Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Μέρες του 2018 αλλά και των προηγούμενων χρόνων θυμίζουν αυτές διανύουμε με τους θεσμούς να προειδοποιούν ως προς το ενδεχόμενο να μη δοθεί το πράσινο φως για την εκταμίευση της δόσης των 750 εκατ. ευρώ και το Γραφείο Προϋπολογισμού να χτυπάει καμπανάκια στην κυβέρνηση υποστηρίζοντας ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος δημοσιονομικού εκτροχιασμού.
Σύμφωνα με πληροφορίες οι θεσμοί ζητούν λεπτομέρειες για το νέο πλαίσιο που θα αντικαταστήσει τα νόμο Κατσέλη κάτι που δείχνει ότι η κυβέρνηση έχει αποστείλει ένα γενικόλογο κείμενο αφήνοντας στον αέρα σημαντικά θέματα όπως για παράδειγμα πως θα αντιμετωπιστούν όσοι έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη αλλά και τι θα γίνει με την επιδότηση του στεγαστικού δάνειο εάν κάποιος μετά από δύο η τρεις μήνες ή έναν χρόνο θα έχει υψηλότερα εισοδήματα. Λεπτομέρειες σημαντικές για τους θεσμούς καθώς θα πρέπει να γνωρίζουν επ' ακριβώς εάν το νέο σχέδιο διασφαλίζει τα πιστωτικά ιδρύματα αλλά και τον προϋπολογισμό.
Μέχρι να αποσταλούν τα νεότερα στοιχεία οι θεσμοί δεν δίνουν το πράσινο φως ενώ είναι πλέον ισχυρό το ενδεχόμενο μίας αρνητικής έκθεση στις 27 Φεβρουαρίου από την Κομισιόν. Αν και οι Ευρωπαίοι ήθελαν η αξιολόγηση να περάσει αναίμακτα, λόγω του πολιτικού κλίματος και των επερχόμενων εκλογών αλλά δυστυχώς η κυβέρνηση δεν φαίνεται να αφήνει πολλά περιθώρια.
Η τακτική της αυτή βάζει φρένο και στις επιδιώξεις της να βγει δηλαδή στις αρχές Μαρτίου στις αγορές με την έκδοση 10ετούς ομολόγου, καθώς είναι εξαιρετικά πιθανόν να εκτοξευτούν οι αποδόσεις.
Εκτός από τους Ευρωπαίους χθες το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στην έκθεση που δημοσιοποίησε έκανε λόγο για σοβαρές δημοσιονομικές απειλές. Αυτές είναι οι δικαστικές διεκδικήσεις αναδρομικών για μισθούς, συντάξεις, δώρα και επιδόματα που κόπηκαν με τον μνημονιακό νόμο του 2012. Αρμόδιες πηγές αναφέρουν ότι το κόστος για τον προϋπολογισμό μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 8-9 δισ. ευρώ, εφόσον ο νόμος Κατρούγκαλου κριθεί αντισυνταγματικός.
Μάλιστα στις Βρυξέλλες παρακολουθούν διαρκώς το θέμα, ρωτώντας ενημέρωση για τη «γραμμή άμυνας» που στήνει η ελληνική πλευρά σε περίπτωση που η Ολομέλεια του ΣτΕ αποφασίσει την επαναφορά τους. Πηγές του Γραφείου ξεκαθαρίζουν, πάντως, ότι το δημοσιονομικό κόστος των δικαστικών αποφάσεων θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό του έτους κατά το οποίο το Δημόσιο με απόφασή του θα αναγνωρίσει τη δαπάνη. Δηλαδή, ακόμα και αν τα χρήματα επιστραφούν τμηματικά στους δικαιούχους σε βάθος μερικών ετών, η επιβάρυνση για τον προϋπολογισμό θα είναι εφάπαξ.
Η έκθεση του Γραφείου βάζει στο κάδρο κι άλλες παραμέτρους, όπως για παράδειγμα τον δημοσιονομικό κίνδυνο από τις τρεις εκλογικές αναμετρήσεις. «Η όξυνση του πολιτικού ανταγωνισμού ενδέχεται να προκαλέσει πλειοδοσία εξαγγελιών με σημαντικό κόστος που μπορεί να διαταράξει τη δημοσιονομική ισορροπία», επισημαίνουν οι συντάκτες της έκθεσης. Πέρα από τις δικαστικές αποφάσεις, σημαντικές εστίες αβεβαιότητας αποτελούν, σύμφωνα με την έκθεση:
1. Η μείωση των «κόκκινων» δανείων στα 65 δισ. ευρώ και ο διάδοχος νόμος Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς.
2. Η επιστροφή των κερδών του ευρωσυστήματος από τα ελληνικά ομόλογα. Η εκταμίευση των χρημάτων εξαρτάται από την επιτυχή ολοκλήρωση της δεύτερης μεταμνημονιακής αξιολόγησης. Πιθανή καθυστέρηση θα στερήσει περίπου 1 δισ. ευρώ από τον προϋπολογισμό, ενώ θα στείλει αρνητικό μήνυμα στις αγορές.
3. Η εφαρμογή του νέου πλαισίου δημοσιονομικής διαχείρισης, που απαιτεί επαρκές και κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικά στις οικονομικές υπηρεσίες του Δημοσίου.
4. Η επιβράδυνση όχι μόνο της ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας, το Brexit, οι οικονομικές διακυμάνσεις στις γειτονικές χώρες, δηλαδή στην Τουρκία και κυρίως στην Ιταλία – καθώς όπως έχει φανεί οι μεταβολές στις αποδόσεις των ελληνικών δεκαετών τίτλων επηρεάζονται σημαντικά από τις μεταβολές των αντίστοιχων ιταλικών τίτλων.
5. Η επιβράδυνση των μεταρρυθμίσεων.