Should I stay or Should I go τραγουδούσαν οι Clash στο μακρινό πλέον 1982 ενώ ένα αντίστοιχο δίλημμα αντιμετωπίζουν σήμερα οι εποπτικές αρχές και οι επενδυτές παγκοσμίως για το Short Selling. Should it Stay or Should it Go? Πρέπει να παραμείνει ή να απαγορευθεί η δυνατότητα ανοιχτών πωλήσεων μετοχών;
Τις τελευταίες ημέρες αποφασίσθηκε η απαγόρευση του short selling (ανοιχτές πωλήσεις μετοχών) στις αγορές της Νοτίου Κορέας, Γαλλίας, Ιταλίας, Ισπανίας, Βελγίου και Ελλάδας ενώ αρκετές άλλες χώρες εξετάζουν ανάλογα μέτρα ώστε να διασφαλίσουν της ομαλή λειτουργία των χρηματιστηριακών τους αγορών απέναντι στην πρωτοφανή σε μέγεθος και ένταση μεταβλητότητα.
Οι ανοιχτές πωλήσεις μετοχών δίνουν τη δυνατότητα σε επενδυτές να πουλήσουν μετοχές, τις οποίες δεν κατέχουν αλλά μπορούν να δανειστούν, εάν πιστεύουν πως η πραγματική τους αξία είναι χαμηλότερη της τρέχουσας. Τις μετοχές αυτές στη συνέχεια τις αγοράζουν σε χαμηλότερη τιμή, εάν η πρόβλεψη τους ήταν σωστή, και τις επιστρέφουν, έχοντας καρπωθεί ως κέρδος την διαφορά μεταξύ της υψηλής τιμής πώλησης και της χαμηλής τιμής αγοράς. Είναι λοιπόν ένα εργαλείο το οποίο δίνει την δυνατότητα επένδυσης και αποκομιδής κερδών από την πτώση της τιμής της μετοχής.
Ο πλουραλισμός των επενδυτικών εργαλείων είναι ασφαλώς θετική παράμετρος για μια αγορά. Αρκεί αυτά να συμβάλλουν στην αποτελεσματική λειτουργία της. Τα προκρινόμενα επιχειρήματα για την χρήση των ανοιχτών πωλήσεων μετοχών είναι η συνδρομή τους στην ταχύτερη διαμόρφωση της τιμής ισορροπίας, λειτουργούν δηλαδή ως price discovery mechanism, η δυνατότητα που παρέχουν για αντιστάθμιση κινδύνου (hedging) και η ικανότητα των αγορών να αυτορυθμίζονται.
Η χρηματιστηριακή αγορά, όπως και κάθε αγορά, είναι η πλατφόρμα η οποία δίνει τη δυνατότητα σε αγοραστές και πωλητές να συναλλαχθούν ώστε να διαμορφωθεί η τιμή η οποία φέρνει σε σημείο ισορροπίας την προσφορά με τη ζήτηση. Η πολυφωνία των επενδυτικών επιλογών στην διάθεση των συμμετεχόντων στην αγορά ασφαλώς διευκολύνει και επισπεύδει αυτή την διαδικασία. Πέραν όμως των διαθέσιμων επιλογών υπάρχει και η παράμετρος της επαρκούς και συμμετρικής πληροφόρησης η οποία είναι αναγκαία για τη σωστή λειτουργία κάθε αγοράς καθώς επιτρέπει την διαμόρφωση προβλέψεων για την προσφορά και την ζήτηση ενός αγαθού ή στην περίπτωση των μετοχών για την προσφορά και την ζήτηση των προϊόντων και υπηρεσιών μιας εταιρίας.
Τι συμβαίνει όμως όταν αυτή η βασική παράμετρος δεν υφίσταται; Όταν υπάρχει μια κρίση και ο βαθμός βεβαιότητας για την κατάσταση της οικονομίας τους επόμενους μήνες είναι ιδιαίτερα χαμηλός; Οι αγοραστές ασφαλώς απέχουν ή διστάζουν να συμμετάσχουν ενώ οι πωλητές, εκμεταλλευόμενοι την συγκυρία, προβαίνουν σε διαρκείς πωλήσεις μετοχών οδηγώντας τις τιμές τους σε χαμηλότερα επίπεδα. Ενόσω η οικονομική ασάφεια παρατείνεται, σε συνδυασμό και με την συνεχιζόμενη πτώση των τιμών λόγω των ανοιχτών πωλήσεων, ενδυναμώνεται στην αγορά το κλίμα αβεβαιότητας και πανικού το οποίο επισείει το συναίσθημα αποπληθωρισμού τιμών και αξιών. Ένας συνδυασμός που ενισχύει περαιτέρω την απόφαση αποχής των εν δυνάμει αγοραστών.
Σε μια τέτοια περίπτωση, η οποία προσομοιάζει με αυτήν που διατρέχουμε τώρα, υπάρχει σημαντική έλλειψη αγοραστών η οποία στερεί την αγορά από την αντίρροπη στους πωλητές δύναμη και ως εκ τούτου την αποτελεσματική δυνατότητα εύρεσης της τιμής ισορροπίας για τις προς διαπραγμάτευση μετοχές. Σε αυτές τις περιπτώσεις καθίσταται σαφές πως οι ανοιχτές πωλήσεις μετοχών μπορούν να μεταβληθούν από επενδυτικό εργαλείο σε εργαλείο υποτιμητικής κερδοσκοπίας δημιουργώντας σημαντικές στρεβλώσεις και έντονη μεταβλητότητα ιδιαίτερα σε αγορές όπως το Χρηματιστήριο Αθηνών το οποίο στερείται το βάθος των ώριμων αγορών και την ουσιαστική συμμετοχή ισχυρών θεσμικών χαρτοφυλακίων. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να διακόπτεται η δυνατότητα εφαρμογής των ανοιχτών πωλήσεων διότι δεν πληρούνται τα κριτήρια εκείνα ώστε να λειτουργήσουν αποτελεσματικά και προς όφελος της αγοράς.
Θα πρέπει επίσης να γίνει κατανοητό ότι η έντονη μεταβλητότητα των τιμών των μετοχών αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών οι οποίοι έχουν μακροπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα και μπορούν να λειτουργήσουν σταθεροποιητικά σε περιόδους κρίσης.
Η αντιστάθμιση κινδύνου προκρίνεται επίσης ως επιχείρημα διατήρησης της δυνατότητας ανοιχτών πωλήσεων. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι οι επενδυτές των ομολόγων μιας εταιρίας, οι οποίοι σε περιόδους κρίσης, μπορούν να προβούν σε ανοιχτές πωλήσεις μετοχών της ίδιας εταιρίας διότι η αξία τους τείνει να απομειώνεται περισσότερο σε σχέση με τα ομόλογα. Το ίδιο ακριβώς όμως αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί μέσω συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης (futures) ή δικαιωμάτων προαίρεσης πώλησης (put option) με υποκείμενο τίτλο τις μετοχές.
Υπάρχει, τέλος, και το επιχείρημα ότι σε μια ελεύθερη αγορά θα πρέπει να διατηρείται η δυνατότητα ανοιχτών πωλήσεων ανεξαρτήτως της οικονομικής ορατότητας διότι συντελεί στην αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς. Πίσω από αυτό το επιχείρημα υπάρχει μια σειρά σιωπηλών υποθέσεων. Όπως ότι η αγορά έχει τους μηχανισμούς εκείνους που την βοηθούν να βρει μόνη της το σημείο ισορροπίας, μπορεί δηλαδή να αυτορυθμισθεί. Αυτό δυστυχώς αποτελεί μια αυταπάτη την οποία ανακάλυψε με πολύ ακριβό τρόπο ο Alan Greenspan, ο πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Αμερικής, όταν ασκώντας χαλαρό εποπτικό έλεγχο στις τράπεζες της Αμερικής έστρωσε το χαλί της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008 με τα γνωστά σε όλους μας αποτελέσματα. Όπως δείχνει η ιστορία, η ανθρώπινη φύση ρέπει σε ακραίες καταστάσεις που οδηγούν στην καταστροφή και όχι προς την συγκράτηση και αυτορρύθμιση όταν το ζητούμενο είναι το οικονομικό κέρδος.
Το εργαλείο των ανοιχτών πωλήσεων μετοχών είναι απαραίτητο για την αποτελεσματική λειτουργία της χρηματιστηριακής αγοράς. Απαραίτητη όμως είναι και η θεσμική παρέμβαση για την διακοπή λειτουργίας του όταν δεν υφίστανται οι παράμετροι εκείνοι, όπως σε περιόδους κρίσης και έντονης οικονομικής αβεβαιότητας, ώστε να λειτουργεί αποτελεσματικά και προς όφελος της αγοράς.
*Το άρθρο εκφράζει προσωπικές απόψεις