Λεπτομέρειες του σχεδίου που επεξεργάζεται εδώ και καιρό η Τράπεζα της Ελλάδος για την ταχύτερη και πιο αποτελεσματική διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, θα περιλαμβάνει, σύμφωνα με πληροφορίες του liberal.gr, η έκθεση της κεντρικής τράπεζας για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Όπως έγκαιρα είχε αναφέρει το liberal.gr, η ΤτΕ επεξεργάζεται ένα διαφορετικό σχέδιο από αυτό του ΤΧΣ, το οποίο για λόγους που εμπίπτουν στον κανόνα της κρατικής βοήθειας δείχνει να μην προχωράει. Το σχέδιο της ΤτΕ προβλέπει την «εκμετάλλευση» κεφαλαίων που αντιστοιχούν στον αναβαλλόμενο φόρο για να δημιουργηθούν σχήματα ειδικού σκοπού (SPV) τα οποία θα εκδώσουν ομόλογα για να αγοράσουν με τα χρήματα που θα αντλήσουν ένα τμήμα των «κόκκινων» δανείων που θα ελαφρύνει σημαντικά τους τραπεζικούς ισολογισμούς.
Σύμφωνα με την πρόταση, οι ελληνικές τράπεζες θα μεταφέρουν περίπου το 50% των αναβαλλόμενων φόρων τους στο λεγόμενο όχημα ειδικού σκοπού (SPV), το οποίο στη συνέχεια θα προχωρήσει στην έκδοση ομολόγων και θα χρησιμοποιήσει τα έσοδα για να αγοράσει επισφαλή δάνεια ύψους 42 δισ. ευρώ από τις τράπεζες.
Το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος έχει υποβληθεί στον μηχανισμό εποπτείας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και στο υπουργείο Οικονομικών, ενώ κάθε χρήση εγγυήσεων υπόκειται στην έγκριση των αρχών ανταγωνισμού της Κομισιόν (DGComp). Σύμφωνα με τις πηγές, οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές θα μπορούσαν να εγκρίνουν τόσο το σχέδιο της ΤτΕ όσο και το σχέδιο του ΤΧΣ, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στις τράπεζες να «καθαρίσουν» τους ισολογισμούς τους.
Μάλιστα, κοινοτικές πηγές, σημειώνουν ότι η DGComp θα μπορούσε να εγκρίνει ακόμη και ένα σχέδιο που προβλέπει τη χρήση χρημάτων από το κεφαλαιακό «μαξιλάρι» χωρίς να θεωρείται αυτή η «παρέμβαση» κρατική ενίσχυση που εμπίπτει στην Οδηγία BRRD, τη γνωστή σε όλους κοινοτική οδηγία για το bail-in.
Το βασικό σενάριο είναι η DGComp να ζητήσει να αγοραστούν τα δάνεια σε τιμές αγοράς έτσι ώστε να μην χρειαστούν νέες προβλέψεις οι τράπεζες.
Υπενθυμίζεται ότι μία πρώτη «παράκαμψη» της Οδηγίας έλαβε χώρα στην Ιταλία στο πλαίσιο της διάσωσης των δύο τραπεζών της περιφέρειας Βένετο, όταν το ιταλικό δημόσιο δαπάνησε 17 δισ. ευρώ. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι με τις συνθήκες στις αγορές να είναι εξαιρετικά δυσμενείς θα έχει μεγάλη σημασία να δούμε πόσα χρήματα προτίθεται να χρησιμοποιήσει το δημόσιο από το κεφαλαιακό μαξιλάρι και ποιες θα είναι οι αντιδράσεις των αγορών.