Του Γιώργου Φιντικάκη
Χαμηλές είναι οι επιδόσεις σε επενδύσεις, συγχωνεύσεις και εξαγορές στην Ελλάδα, ενώ αναιμική θα παραμείνει και φέτος η ανάπτυξη με ρυθμούς 1,5%-2%, κάτω δηλαδή από τις προβλέψεις των διεθνών οργανισμών.
Τα συμπεράσματα προέρχονται από την ετήσια έρευνα της PriceWaterhouseCoopers (PwC) για τις εξαγορές και συγχωνεύσεις, οι οποίες κινούνται με χαμηλούς ρυθμούς, καθώς το country risk παραμένει υψηλό, όπως και το κόστος κεφαλαίου, στερώντας από την αγορά πολύτιμη ρευστότητα που θα μπορούσε να διοχετευθεί σε υγιείς επιχειρήσεις.
Το κεντρικό μήνυμα της έρευνας είναι ότι μετά από μια δεκαετία κρίσης, το αναπτυξιακό μοντέλο της Ελλάδας συνεχίζεται να στηρίζεται στην κατανάλωση, και όχι στις επενδύσεις, ωστόσο χρόνος πολύ για να αλλάξει δεν υπάρχει, αφού τα περιθώρια μετά το 2022 στενεύουν επικίνδυνα.
Και αυτό καθώς μέσα στην επόμενη τριετία θα έχει εξαντληθεί το μαξιλάρι των 24 δισ. ευρώ, ενώ από το 2022 και μετά, αυξάνονται οι ανάγκες αποπληρωμής του χρέους, που σημαίνει ότι η ανάπτυξη πρέπει να βρει άλλα στηρίγματα, πέραν της κατανάλωσης και του τουρισμού. «Είναι άμεση ανάγκη η ελληνική οικονομία να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό της μέχρι το 2022, προκειμένου να μπουν θεμέλια μακροπρόθεσμης ανάπτυξης και ομαλής εξυπηρέτησης του δανεισμού της χώρας», αναφέρει χαρακτηριστικά η PwC.
Τυχαίες δεν είναι οι χαμηλές πτήσεις των επενδύσεων, των εξαγορών και των συγχωνεύσεων, κατά το 2018, την πρώτη μεταμνημονιακή χρονιά. Οι εξαγορές και συγχωνεύσεις ανήλθαν σε 3,8 δισ. ευρώ, 1,1 δισ. προήλθε από ιδιωτικοποιήσεις και 635 εκατ. από εκδόσεις εταιρικών ομολόγων. Τα νούμερα είναι μικρά και ένας από τους λόγους σχετίζεται με το υψηλό κόστος κεφαλαίων που συνεπάγεται μια επένδυση στην Ελλάδα, είτε από εγχώριο, είτε από ξένο επενδυτή.
Ακτινογραφώντας τις περυσινές εξαγορές και συγχωνεύσεις, προκύπτει ότι ναι μεν η αξία των συναλλαγών αυξήθηκε κατά 1,9 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το 2017, ωστόσο στην εικόνα αυτή συνέβαλλε κυρίως η ναυτιλία, το πιο διεθνοποιημένο τμήμα της ελληνικής οικονομίας, και όχι άλλοι τομείς.
Στο σκέλος των ιδιωτικοποιήσεων, τα έσοδα ανήλθαν σε 1,1 δισ. ευρώ έναντι του στόχου 2,7 δισ. ευρώ και αναμένεται να βελτιωθούν κατά τη φετινή χρονιά λόγω της επέκτασης της σύμβασης παραχώρησης του αερολιμένα «Ελευθέριος Βενιζέλος» και του εν εξελίξει διαγωνισμού πώλησης του 50,1% των ΕΛΠΕ.
Αναφορικά με τα προσδοκώμενα έσοδα της φετινής χρονιάς, έχουν ήδη συμφωνηθεί εξαγορές και συγχωνεύσεις που θα ξεπεράσουν τα 2 δισ. ευρώ. Ξεχωρίζουν η πώληση της Tirana Bank από την Τρ. Πειραιώς, της Telecom Albania από τον ΟΤΕ, η απόκτηση του 51% της Stoiximan από τον ΟΠΑΠ, και η συγχώνευση της Capital Product Tankers με την DSS Holdings.