Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Οι φόροι πληρώνονται από τους λίγους. Από αυτούς που σήκωσαν τη δημοσιονομική προσαρμογή και από τους οποίους η παρούσα κυβέρνηση συνεχίζει να ζητάει να βάλουν πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη τόσο το 2019 όσο και τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία παρουσιάστηκαν στην εκδήλωση του Οικονομικού Επιμελητηρίου, το 90% του φόρου εισοδήματος πληρώνει μόλις το 19% των φορολογουμένων. Δηλαδή 1,2 εκατ. φορολογούμενοι πληρώνουν κάθε χρόνο 6,2 δισ. ευρώ, όταν το σύνολο των εσόδων από την ανωτέρω πηγή προσεγγίζει τα 7 δισ. ευρώ. Για αυτούς η παρούσα κυβέρνηση δεν έχει λάβει ούτε ένα θετικό μέτρο. Το αντίθετα θα έλεγε κανείς. Τους καλεί συνέχεια να αυξάνουν τη συμβολή τους είτε μέσω της φορολογίας, είτε μέσω των ασφαλιστικών εισφορών.
Και δυστυχώς η κυβέρνηση θέλει να αλλάξει και το μείγμα των μέτρων του 2020 που προβλέπει ελαφρύνσεις για όσους έχουν εισοδήματα πάνω από 25.000 ευρώ, μέτρο το οποίο πέρασε κατ' απαίτηση του ΔΝΤ. Αλλά η κυβέρνηση θέλει να τους δει να πληρώνουν πάλι. Να σηκώσουν τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας καθώς είναι οι μόνοι που καταναλώνουν.
Για επενδύσεις ούτε λόγος. Και πως είναι δυνατόν να συμβεί όταν οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις στην Ελλάδα πληρώνουν το 83% του φόρου των νομικών προσώπων. Δηλαδή τα φορολογικά έσοδα στην Ελλάδα αντλούνται από έναν πολύ μικρό κύκλο φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων που δυστυχώς κάθε χρόνο μικραίνει.
Η ίδια εικόνα παρατηρείται και στον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων, με το ένα τρίτο των ιδιοκτητών να πληρώνουν 1,75 δισ. ευρώ σε σύνολο εισπράξεων 2,65 δις. ευρώ. Και σε αυτούς η κυβέρνηση γύρισε την πλάτη της. Καθώς οι μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ που ψηφίσθηκαν από τη Βουλή δεν τους αφορούν. Εξαιρούνται και από αυτό το ευνοϊκό μέτρο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ:
• Το 83% του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων το καταβάλλει το 4,5% των επιχειρήσεων.
• Το 66% του φόρου κατοχής ακινήτων πληρώνεται από το 33% των ιδιοκτητών.
• Το 90% του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων το επωμίζεται το 19% των φορολογουμένων.
Όπως αναφέρει ο καθηγητής Β. Ζουμπουλίδης, «στην περίπτωση που η μείωση της φορολογίας επεκταθεί και στα κέρδη των επιχειρήσεων, θα μειωθεί το κόστος των επενδύσεων, κάτι που σημαίνει ότι περισσότεροι επιχειρηματίες θα επενδύσουν δηλαδή θα αυξηθεί η σχετική δαπάνη».
Υπενθυμίζεται όμως ότι πρόσφατα η κυβέρνηση έδειξε το χειρότερο πρόσωπο της απέναντι στο επιχειρείν. Κατάργησε ευνοϊκή διάταξη που είχε ψηφισθεί το 2017 και η οποία προέβλεπε τη μείωση από το 2019 του συντελεστή φορολόγησης από το 29% στο 26%. Και έφερε μία νέα διάταξη που προβλέπει τη μείωση του συντελεστή κατά μία μόνο ποσοστιαία μονάδα.
Τέλος, ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Φραγκίσκος Κουτεντάκης, στην ίδια συζήτηση έκανε λόγο για αβεβαιότητες που συνδέονται με το διεθνές περιβάλλον, καθώς και για δημοσιονομικές αβεβαιότητες που έχουν να κάνουν με την πορεία των επιτοκίων και τις δικαστικές αποφάσεις που ανοίγουν τον δρόμο για μελλοντικές διεκδικήσεις.