Την ανάγκη μεγέθυνσης των Μεσαίων και Μικρών Επιχειρήσεων (ΜμΕ) ως κρίσιμη προϋπόθεση για την ανάπτυξή τους ανέδειξε το δεύτερο μέρος της μελέτης ΣΕΒ-ΕΥ, με τίτλο: «Διαδρομές επιχειρηματικής μεγέθυνσης. Η διεθνής εμπειρία και οι Ελληνικές ΜμΕ» που παρουσιάστηκε σήμερα, (Τρίτη, 20/2/2018), στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου του Συνδέσμου.
Συγκεκριμένα, ο ΣΕΒ προτείνει στόχους και προτεραιότητες, στο πλαίσιο ενός Συμφώνου για τις Μεσαίες και Μικρές Επιχειρήσεις (ΜμΕ) προκειμένου να γίνει πράξη η μετάβαση από τις «πολιτικές για το μικρό μέγεθος» που συνεχίζει να εφαρμόζει η Ελλάδα, σε «πολιτικές μεγέθυνσης» ανάλογες των ευρωπαϊκών πρακτικών.
Με βάση την διεθνή εμπειρία, οι πολιτικές μεγέθυνσης διασφαλίζουν καλύτερα την επιβίωση και προσφέρουν υψηλότερους ρυθμούς και ανάπτυξης των μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων.
Το δεύτερο μέρος της μελέτης ΣΕΒ-ΕΥ εντοπίζει τις δοκιμασμένες παρεμβάσεις και το μείγμα πολιτικής από τη διεθνή εμπειρία με βασική επιδίωξη την παραγωγική μεγέθυνση. Το Σύμφωνο για τις Μεσαίες και Μικρές Επιχειρήσεις (ΜμΕ) έχει κεντρικό στόχο τη δημιουργία 8.000 περισσότερων μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων μέχρι το 2025. Ο ρεαλιστικός αυτός στόχος αντιπροσωπεύει μια συντηρητική αύξηση των μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων κατά μόλις 2% (από το 3% σήμερα στο 5% και έναντι 7% της Ε.Ε. επί του συνόλου των επιχειρήσεων).
Η υιοθέτηση του Συμφώνου μπορεί και πρέπει να γίνει με ευρεία συναίνεση, να υπηρετείται με συνέπεια ανεξαρτήτως των εκάστοτε κύκλων διακυβέρνησης και με περιοδική αξιολόγηση.
Η μελέτη ΣΕΒ-ΕΥ παρουσιάζει επίσης τις σημαντικότερες διαδρομές παραγωγικής μεγέθυνσης, οι οποίες θα αποτελέσουν πεδίο ευρείας δημόσιας συζήτησης στο Συνέδριο που διοργανώνει ο Σύνδεσμος, με τίτλο: «Οδηγός Ανάπτυξης των ΜμΕ» την Τετάρτη 21 Φεβρουαρίου στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Ο Κωνσταντίνος Μπίτσιος, Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος του ΣΕΒ δήλωσε: «Η επιδιωκόμενη ανάπτυξη, προϋποθέτει την κινητοποίηση όλων των υγειών παραγωγικών δυνάμεων της χώρας. Οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις είναι εκ των πραγμάτων σημαντικός πυλώνας της διαδικασίας αυτής. Είναι σημαντικές στην οικονομία και συνεισφέρουν στο 87% της μισθωτής απασχόλησης.
Είναι όμως ιδιαίτερα ανησυχητικό ότι συνεχίζουν και σήμερα να αποκλίνουν από τις ευρωπαϊκές επιδόσεις σε όλους τους επιμέρους δείκτες αναφορικά με την παρουσία, το μέγεθος και την αποδοτικότητα. Η ανάγκη για οικονομική και παραγωγική μεγέθυνση των μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων (ΜμΕ) στην Ελλάδα προσκρούει, εκτός των συνεπειών της κρίσης, σε διαθρωτικές αδυναμίες τους που προϋπήρχαν και οφείλονται σε πολιτικές, οι οποίες προκαλούν παρατεταμένη καθήλωση σε μικρά μεγέθη.
Στο πλαίσιο αυτό, το Σύμφωνο για τις μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις (ΜμΕ) αποσκοπεί στη σταδιακή σύγκλιση με τις ευρωπαϊκές πρακτικές και επιδόσεις. Στο συνέδριο που διοργανώνει ο ΣΕΒ θα συζητηθούν οι ευρωπαϊκές και διεθνείς πρακτικές και οι διαδρομές προς την επίτευξη του στόχου της δημιουργίας 8.000 περισσότερων μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων που θα προσθέσουν €7,7δις στο ΑΕΠ (+4%) και 100.000 δουλειές (καθαρή αύξηση 6%) έως το 2025.»
Ο κ. Κωνσταντίνος Μαραγκός, Ταμίας του Δ.Σ. του ΣΕΒ σημείωσε: «Έχουμε αναγνωρίσει τις κρίσιμες διαδρομές που επιταχύνουν την παραγωγική μεγέθυνση των μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων (ΜμΕ). Η βελτίωση των εξαγωγών των ΜμΕ κυρίως σε διεθνή παραγωγικά δίκτυα κατά 10% μεταφράζεται σε συνολική αύξηση των εξαγωγών κατά περίπου €6 δισ., ενώ πολιτικές που αυξάνουν την παραγωγικότητα των ΜμΕ κατά μόλις 10% προσθέτουν €4,3δισ. στο ΑΕΠ (+2,3%). Επίσης, μια συντηρητική αναπροσαρμογή του μείγματος με 1.400 περισσότερες ΜμΕ γνώσης και τεχνολογίας στη μεταποίηση προσθέτει €4,2δισ. στο ΑΕΠ (+2,3%).
Τέλος, η μείωση του κόστους συμμόρφωσης των ΜμΕ κατά 50% (σήμερα έως και 6πλάσιο χωρών της ΕΕ) μέσα από την πάταξη του αθέμιτου ανταγωνισμού, τη μείωση της γραφειοκρατίας, την απλούστευση του πτωχευτικού δικαίου και τη δεύτερη ευκαιρία, και τις απλές και σταθερές φορολογικές διαδικασίες, κ.τλ, έχει προφανές όφελος στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.
Είναι ευθύνη όλων όσων ασχολούνται με την μεσαία και μικρή επιχειρηματικότητα είτε ως επιχειρηματίες, είτε ως διαμορφωτές πολιτικής, είτε ως πολιτικοί και διοικητικοί παράγοντες να συνεισφέρουμε σε αυτή την κατεύθυνση».