Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Μία ακόμη «μαγική συνταγή» για την τουρκική οικονομία παρουσίασε χθες ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μέσω του γαμπρού του και υπουργού Οικονομικών, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, σε μια προσπάθεια να πείσει τη διεθνή επενδυτική κοινότητα ότι δεν έχει ανάγκη το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Πιεσμένος από την επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών στην Τουρκία τον τελευταίο χρόνο, που είχε ως αποτέλεσμα να χάσει την Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη στις δημοτικές εκλογές της περασμένης εβδομάδας, ο Τούρκος πρόεδρος υποσχέθηκε το μεγαλύτερο «πακέτο» ενίσχυσης των τραπεζών από την ημέρα που ανήλθε στην εξουσία.
Όλα αυτά συμβαίνουν ενώ αύριο Παρασκευή ο Αλμπαϊράκ μεταβαίνει στην Ουάσινγκτον όπου θα έχει συναντήσεις με αυτούς που… προσπαθεί να αποφύγει, ήτοι στελέχη του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Στις επαφές αυτές, ο Τούρκος ΥΠΟΙΚ θα αναλύσει το πλάνο των μεταρρυθμίσεων που ναι μεν ανακοίνωσε χθες αλλά δεν περιέγραψε αναλυτικά, με αποτέλεσμα να παραμένει η αβεβαιότητα για τις προθέσεις του σουλτάνου.
Για παράδειγμα, ο Αλμπαϊράκ ανακοίνωσε ότι θα διαθέσει φρέσκα κεφάλαια για την ενίσχυση των κρατικών τραπεζών και θα δημιουργήσει δύο ταμεία που θα αναλάβουν μερικά από τα «κόκκινα» δάνεια του τραπεζικού κλάδου. Όμως, δεν ξεκαθάρισε το πως ακριβώς θα γίνει η εξυγίανση των τραπεζών, αλλά μόνο ότι η κυβέρνηση θα εκδώσει ομόλογα ύψους 5 δισ. ευρώ για τον συγκεκριμένο σκοπό.
Θα προλάβει να τις σώσει;
Οι τουρκικές τράπεζες εκτιμάται ότι διαθέτουν «μαξιλάρι» 27 δισ. δολαρίων για να απορροφήσουν τις αναταράξεις πιθανής νέας νομισματικής κρίσης, όμως τα «κόκκινα» δάνεια έχουν ήδη εκτιναχθεί στα 19,3 δισ. δολάρια περιορίζοντας τις αντοχές του κλάδου. Όπως εκτιμά η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας, το συνολικό ποσοστό «κόκκινων» δανείων θα ανέλθει στο 6% το 2019 από 2,95% στις αρχές του 2018.
Στο μεταξύ, οι τουρκικές επιχειρήσεις διαθέτουν χρέη σε ξένο νόμισμα ύψους 313 δισ. δολαρίων, που αντιστοιχούν στο 40% του τουρκικού ΑΕΠ, αλλά περιορίζονται στα 195 δισ. δολάρια αν λάβουμε υπόψη και τα στοιχεία ενεργητικού σε ξένο νόμισμα. Πάνω από το 50% των υποχρεώσεων των τουρκικών επιχειρήσεων αφορά σε εγχώριο τραπεζικό δανεισμό, ποσοστό διπλάσιο από το 2008. Την ίδια ώρα, ολοένα περισσότερες επιχειρήσεις ζητούν αναδιάρθρωση χρεών καθώς αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους. Μέχρι στιγμής φέτος, έχουν ολοκληρωθεί ή βρίσκονται σε διαδικασία αναδιάρθρωσης δάνεια ύψους 28 δισ. δολαρίων, έναντι 18 δισ. δολαρίων το 2018, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg.
Μένει να δούμε, λοιπόν, ποια θα είναι η αντίδραση του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στις οικονομικές αλχημείες του Ερντογάν. Η… καχυποψία των επενδυτών απέναντι στον Ερντογάν είναι δικαιολογημένη καθώς ο Τούρκος πρόεδρος δεν αναγνωρίζει ότι η ύφεση έχει χτυπήσει τη χώρα του και επιμένει ότι θα βελτιωθούν άμεσα οι συνθήκες. Αρκεί να θυμηθούμε ότι τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο Αλμπαϊράκ είχε ανακοινώσει ένα άλλο φιλόδοξο οικονομικό πρόγραμμα που προέβλεπε περικοπές δαπανών ύψους 20 δισ. δολαρίων και ανάπτυξη 3,8% το 2018, 2,3% το 2019 και νέα έκρηξη στο 5% από το 2021 και μετά.
Επειδή, ωστόσο, υπάρχει και η πραγματικότητα εκτός από τα όνειρα θερινής νυκτός, η τουρκική οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 2,6% το 2018 – μετά το χειρότερο τρίμηνο της δεκαετίας στο τέλος του έτους - ενώ σήμερα βρίσκεται σε βαθιά ύφεση και όλες οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 2,5% το 2019 και… βλέπουμε.
Η χώρα που έχει υπογράψει 19 προγράμματα με το ΔΝΤ σε διάστημα 47 ετών, σήμερα αρνείται να παραδεχθεί ότι βρίσκεται σε ύφεση, βλέπει τον πληθωρισμό να αγγίζει το 20% και το νόμισμά της να διατηρείται σε επίπεδα κρίσης. Παράλληλα, έχει έναν πρόεδρο που είναι διατεθειμένος να τραβήξει τον δικό του δρόμο και δεν πρόκειται να δεχθεί με τίποτα τη διεθνή επιτήρηση. Και όλα αυτά χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι γεωπολιτικοί συσχετισμοί…