Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Τα αρνητικά πρωτεία σχεδόν σε ολόκληρη την ευρωζώνη αν όχι την Ευρωπαϊκή Ένωση κατέχει η Ελλάδα, όπως προκύπτει από τις περισσότερα έρευνες της Eurostat αλλά και άλλων οργανισμών όπως ο ΟΟΣΑ.
Δηλαδή από τη μία η Ελλάδα έχει τις υψηλότερες φορολογικές επιβαρύνσεις για τις οικογένειες -κυρίως αυτές με μέσο μισθό 900 ευρώ- ανύπαρκτη προνοιακή πολιτική, από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές, ενώ την ίδια στιγμή οι πολίτες καθυστερούν περισσότερο από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.
Δηλαδή, η παρούσα κυβέρνηση έχει δημιουργήσει ένα φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα το οποίο δημιουργεί αλυσιδωτές αντιδράσεις και δείχνει ότι δεν μπορεί να δουλέψει, μεγεθύνοντας τη φτώχεια και τα προβλήματα της καθημερινότητας, τα οποία η κυβέρνηση προσπαθεί να επιλύσει με ψίχουλα ή διαφορετικά με 13η σύνταξη!
Για παράδειγμα ένα νοικοκυριό με μέσο μισθό 900 ευρώ για να πληρώσει τους υπερβολικούς φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές (αν καταφέρει) αναγκάζεται να μην πληρώσει ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, το στεγαστικό δάνειο, ενδεχομένως και το ενοίκιο. Μάλιστα σύμφωνα με τα στοιχεία αυτό συμβαίνει στους μισούς Έλληνες, σε όσους δηλαδή χρωστούν και στο ελληνικό δημόσιο.
Όπως προαναφέρθηκε η εικόνα της σημερινή Ελλάδας είναι οι υψηλές φορολογικές επιβαρύνσεις η σχεδόν ανύπαρκτη προνοιακή πολιτική, ενώ αντίθετα στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ αλλά και της Ευρωζώνης τα τελευταία χρόνια μειώνονται οι φορολογικοί συντελεστές, τόσο για τα φυσικά πρόσωπα όσο και για τις επιχειρήσεις, ενώ αυξάνονται τα προνοιακά επιδόματα.
Από την ανάλυση των στατιστικών στοιχείων προκύπτει πως η Ελλάδα στη φορολογία θυμίζει τις σκανδιναβικές χώρες, ενώ στην εκπαίδευση, στα επιδόματα, και στις πληρωμές των υποχρεώσεων μοιάζει με μια βαλκανική χώρα. Ειδικότερα:
1. Η Ελλάδα για το 2016 και για το 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, έχει τον τέταρτο υψηλότερο συντελεστή φυσικών προσώπων στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα ο ανώτατος συντελεστής μαζί με την ειδική εισφορά αλληλεγγύης ανέρχεται στο 55%. Σε υψηλότερη θέση είναι η Σουηδία με τον συντελεστή να διαμορφώνεται στο 57,1%, η Δανία με 55,8% και η Πορτογαλία με 56,2%. Αντίθετα, η Βουλγαρία από το 2008 μέχρι και σήμερα διατηρεί σταθερό τον συντελεστή στο 10%. Στη χώρα μας, σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες της Ε.Ε., ο συντελεστής φορολόγησης των εισοδημάτων των φυσικών προσώπων αυξάνεται σταδιακά και συγκεκριμένα από 40% που ήταν το 2008 έχει φθάσει στο 55%. Από το 2017 ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής έχει φθάσει στο 45% και για τα εισοδήματα άνω των 200.000 ευρώ επιβάλλεται εισφορά αλληλεγγύης με συντελεστή 10%.
2. Ιδιαίτερα αυξημένη είναι και η φορολογία για τις οικογένειες με παιδιά. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, ένα ζευγάρι με μέσο μισθό (ο οποίος με βάση τα στοιχεία της Ε.Ε. ανέρχεται περίπου στα 800-900 ευρώ) και δύο παιδιά πληρώνει το 38,2% του εισοδήματός του στην εφορία. Αντίθετα, στην Ιρλανδία οι φορολογικές επιβαρύνσεις ανέρχονται στο 13,6%, ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ δεν ξεπερνά το 30%.
3. Ακόμα χειρότερη είναι για τους ανέργους και δη για τους μακροχρόνια. Στην Ελλάδα ένας άνεργος θα λάβει κατά μέσον όρο επιδόματα που ανέρχονται στο 40% του εισοδήματος που λάμβανε ως εργαζόμενος. Το αντίστοιχο ποσό στη Τσεχία και στην Ιταλία ανέρχεται στο 72,8% του εισοδήματος, στην Ολλανδία στο 78,9% και στο Λουξεμβούργο στο 90,8%. Μετά από πέντε χρόνια στην Ελλάδα ο άνεργος δεν λαμβάνει επίδομα ανεργίας και συγκεκριμένα μετά την παρέλευση του πρώτου χρόνου. Ωστόσο, υπάρχουν διάφορα επιδόματα (τέκνων, πετρελαίου θέρμανσης) που μπορεί να πάρει από το ελληνικό Δημόσιο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, ύστερα από πέντε χρόνια ένας άνεργος παίρνει σχεδόν το 6,6% του εισοδήματος που λάμβανε πριν απολυθεί. Αντίθετα, στην Τσεχία συνεχίζει να παίρνει το 54,8 του εισοδήματος, στο Λουξεμβούργο το 67,9% και στην Ολλανδία το 66,87%.
4. Σύμφωνα με τη Eurostat, το 47,9% των Ελλήνων αντιμετώπιζε προβλήματα με τις αποπληρωμές των υποχρεώσεών του το 2016, ποσοστό με διαφορά μεγαλύτερο από τους δεύτερους στη σχετική λίστα Βούλγαρους, οι οποίοι δυσκολεύονταν στις υποχρεώσεις τους σε ποσοστό 34,2%. Εξίσου απογοητευτική για την Ελλάδα είναι και η εικόνα που αφορά μόνο στις δόσεις των στεγαστικών δανείων και των ενοικίων όπου και πάλι η Ελλάδα καταγράφει αρνητική πρωτιά με το 15,3% του συνολικού πληθυσμού να έχει χρέη. Μάλιστα το συγκεκριμένο ποσοστό είναι τριπλάσιο από το 2008 όπου μόλις το 5,5% καθυστερούσε δάνεια και ενοίκια.