληρωμές των φόρων είχαν μάλλον προτεραιότητα.
Το αποτέλεσμα, λοιπόν, δεν είναι μέχρι στιγμής το αναμενόμενο καθώς μέσα στο 2016 οι καταθέσεις των νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά 465 εκατ. ευρώ (το ποσό αφορά την περίοδο Ιανουαρίου 2016-Νοεμβρίου 2016). Διαμορφώθηκαν στο τέλος Νοεμβρίου στα 102,653 δισ. ευρώ από 102,188 δισ. ευρώ στο τέλος του 2015. Δηλαδή, οι καταθέσεις των νοικοκυριών σήμερα είναι 32 δισ. ευρώ λιγότερες από τον Δεκέμβριο του 2014!!!
Στόχος για το 2017 είναι να υλοποιηθεί στο σύνολό της η αλληλουχία θετικών εξελίξεων για την οικονομία: η ολοκλήρωση της αξιολόγησης και η ελάφρυνση του χρέους σε τέτοιο βαθμό που η ΕΚΤ θα αποφασίσει την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στην ποσοτική χαλάρωση.