«Από την ώρα που υπάρχει η δυνατότητα του εμβολιασμού το lockdown δεν μπορεί να είναι λύση», επισήμανε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών τονίζοντας ότι δεν μπορεί να έχουμε λύσεις που θα έχουν σοβαρές δημοσιονομικές επιπτώσεις. Οι δηλώσεις του Θ. Σκυλακάκη έρχονται λίγες μόλις ώρες μετά την ανάρτηση του Ά. Σκέρτσου ο οποίος σημείωσε ότι η οικονομία και η κοινωνία δεν πρόκειται να ξανακλείσουν για να προστατευθούν οι ανεμβολίαστοι, που έχουν καθολική, δωρεάν και εύκολη πρόσβαση στα εμβόλια.
Απαντώντας στη Βουλή σε σχόλια της αντιπολίτευσης σχετικά με τις δυνατότητες αντιμετώπισης της πανδημίας, ανέφερε πως η Ελλάδα έχει ταμειακά διαθέσιμα, έχει όμως υποστεί μια πολύ σοβαρή δημοσιονομική αφαίμαξη.
Κατά τη γνώμη μου, είπε ο αναπληρωτής υπουργός, σύμφωνα με το ΑΠΕ, «από την ώρα που υπάρχει η δυνατότητα του εμβολιασμού το lockdown δεν μπορεί να είναι λύση» και αφού ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού εμβολιάζεται και υπάρχουν διαθέσιμα εμβόλια, πρέπει να λύσουμε το πρόβλημα με τις μεταλλάξεις και την πανδημία μέσω του εμβολιασμού.
«Δεν μπορεί να έχουμε λύσεις που θα έχουν σοβαρές δημοσιονομικές επιπτώσεις, που όλοι αντιλαμβανόμαστε γιατί όλα αυτά αθροίζονται» και εμείς δεν θέλουμε και δεν θα επιτρέψουμε να έχουμε κάποιο "ατύχημα" στα δημοσιονομικά της χώρας».
«Το Μεσοπρόθεσμο δείχνει την πορεία που ελπίζουμε και προσδοκούμε να έχει η οικονομία μας τα επόμενα χρόνια και θεωρώ ότι μπορούμε λελογισμένα να είμαστε αισιόδοξοι» τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, ενώ μεταξύ άλλων, από την μεγέθυνση της ανάπτυξης, προέβλεψε και αυξήσεις στους μισθούς.
Το Μεσοπρόθεσμο, επανέλαβε πως είναι ένα σενάριο βάσης και ανέφερε πως σε δημοσιονομικούς και μακροοικονομικούς όρους προβλέπει υψηλή ανάπτυξη - 3,6% για εφέτος, που είναι μια δύσκολη και παράδοξη ακόμα χρονιά, 6, 2% για το 2022, 4,6% για το 2023, 4,4% για το 2024 και 3,3% για το 2005.
Προβλέπουμε στο τέλος αυτής της περιόδου μια σοβαρή μείωση της ανεργίας που θα φτάσει στο 11,2% το 2025 και στην διάρκεια της περιόδου έναν χαμηλό μέσο πληθωρισμό στο 1,3%.
Η πορεία έως τώρα της οικονομίας, επισήμανε ο αναπληρωτής υπουργός, «ήταν καλύτερη του αναμενομένου σε σχέση με την πανδημία» και αναφέρθηκε χαρακτηριστικά στον περιορισμό της ύφεσης σε σχέση με τις εκτιμήσεις για την ύφεση των διεθνών οργανισμών και στα ελληνικά ομόλογα, που απεικονίζουν την αξιοπιστία μιας χώρα, που έχουν τα χαμηλότερα ιστορικά επιτόκια δανεισμού, κάτω από το 1%.
Παράλληλα, σύμφωνα με όλους τους δείκτες η οικονομία μας δείχνει ότι αντιδρά πολύ καλά στις συνέπειες της πανδημίας σε σχέση με την ΕΕ. Έχουμε 168 δισ. ευρώ καταθέσεις ιδιωτικού τομέα τον Απρίλιο, έναντι 142 δισ. ευρώ που είχαμε όταν ξεκίνησε η κρίση, που σημαίνει ότι έχουμε 25 με 26 δισ. ευρώ παραπάνω καταθέσεις, που ένα σημαντικό μέρος τους θα πάει πίσω στην οικονομία και αυτό είναι το σημαντικό.
Από το Ταμείο Ανάκαμψης, ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός, πετύχαμε περισσότερους πόρους κατά κεφαλήν από τον μέσο όρο της ΕΕ και αυτό δείχνει επιτυχή διαπραγμάτευση για μια χώρα, ενώ το καταθέσαμε δεύτεροι και ήμασταν η τρίτη χώρα που λάβαμε την έγκρισή του από την Επιτροπή και προχωράει πολύ καλά η διαπραγμάτευση στο Συμβούλιο, ώστε πολύ σύντομα θα έχουμε την πλήρη έγκριση και εκταμίευση, άλλωστε ήδη τα πρώτα έργα υπογράφονται και μπαίνουν στο Πρόγραμμα Δημοσιών Επενδύσεων.
Ο Θ. Σκυλακάκης ανέφερε ότι παρά τις μεγάλες ενισχύσεις που δόθηκαν σε νοικοκυριά και στην αγορά για την αντιμετώπιση της κρίσης, δεν είχαμε δημοσιονομικό εκτροχιασμό, αντιθέτως, φτάνουμε στο τέλος μιας παγκόσμιας κρίσης, με τη χώρα να βλέπει με αισιοδοξία το μέλλον. Ταυτόχρονα, δεν είχαμε δευτερογενή κρίση με λουκέτα, κρατήσαμε την κουλτούρα των πληρωμών, κάτι που απεικονίζεται στα έσοδα καθημερινά, πετύχαμε μια σοβαρή μείωση των «κόκκινων» δανείων και συνεχίσαμε την πορεία των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, επισήμανε ότι το παρόν Μεσοπρόθεσμο είναι «συντηρητικό» και δεν περιλαμβάνει αποτελέσματα από τις μελλοντικές μεταρρυθμιστικές πολιτικές που θα προχωρήσουν και αυτό το κάνει ρεαλιστικό. Μάλιστα, ανέφερε ρητά ότι οι επιπτώσεις αυτών των νέων πολιτικών θα αξιοποιηθούν από το 2023 για τη μείωση κατά κύριο λόγο των φόρων και των εισφορών.
Αναγνώρισε πως υπάρχουν ακόμη πολλές αβεβαιότητες, που προέρχονται από «την ουρά της πανδημίας» και την πορεία του εμβολιασμού και από τις παρενέργειες της γρήγορης ανάκαμψης που θα υπάρξει -και υπάρχει διεθνώς- στον πληθωρισμό και στα επιτόκια. Επίσης, αναφέρθηκε στις συνέπειες της ταχείας ανάκαμψης που θα έχουμε στην Ελλάδα στην αγορά εργασίας.
Όπως είπε, «θα έχουμε αύξηση των μισθών που θα έρθει -και αυτό σας το προβλέπω με βεβαιότητα- καθώς ήδη έχει αρχίσει να παρατηρείται σε ορισμένους κλάδους και μια αρνητική πτυχή αυτή της έλλειψης ανθρωπίνου δυναμικού σε κρίσιμους τομείς, από την γενιά που έφυγε στο εξωτερικό και θα πρέπει να την προσελκύσουμε για να γυρίσει κατά το δυνατόν πίσω».
Ο αναπληρωτής υπουργός, κατέστησε επίσης σαφές, πως «το επόμενο διάστημα θα έχουμε κάποια επιστροφή σε δημοσιονομικούς κανόνες και αυτό είπε θα πρέπει να το καταλάβουμε, και η επάνοδος αυτή θα είναι για την Ελλάδα το «κλειδί» του επομένου διαστήματος, διότι εμείς δεν θα έχουμε διαφορετική μεταχείριση σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Tους ίδιους κανόνες θα εφαρμόσουμε, το θέμα όμως είναι τί θα σημαίνουν αυτοί οι κανόνες για μια χώρα που έχει πολύ μεγάλο χρέος. Γι΄ αυτό έχουμε μια ανοικτή διαπραγμάτευση που θα εξελιχθεί τους επόμενους μήνες και ελπίζω ότι όταν θα ολοκληρωθεί με επιτυχία θα μπορέσουμε στο επόμενο Μεσοπρόθεσμο και στον επόμενο προϋπολογισμό να αρχίσουμε να αποτυπώνουμε τις πολιτικές που θα εφαρμοστούν».
Ο Θ. Σκυλακάκης έκλεισε την τοποθέτησή του σημειώνοντας, ότι «δημοσιονομικά, η επόμενη ημέρα έχει ένα πολύ απλό κανόνα: θα έχουμε και θα δαπανούμε έσοδα στον βαθμό που θα αυξάνουμε την παραγωγικότητα, την παραγωγή, τις επενδύσεις και θα προωθούμε μεταρρυθμίσεις. Αυτή είναι η πολιτική της κυβέρνησης και γι' αυτό και θα πετύχει.
Δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική, δεν υπάρχουν μαγικά χρήματα, δεν υπάρχουν χρήματά που να έρχονται από το πουθενά. Έρχονται από μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις και η κυβέρνηση αυτή πετυχαίνει γιατί έχει πίστη σε αυτή την πολύ απλή αλήθεια. Ο ελληνικός λαός θέλει ένα καλύτεροι μέλλον, που να έχει δουλειές για τα παιδιά του, καλύτερο περιβάλλον, κοινωνικές παροχές και ξέρει ότι αυτό το φέρνει μια νοικοκυρεμένη προσεκτική, τεχνοκρατικά αποτελεσματική και πολιτικά ορθολογική διαχείριση, όπως αυτή που κάνουμε».