Tα «πολλά μικρά θέματα» που δεν έκλειναν και ο χρόνος «που δεν έφτανε» ήταν η αφορμή για την εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις κυβέρνησης-δανειστών στην πορεία προς την αξιολόγηση, που τελικά οδήγησε αργά χθες το βράδυ σε παύση κάθε συζήτησης επί ελληνικού εδάφους μέχρις ότου το οικονομικό επιτελείο και οι εκπρόσωποι των δανειστών βρεθούν στην Washington για να ανοίξουν πλέον στην έδρα του ΔΝΤ, τον φάκελο του χρέους.
Οι πραγματικές αιτίες για την αδυναμία επίτευξης ακόμη και του ελάσσονος στόχου, αυτού δηλαδή της σύνταξης έστω και δύο παράλληλων κειμένων στα οποία θα καταγράφονται τα κοινά σημεία μεταξύ Ελλάδας-Ε.Ε και οι διαφωνίες στην απόδοση των μέτρων με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, είναι στην ουσία η πολύ διαφορετική αντίληψη που έχει το Ταμείο για τα βήματα που πιστεύει πως πρέπει να γίνουν ώστε να κλείσει η αξιολόγηση.
Από χθες έχει ήδη ξεκινήσει ένας νέος γύρος επίρριψης ευθυνών στο ΔΝΤ που, όπως επιμένουν να λένε κυβερνητικοί αξιωματούχοι, «με τη στάση του να ζητά περισσότερα και μην αναγνωρίζει την απόδοση των μέτρων ως προς τον στόχο της επίτευξης πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ το 2018, έχει μπλοκάρει την πρόοδο των συζητήσεων», παραπέμποντας στις ήδη εντοπισμένες εστίες της διαρκούς εμπλοκής οι οποίες σύμφωνα με την ελληνική πλευρά αφορούν κυρίως στην απαίτηση για περικοπές στις επικουρικές συντάξεις, στην μείωση του αφορολόγητου ορίου, σε περικοπές μισθολογικού κόστους στο Δημόσιο, στην πίεση για θέσπιση βαρύτερων φορολογικών μέτρων άμεσης απόδοσης όπως οι αυξήσεις στο ΦΠΑ του ηλεκτρικού ρεύματος και του νερού και (λιγότερο) στα πεδία επίσης της πώλησης κόκκινων δανείων και των ιδιωτικοποιήσεων.
Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τα θέματα αυτά -και ειδικά το ασφαλιστικό και το φορολογικό- θα συζητηθούν εκ νέου στο περιθώριο της εαρινής συνόδου ΔΝΤ-Παγκόσμιας Τράπεζας στην Washington. Εκεί αναμένεται ότι θα αναζητηθούν πλέον «πολιτικές λύσεις» στη διελκυστίνδα η οποία προφανώς και δεν αφορά μόνο στις διαφωνίες για τα μέτρα μεταξύ Ελλάδας και θεσμών, αλλά και μεταξύ του ευρωπαϊκού σκέλους των θεσμών και του ΔΝΤ.
Στόχος παραμένει σε κάθε περίπτωση μια έστω «κουτσή» συμφωνία με την Ελλάδα, η οποία τουλάχιστον θα αποτρέπει μεν το σενάριο «ατυχήματος» στο δρόμο προς την αποπληρωμή της δόσης προς την ΕΚΤ τον Ιούλιο και το δημοψήφισμα στη Μεγάλη Βρετανία, αλλά στην ουσία θα πετά λίγο πιο μακριά το ντενεκεδάκι του προβλήματος και θα μεταθέτει για αργότερα τις τελικά αποφάσεις για τον ρόλο του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και φυσικά την επίτευξη του «εθνικού στόχου» αναδιάρθρωσης του χρέους.
Το μήνυμα υποστήριξης των ελληνικών θέσεων που εξέπεμψαν χθες εκπρόσωποι του ευρωπαϊκού μπλοκ όπως ο Γάλλος επίτροπος Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί, στον απόηχο και των δηλώσεων Τσίπρα για χαλάρωση της λιτότητας και εθνική κυριαρχία στο περιεχόμενο των μέτρων, δίνει πάντως το δικαίωμα στον Έλληνα υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο να ευελπιστεί πως οι διαφορές θα γεφυρωθούν υπέρ των ελληνικών θέσεων και το ορόσημο μιας συμφωνίας για επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης στο Eurogroup της 22ας Απριλίου ή σε κάποιο έκτακτο Eurogroup ως το τέλος του μήνα, θα επιτευχθεί.
Ο ίδιος εμφανίστηκε χθες συγκρατημένα αισιόδοξος ότι με την επανεκκίνηση των συζητήσεων από την ερχόμενη Δευτέρα στην Αθήνα, θα επιτευχθεί πλέον η επιδιωκόμενη συμφωνία επί τις αρχής (staff level agreement) με την οποία η Ελλάδα θα διεκδικήσει τη θετική αξιολόγηση και την εκταμίευση της δόσης. Πριν τη χθεσινοβραδινή απόφαση για «παύση» των διαπραγματεύσεων και την προαναγγελία επανάληψής τους από την προσεχή εβδομάδα μετά τη σύνοδο στην Ουάσιγκτον, ο Π. Μοσκοβισί δήλωνε επίσης πως «με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις, αλλά το να ζητάμε περισσότερα από την Ελλάδα, θα έκανε ζημιά στην ανάπτυξη». Σε παρόμοιο μήκος κύματος και ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βλάντις Ντομπρόβσκις εξέφραζε την εκτίμηση πως θα υπάρξει γεφύρωση των διαφορών με το ΔΝΤ.
Με την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα, πάντως, η Ελλάδα βρίσκεται και πάλι με την πλάτη στον τοίχο καθώς όχι μόνο καλείται να ψηφίσει βαριά φορολογικά-υφεσιακά μέτρα, και να αποδεχθεί τη νέα «αναβολή» μιας λύσης στο θέμα του χρέους για το 2017, αλλά και να υπομείνει την ασφυξία της χρηματοδοτικής μέγγενης για τουλάχιστον δύο ακόμη μήνες.
Ακόμη και αν η κυβέρνηση πάρει το πράσινο φως μέχρι τα τέλη Απριλίου-αρχές Μαΐου, η μεγάλη καθυστέρηση της αξιολόγησης που από τον Σεπτέμβριο του 2015 φτάνει να αποτελεί διακύβευση του φετινού καλοκαιριού, έχει παρασύρει πίσω και τις διαδικασίες που απαιτούνται για την εκταμίευση της δόσης των 5,7 δις. ευρώ η οποία –ή μέρος της οποίας- καλώς εχόντων των πραγμάτων θα εγκριθεί αφού πιθανότατα θα έχει μπει ο Ιούνιος.
Η εκτίμηση ότι «θα φτάσουμε να παίζουμε πάλι με τις μέρες και με τις ώρες για να πληρωθεί η ΕΚΤ τον Ιούλιο και με την ελπίδα να περισσέψει κάτι για την οικονομία στο εσωτερικό» είναι κυρίαρχη πλέον ανάμεσα σε κυβερνητικά στελέχη και δανειστές που συνεχίζουν να πρωταγωνιστούν για έκτη χρονιά στο οικονομικό θρίλερ με τον καλό, τον κακό και την Ελλάδα που την έχει άσχημα.
Β.Γ.