Η μετωπική της κυβέρνησης με την ακρίβεια ήταν απαραίτητη και άργησε. Τα μέτρα συνιστούν ευθεία παρέμβαση στην αγορά, κινούνται μακριά από τη φιλελεύθερη λογική, όπως παραδέχθηκε χθες, μιλώντας στην ΕΡΤ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά όπως είπε, «γνωρίζω καλά ότι δεν είμαστε μια κοινωνία αγγέλων».
Εξάλλου, μια αγορά λειτουργεί εύρυθμα, μόνο όταν δουλεύει ο ανταγωνισμός, κάτι που έδειξαν και οι ανάλογου ύφους παρεμβάσεις στα τιμολόγια ρεύματος, ενώ έρχεται η σειρά των τηλεπικοινωνιών, όπως αποκάλυψε ο Πρωθυπουργός.
Τα μέτρα για την ακρίβεια μπορεί να ρίξουν και 15% - 20% τις τιμές σε 2.000 κωδικούς στα ράφια, εκτιμούν στελέχη της αγοράς. Τόσο προβλέπουν και κυβερνητικές πηγές.
Το ερώτημα είναι αν αυτό αρκεί. Τα μέτρα μπορεί να μπλοκάρουν εμπορικές πολιτικές, το γεγονός ότι πολυεθνικές και όχι μόνο, εκμεταλλεύτηκαν την άνοδο της ζήτησης για να αυξήσουν υπέρμετρα τα κέρδη τους, ωστόσο μόνιμη μείωση τιμών θα έρθει μόνο από τη μάχη με τα ολιγοπώλια.
Το «αόρατο χέρι» με το οποίο κατά τον Άνταμ Σμιθ αυτορυθμίζεται η αγορά, δεν λειτουργεί για τα απορρυπαντικά, τα καθαριστικά, τα σαμπουάν, τα αφρόλουτρα και αρκετές ακόμη κατηγορίες. Ενίοτε χρειάζεται και το ορατό χέρι της κυβέρνησης. Τα ορατά χέρια των υπουργών για να ολοκληρώσουν αυτά που δεν κάνει το αόρατο χέρι, το οποίο στη δική μας περίπτωση, προφανώς δεν δουλεύει και πολύ καλά. Αλλιώς δεν θα χρειαζόταν να δηλώνει ο Πρωθυπουργός «πρέπει να καταλάβουν όλοι, και ειδικά οι πολυεθνικές, ότι η Ελλάδα δεν είναι μπανανία».
Στο δια ταύτα τώρα, οι χθεσινές εξαγγελίες έχουν μια διπλή στόχευση: Και να αποτρέψουν νέες αυξήσεις, αλλά και να οδηγήσουν σε μειώσεις τιμών. Στην πρώτη κατηγορία, υπάγεται το μέτρο που ορίζει πως προμηθευτής που κάνει ανατίμηση προϊόντων, δεν μπορεί να προχωρούν σε προσφορές για διάστημα 3 μηνών.
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι μια εταιρεία που ετοιμαζόταν για ανατιμήσεις, θα το σκεφτεί πλέον δύο και τρεις φορές, καθώς δεν θα μπορεί να προβεί για τρεις μήνες σε προσφορές, τύπου «1+1», τις πλέον δημοφιλείς στην αγορά. Αλλιώς θα την τιμωρήσει ο ανταγωνισμός, θα χάσει μερίδια, θα βγει εκτός παιχνιδιού.
Και ποιοι θα το αισθανθούν περισσότερο; Εκείνοι που δουλεύουν με υπερβολικές εκπτώσεις, για παράδειγμα 50%, συνεχώς, για όλο το χρόνο. Ανταγωνίζονται την υπόλοιπη αγορά με εκπτώσεις, όχι επί των τιμών. Εφόσον κάνουν αυξήσεις, θα πρέπει να ξεχάσουν για ένα τρίμηνο τις προωθητικές ενέργειες. Είτε λοιπόν θα αλλάξουν εμπορική πολιτική, είτε θα παγώσουν τις τιμές για να διατηρήσουν τις εκπτωτικές τους πολιτικές, που είναι και το πιθανότερο.
Στην δεύτερη κατηγορία, με στόχο να πέσουν οι τιμές, υπάγεται η υποχρεωτική μείωση κατά 30% των εκπτώσεων που κάνουν οι προμηθευτές προς τα σουπερμάρκετ και η μετακύλιση του ποσοστού στην τελική τιμή.
Το μέτρο, που θα είναι μόνιμο και θα νομοθετηθεί από τον Μάρτιο, αναγκάζει έναν εισαγωγέα να περιορίσει κατά 30% τις συνολικές εκπτώσεις που έκανε το 2023 προς το λιανεμπόριο, κατεβάζοντας αντίστοιχα τις χρεώσεις των τιμοκαταλόγων του. Πόσους κωδικούς μπορεί να αφορά; Και πάνω από 2.000, αν κρίνουμε αυτούς που διανέμει στην Ελλάδα η πολυεθνική Unilever σε είδη καθαρισμού και προσωπικής υγιεινής.
Θέλει στο εξής ένας εισαγωγέας να κάνει προσφορά «1+1» δώρο; Ασφαλώς και μπορεί, αλλά από χαμηλότερη τιμή. Ένα σαμπουάν για παράδειγμα, κοστίζει σήμερα 7 ευρώ και αν ο καταναλωτής πάρει δύο, πάλι 7 ευρώ θα πληρώσει. Έστω ότι η εταιρεία έκανε πέρυσι εκπτώσεις 50%, τώρα υποχρεούται να τις μειώσει κατά 30%, γεγονός που μεταφράζεται, σύμφωνα με τους υπολογισμούς από στελέχη αλυσίδων, σε νέα τιμή 5,6 ευρώ για το σαμπουάν.
Στο βρεφικό γάλα, το πλαφόν 7% στο περιθώριο κέρδους των εταιρειών που το διανέμουν, μπορεί να επηρεάσει κατά 15%-20% προς τα κάτω τις τιμές. Ο υπ. Ανάπτυξης Κ. Σκρέκας δεν αποκάλυψε κατά τη χθεσινή συνέντευξη τύπου με τι περιθώριο κέρδους δουλεύουν οι τέσσερις μεγάλοι που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Αν κάποιος «παίζει» με κέρδος 20%, η τελική τιμή πρέπει να πέσει κατά 13%, αν έχει 40%, η τιμή πρέπει να μειωθεί κατά 33%, κ.ο.κ. Πίεση εδώ ασκεί η έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού, που έχει ολοκληρώσει τους ελέγχους για δύο από τους τέσσερις και ξεκινά έλεγχο στους επόμενους.
Κάποιος θα ρωτήσει, δεν τα ξέραμε όλα αυτά εδώ και μήνες; Και ότι η ακρίβεια ναι μεν δεν είναι αποκλειστικά και μόνο εσωτερικό θέμα, ωστόσο είναι δικό μας θέμα ότι δεν λειτουργεί ο ανταγωνισμός; Τα ξέραμε. Εδώ μιλάμε για εμπορικές πρακτικές δεκαετιών στο λιανεμπόριο. Και γιατί έπρεπε να φτάσουμε στον Ιανουάριο 2024 για να ανακοινωθούν τα μέτρα;
Σε όλο το προηγούμενο διάστημα, όταν τα κόστη αυξάνονταν, υπήρχε η αντίληψη στην αγορά ότι για να είναι ασφαλής μια εταιρεία, πρώτα ανατιμούσε τα προϊόντα της και μετά, αναλόγως και των κινήσεων του ανταγωνισμού, προέβαινε σε εκπτώσεις.
Μια κατεστημένη λογική, όπως παραδέχτηκε χθες ο ίδιος ο Κ.Σκρέκας, πρώτα να φουσκώνουν οι τιμές στο ράφι και μετά οι εταιρείες να προχωρούν σε εκπτώσεις. Ανατιμάται 5% το προϊόν, με ταυτόχρονη προσφορά 5% στο ράφι. Άντε να καταλάβει ο καταναλωτής τι συμβαίνει.
Το μέτρο των προσφορών του δημιουργεί ούτως ή άλλως την εντύπωση της ευκαιρίας. Τώρα, ένας προμηθευτής δεν θα μπορεί να κάνει το ίδιο, τόσο εύκολα.
Σε κάθε περίπτωση, όπως έδειξε η υπόθεση με τα τιμολόγια ρεύματος και τώρα με τα ράφια των σουπερμάρκετ, φαίνεται ότι θα δούμε την κυβέρνηση να παρεμβαίνει και σε άλλους τομείς με στρεβλώσεις στη λειτουργία της αγοράς, όπως στον τομέα της ενέργειας και στα ράφια των σουπερμάρκετ.