Εισαγωγές καυσίμων αξίας 12,1 δισ. ευρώ έκανε η Ελλάδα μέχρι τον Οκτώβριο που ήταν και ο πρώτος «κακός» μήνας της χρονιάς για τις τιμές των καυσίμων και ειδικά του φυσικού αερίου. Οι εισαγωγές αυτές επιβάρυναν το ισοζύγιο περίπου κατά 4 δισ. ευρώ συνολικά στους δέκα μήνες παρά τη μεγάλη αύξηση των εξαγωγών, σε καύσιμα από πέρυσι.
Γενικά οι εξαγωγές καυσίμων ήταν αυξημένες και ξεπέρασαν οριακά ακόμα και αυτές του 2019, συγκρίνοντας στους δέκα μήνες του χρόνου, χάρη και στη συνεισφορά από τα μεγάλα ελληνικά διυλιστήρια που τροφοδότησαν τις γειτονικές αγορές και ενίσχυσαν τις εξαγωγές καυσίμων. Αυτές έφθασαν τα 8,1 δις ευρώ (+66%) μέχρι τον Οκτώβριο και ισορρόπησαν την εικόνα του ισοζυγίου. Ωστόσο αυξήθηκαν και οι εισαγωγές στα 12,1 δισ. ευρώ (+59,2%).
Ο Οκτώβριος έδειξε τα δόντια του με εισαγωγές καυσίμων 1,6 δις ευρώ από 583 εκ. ευρώ το 2020 και 1,11 το 2019 δηλαδή 44% αυξημένες από τον Οκτώβριο του 2019, διαμορφώνοντας την εικόνα για το φθινόπωρο.
Στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών το έλλειμμα μειώθηκε στους δέκα μήνες, στα 6,37 δις ευρώ, από 9,08 δις ευρώ πέρυσι, χάρη στην ανάταξη της ελληνικής οικονομίας μετά την άρση των περιορισμών από το Μάιο και έπειτα.
Με τις μεγάλες ιδιαιτερότητες της χρονιάς λόγω πανδημίας και περιορισμών τους πρώτους 4 μήνες της χρονιάς, τα καύσιμα είναι ένας παράγοντας που έπαιξε και θα συνεχίσει να παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του ισοζυγίου. Γνωρίζοντας πως έχουν κινηθεί οι τιμές όχι τόσο στα 2/3 του Νοεμβρίου όσο από την τελευταία εβδομάδα του και μετά, εκτιμάται ότι μπορεί να επηρεάσει στο σύνολο της χρονιάς, εμποδίζοντας την απρόσκοπτη πρόοδο της ελληνικής οικονομίας.
Ουσιαστικά τα καύσιμα αμαυρώνουν την εικόνα ενός βελτιωμένου ισοζυγίου. Γιατί οι επιδόσεις του τουρισμού και των υπηρεσιών ευρύτερα, αναδεικνύουν το ισχυρό τμήμα της ελληνικής οικονομίας που είναι γενικά, οι υπηρεσίες. Τα στοιχεία που είναι τα προσωρινά από την Τράπεζα της Ελλάδος και οριστικοποιηθούν μετά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου, αναδεικνύουν την πορεία της βελτίωσης σε επιμέρους τομείς, αλλά και τις δυσκολίες σε άλλους
Τα προσωρινά στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για το ισοζύγιο πληρωμών είναι αποκαλυπτικά για την πορεία του 2021, που ήταν εξαιρετική μετά την άρση των περιορισμών και τον τουρισμό, αλλά στην πορεία συναντά επιπλέον εμπόδια και επιβαρύνεται από τα καύσιμα και τις πρώτες ύλες.
Ο τομέας των υπηρεσιών είναι γενικότερα, ισχυρός τομέας του ελληνικού ισοζυγίου, ο ισχυρός τομέας της ελληνικής οικονομίας. Ο τομέας των καυσίμων παρά τις μεγάλες μονάδες που εξάγουν καύσιμα, είναι αυτός που επιβαρύνει.
Οι ιδιαιτερότητες της περιόδου με την πανδημία, τους περιορισμούς και τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, έχουν επηρεάσει την εικόνα του ισοζυγίου και το 2021, αλλά η επιστροφή στην ομαλότητα μαζί με τις αναπτυξιακές πολιτικές μπορεί να την αλλάξει άρδην χάρη στην αύξηση του τουρισμού που έδειξε την ισχύ του, των επενδύσεων και των υπηρεσιών γενικότερα.
Στα συμπεράσματά της η Τράπεζα της Ελλάδος αναφέρει για το ισοζύγιο πληρωμών τα εξής:
- Την περίοδο Ιανουαρίου- Οκτωβρίου 2021, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020, λόγω της αύξησης του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών και της βελτίωσης των ισοζυγίων πρωτογενών και δευτερογενών εισοδημάτων, οι οποίες αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την επιδείνωση του ισοζυγίου αγαθών.
- Τον μήνα Οκτώβριο του 2021, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020, (από 735 εκ. ευρώ σε 780 εκ. ευρώ), λόγω της επιδείνωσης του ισοζυγίου αγαθών και των ισοζυγίων πρωτογενών και δευτερογενών εισοδημάτων, η οποία αντισταθμίστηκε μερικώς από τη βελτίωση του ισοζυγίου υπηρεσιών.
- Η αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών οφείλεται στην αύξηση των εισαγωγών, η οποία ήταν μεγαλύτερη από εκείνη των εξαγωγών. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 44,6% και 6,9% σε τρέχουσες και σταθερές τιμές αντίστοιχα και οι εισαγωγές κατά 50,2% και 12,2% σε τρέχουσες και σταθερές τιμές αντίστοιχα.
Ειδικότερα, οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα σημείωσαν αύξηση κατά 25,4% και 15,3% σε τρέχουσες και σταθερές τιμές αντίστοιχα και οι εισαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα σημείωσαν αύξηση κατά 28,5% και 21,7% σε τρέχουσες και σταθερές τιμές αντίστοιχα.
Διπλασιασμός πλεονάσματος στις υπηρεσίες χάρη στον τουρισμό
To πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών υπερδιπλασιάστηκε, ως αποτέλεσμα της βελτίωσης κυρίως του ταξιδιωτικού ισοζυγίου και, σε μικρότερο βαθμό, των ισοζυγίων μεταφορών και λοιπών υπηρεσιών.
Οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών και οι σχετικές εισπράξεις αυξήθηκαν σημαντικά (κατά 124,5% και 159,8% αντίστοιχα). Ειδικότερα, οι εισπράξεις και οι αφίξεις διαμορφώθηκαν στο 98,4% και το 77,3% εκείνων του Οκτωβρίου του 2019 αντίστοιχα. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου μεταφορών αυξήθηκε, κυρίως λόγω της βελτίωσης του πλεονάσματος των θαλάσσιων μεταφορών.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων κατέγραψε αύξηση σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020, λόγω της αύξησης των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη. Το έλλειμμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων αυξήθηκε σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020, λόγω της αύξησης των πληρωμών της γενικής κυβέρνησης.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2021, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών κατέγραψε μείωση κατά 2,7 δισ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020 και διαμορφώθηκε σε 6,4 δισ. ευρώ.
Μείωση ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών στους δέκα μήνες
Η αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών οφείλεται στη μεγαλύτερη αύξηση των εισαγωγών έναντι των εξαγωγών σε απόλυτα μεγέθη. Αναλυτικότερα, οι εξαγωγές σημείωσαν αύξηση κατά 34,0% και 13,5% σε τρέχουσες και σταθερές τιμές αντίστοιχα και οι εισαγωγές σημείωσαν αύξηση κατά 32,1% σε τρέχουσες τιμές και 10,9% σε σταθερές τιμές. Ειδικότερα, σε τρέχουσες τιμές οι εξαγωγές και οι εισαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα αυξήθηκαν σχεδόν με τον ίδιο ρυθμό (25,7% και 25,6%, αντίστοιχα), ενώ σε σταθερές αυξήθηκαν κατά 20,0% και 23,0% αντίστοιχα.
Η αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών οφείλεται πρωτίστως στη βελτίωση του ισοζυγίου ταξιδιωτικών υπηρεσιών, η οποία όμως αντισταθμίστηκε εν μέρει από τη μείωση του πλεονάσματος του ισοζυγίου μεταφορών. Οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 93,8% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 142,0% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2020, αντιπροσωπεύοντας το 46% και το 58% των αντίστοιχων επιπέδων του 2019. Οι καθαρές εισπράξεις από μεταφορές παρουσίασαν μείωση κατά 9,7%.
Το ισοζύγιο πρωτογενών εισοδημάτων κατέγραψε πλεόνασμα, έναντι ελλείμματος την αντίστοιχη περίοδο του 2020, κυρίως λόγω της μείωσης των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη, ενώ το πλεόνασμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων αυξήθηκε λόγω της ανόδου των καθαρών εισπράξεων της γενικής κυβέρνησης.