Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η διαδικασία κλήσης των κατόχων στεγαστικών δανείων από τις τράπεζες, σε μία προσπάθεια να επιτευχθεί ο μεγαλύτερος δυνατός αριθμός ρυθμίσεων και να ξεκαθαρίσει το τοπίο αναφορικά με το ποιοι μπορούν να πληρώσουν και ποιοι όχι.
Ωστόσο, στα τραπεζικά επιτελεία είναι έντονος ο προβληματισμός για την εξέλιξη της αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος από τους εκπροσώπους των δανειστών. Γιατί αμέσως μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα ξεκινήσει ένας νέος γύρος διαπραγματεύσεων, αυτή τη φορά για την τύχη των στεγαστικών πρώτης κατοικίας, καταναλωτικών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Η έναρξη των συζητήσεων τοποθετείται χρονικά το Φεβρουάριο, ανάλογα πάντα με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης του προγράμματος. Το ζήτημα που «καίει» είναι σαφώς αυτό της διαχείρισης των στεγαστικών πρώτης κατοικίας που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του νόμου που προστατεύει από τους πλειστηριασμούς.
Τα στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας αποτελούν το 42% του συνόλου των «κόκκινων» στεγαστικών. Σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζιτών, ξεπερνούν τα 12 δισ. ευρώ.
Στο μεταξύ, από τις τράπεζες γίνεται σαφές, ότι όπως και στο παρελθόν, έτσι και σήμερα πρώτη προτεραιότητα δεν αποτελεί η εκκίνηση δικαστικών διαδικασιών και οι πλειστηριασμοί ακινήτων, όσων δεν προστατεύονται από το νόμο. Πρόκειται για δάνεια συνολικού ύψους άνω των 15 δισ. ευρώ για τα οποία τα αρμόδια τραπεζικά τμήματα έχουν καταρτίσει συγκεκριμένα σχέδια διαχείρισης.
Στη διαχείριση αυτών των 15 δισ. ευρώ αναμένεται να πέσει το βάρος τους επόμενους μήνες. Επιθυμία των πιστωτικών ομίλων είναι η όσο το δυνατόν ταχύτερη ρύθμιση των οφειλών, πριν εμπλακούν τα ξένα funds.
«Αν υπάρχει θέληση, θα βρεθεί λύση»
Αρμόδια τραπεζικά στελέχη τονίζουν ότι εκτός από τις περιπτώσεις των «στρατηγικών κακοπληρωτών» (όπως χαρακτηρίζονται όσοι έχουν αλλά δεν πληρώνουν), στις οποίες θα επιδείξουν πολύ αυστηρή στάση, η ρύθμιση των οφειλών είναι προς το συμφέρον και των τραπεζών και των δανειοληπτών. «Άρα, αν υπάρχει θέληση, λύση θα βρεθεί», σημειώνει με νόημα διευθυντικό στέλεχος στεγαστικής πίστης.
Σε ότι αφορά στα αιτήματα για ρυθμίσεις, στα τραπεζικά υποκαταστήματα επικρατεί κινητικότητα καθώς μεγάλο ποσοστό των δανειοληπτών που ενημερώθηκαν για την διευθέτηση των οφειλών τους αναμένεται να σπεύσει να εκμεταλλευτεί την… τελευταία ευκαιρία ρύθμισης με ευνοϊκούς όρους.
Προσοχή όμως: όσοι θέλουν να καταλήξουν σε διακανονισμό με τις τράπεζες θα πρέπει να προσκομίσουν όλα τα απαιτούμενα οικονομικά στοιχεία και σύμφωνα με αυτά θα εξεταστεί το αίτημά τους. Και επειδή οι αριθμοί πολλές φορές δεν λένε την αλήθεια για την πραγματική ικανότητα αποπληρωμής, εκτιμάται ότι θα υπάρξουν πολλές ενστάσεις από πλευράς δανειοληπτών για την πρόταση ρύθμισης που θα λάβουν από την τράπεζα.
Τραπεζικά στελέχη σημειώνουν ότι πρόκειται για ένα πάρα πολύ λεπτό σημείο και μόνο στην πράξη θα φανεί αν η διαδικασία που βασίζεται στις εύλογες δαπάνες διαβίωσης θα αποδώσει τα αναμενόμενα.
Επισημαίνεται πως όσοι δεν ανταποκριθούν στο πρώτο κάλεσμα των τραπεζών δεν θα έχουν την ίδια μεταχείριση στη συνέχεια, ή στην περίπτωση που η υπόθεσή τους πάρει τη δικαστική οδό.
Το μεγάλο ζήτημα που απασχολεί την κοινή γνώμη είναι ο βαθμός εμπλοκής των ξένων funds, καθώς έχει επικρατήσει η αντίληψη ότι η στάση τους θα είναι πολύ πιο σκληρή από αυτή των τραπεζών. Αυτό βέβαια μένει να φανεί, αν και μέχρι στιγμής το ενδιαφέρον τους εστιάζεται στα πολύ μεγάλα στεγαστικά δάνεια. Τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι η διαχείριση των «μικρομεσαίων» στεγαστικών θα γίνει από τις ίδιες τις τράπεζες στο ίδιο μοτίβο που ακολουθήθηκε στο παρελθόν, όμως αυτή τη φορά με μία πιο συγκεκριμένη διαδικασία στο πλαίσιο του Κώδικα Δεοντολογίας.