Του Γιώργου Φιντικάκη
Σε ταυτόσημα μονοπάτια με την αγορά ηλεκτρισμού βαδίζει η αγορά φυσικού αερίου, που με μοχλό πίεσης το 3ο μνημόνιο, αλλάζει ραγδαία μορφή και σε μερικά χρόνια δεν θα έχει την παραμικρή σχέση με τη σημερινή της εικόνα.
Αφενός ο υποχρεωτικός από τους δανειστές διπλασιασμός των δημοπρατούμενων σε τρίτους ποσοτήτων της ΔΕΠΑ, από το σημερινό 10% των ετήσιων πωλήσεων, στο 20% ως το 2020, αφετέρου το άνοιγμα των εισαγωγών, λειτουργούν ως οι δύο επιταχυντές των εξελίξεων.
Αν και οι πιστωτές αποδέχθηκαν το ελληνικό αίτημα, και προκειμένου να μην βρεθεί σε οικονομικό αδιέξοδο η ΔΕΠΑ, συμφώνησαν η αύξηση αυτή να γίνει σταδιακά ως το 2020 - και όχι μέσα σε μια χρονιά, όπως αρχικά απαιτούσαν - τα δεδομένα οδηγούν μαθηματικά σε μείωση του μεριδίου της εταιρείας.
Διαβάζοντας την χθεσινή απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού που υιοθέτησε τις προτάσεις της ΔΕΠΑ, προκύπτει ότι οι νέες ποσότητες που στο εξής θα διανέμει, μέσω του συστήματος ηλεκτρονικών τριμηνιαίων και ετήσιων δημοπρασιών, αυξάνονται κλιμακωτά ως εξής: Από το 10% των συνολικών της πωλήσεων που ίσχυε ως φέτος, στο 16% για το 2017, στο 17% για το 2018, στο 18% για το 2019 και στο 20% για το 2020.
Το σημαντικό όμως για τους ιδιώτες προμηθευτές - ανταγωνιστές της ΔΕΠΑ, είναι ότι από εδώ και πέρα, κάθε συμπληρωματική δημοπρατούμενη ποσότητα, εκτός δηλαδή του 10% της τρέχουσας ποσότητας που αυτή διέθεσε στους πελάτες της (ενεργοβόρος βιομηχανία και προμηθευτές αερίου), θα κατανέμεται αποκλειστικά σε προμηθευτές. Με άλλα λόγια, το 6% από το συνολικό 16% που θα διαθέσει για το 2017 η ΔΕΠΑ, θα κατανεμηθεί αποκλειστικά στους ιδιώτες προμηθευτές. Το αυτό ισχύει για το 7% το 2018, για το 8% το 2019, και για το 10% το 2020.
Στο τρέχον μερίδιο 10% της δημοπρατούμενης ποσότητας, το μέγιστο ποσοτικό όριο συμμετοχής ανά υποψήφιο αγοραστή, αυξάνεται από 15% σε 20%. Αλλά στο μερίδιο της συμπληρωματικής δημοπρατούμενης ποσότητας, δεν τίθεται ανώτατο όριο συμμετοχής. Στο εξής δηλαδή, ένας προμηθευτής-ανταγωνιστής της ΔΕΠΑ, ανάλογα με την τιμή που θα προσφέρει, μπορεί να αγοράσει ακόμη και τη μεγαλύτερη ποσότητα σε μια δημοπρασία.
Συγκρατημένη αισιοδοξία
Στην αγορά υποδέχονται με συγκρατημένη αισιοδοξία τις εξελίξεις. Δίχως να αμφισβητούν ότι η αύξηση των δημοπρατούμενων ποσοτήτων συνιστά μια σημαντική εξέλιξη προς την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς, εντούτοις κάποιοι χαρακτηρίζουν το βήμα δειλό. Και φέρνουν ως παράδειγμα την εμπειρία της Ιταλίας, όπου την προηγούμενη δεκαετία και προκειμένου να ανοίξει ο ανταγωνισμός στο φυσικό αέριο, η κυβέρνηση αποφάσισε να μειωθεί υποχρεωτικά κατά 50% το μερίδιο της ΕΝΙ. Άλλοι πάλι δικαιολογούν τις επιφυλάξεις τους επικαλούμενοι την τιμή που προέκυψε στην τελευταία τριμηνιαία δημοπρασία της ΔΕΠΑ το Σεπτέμβριο, (σσ: για Οκτώβριο-Νοέμβριο-Δεκέμβριο 2016). Και αυτό καθώς ο συνδυασμός περιορισμένης προσφοράς και μεγάλης ζήτησης οδήγησε την τιμή στα 17,36 ευρώ / μεγαβατώρα, δηλαδή σε επίπεδα υψηλότερα από εκείνα της τιμή συμβολαίου ΔΕΠΑ.
Σε κάθε πάντως περίπτωση, όλων το βλέμμα είναι στραμμένο στην επόμενη ετήσια δημοπρασία της εταιρείας που αρχικά είχε ανακοινωθεί ότι θα γίνει στις 20 Οκτωβρίου, αλλά πιθανώς να μεταφερθεί για αργότερα. Το ενδιαφέρον έγκειται στο γεγονός ότι σε αυτή την δημοπρασία θα διατεθεί ένα αρκετά σημαντικό μέρος του 16% των ετησίων πωλήσεων της ΔΕΠΑ, δηλαδή της συνολικής δημοπρατούμενης ποσότητας για το 2017. Στην αντίστοιχη περυσινή δημοπρασία, όταν οι προς διάθεση ποσότητες αφορούσαν ακόμη το 10% των ετησίων πωλήσεων της εταιρείας, εξ αυτών είχε πουληθεί το 60%.
Το παιχνίδι ανοίγει και στις εισαγωγές
Αλλά πέραν των δημοπρασιών, αλλάζουν τα δεδομένα και ως προς τις εισαγωγές, μέσω του ελληνο-βουλγαρικού αγωγού στο Σιδηρόκαστρο του νομού Σερρών. Ευκαιρίες για εισαγωγές από ιδιώτες συνιστά το γεγονός ότι πλέον το μέγιστο ποσοτικό όριο (capacity) για τη ΔΕΠΑ πέφτει υποχρεωτικά στο 67% της σημερινής συνολικής δυναμικότητας (121.608 MWh) του συγκεκριμένου σημείου εισόδου. Θυμίζουμε ότι οι πρώτες εισαγωγές ιδιωτικών φορτίων είχαν γίνει τον περασμένο Ιούνιο, και ενώ είχε προηγουμένως καθοριστεί το θεσμικό πλαίσιο συναλλαγών αερίου μεταξύ του ελληνικού και του βουλγαρικού ΔΕΣΦΑ. Τότε, και έλαβε χώρα η πρώτη μικρή εισαγωγή φυσικού αερίου από την Μ&Μ Gas των ομίλων Μυτιληναίου και Motor Oil, για να ακολουθήσουν ένα περίπου μήνα μετά, και οι πρώτες εξαγωγές.
Η μείωση κατά 67% του capacity της ΔΕΠΑ στο Σιδηρόκαστρο συνιστά και τη βασικότερη αλλαγή στα σημεία εισόδου. Στα δύο άλλα, δηλαδή τους Κήπους του Έβρου και τη Ρεβυθούσα (LNG), τα ποσοστά δυναμικότητας που θα μπορεί να δεσμεύει η ΔΕΠΑ παραμένουν στα σημερινά επίπεδα, δηλαδή στο 55% και 40% αντίστοιχα.
Τείχη από Τουρκία
Ειδικά όμως στην περίπτωση των Κήπων, όποιο capacity και να ορίσει η ελληνική πλευρά, δεν έχει την παραμικρή σημασία, όπως λένε πηγές της αγοράς, καθώς αυτοί που κάνουν κουμάντο είναι οι οι Τούρκοι, οι οποίοι εδώ και χρόνια έχουν υψώσει «τείχη».
Καιρό τώρα, όσοι ασχολούνται με την αγορά φυσικού αερίου γνωρίζουν καλά πως η πολιτική της Άγκυρας καθιστά απαγορευτικές τις εισαγωγές φυσικού αερίου προς την Ελλάδα. Άνθρωποι που έχουν δοκιμάσει να το κάνουν στο παρελθόν, εξηγούν το περίπλοκο έως απαγορευτικό, της όλης διαδικασίας: Οι Τούρκοι ζητούν δύο διαφορετικές άδειες, προκειμένου να επιτρέψουν την εισαγωγή αερίου στην Ελλάδα, την export lisence που χορηγεί η τουρκική ΡΑΕ (EMRA), και την export capacity που παρέχει η κρατική εταιρεία αερίου Botas, η οποία και φέρνει ένα σωρό προσκόμματα. Σαν αποτέλεσμα, οι μόνες δυνατές εισαγωγές ποσοτήτων είναι είτε μέσω Βουλγαρίας, είτε μέσω Ρεβυθούσας.
Πάνω-κάτω αυτό είναι το νέο τοπίο μέσα στο οποίο θα κινηθεί από εδώ και πέρα η αγορά φυσικού αερίου. Σταδιακά ανοίγει έπειτα από χρόνια πιέσεων εκ μέρους της Κομισιόν, η οποία ουκ ολίγες φορές στο παρελθόν είχε χαρακτηρίσει την Ελλάδα μαζί με τη Βουλγαρία ως χώρες «case study» στην ΕΕ για το πως καταφέρνουν να κρατούν κλειστές τις αγορές ενέργειας.
Σε πρώτο επίπεδο, βασικοί ωφελημένοι είναι οι μεγάλοι βιομηχανικοί καταναλωτές για τους οποίους η αγορά αερίου έχει ήδη ανοίξει στον ανταγωνισμό, σταδιακά ωστόσο θα ανοίξει στο μέλλον και για τις άλλες κατηγορίες. Όσο για τους ανταγωνιστές της ΔΕΠΑ, οι πιο ενεργοί αυτή τη στιγμή παίκτες είναι η M&M και ο ΗΡΩΝ, ενώ άδεια προμήθειας έχουν επίσης η Προμηθέας και η Cedalion (συμφερόντων Χαλυβουργίας Ελλάδος του ομίλου Μάνεση).